κορόνα ή γράμματα

5.1K 355 2
                                    

Τζακ POV

Είχε περάσει περίπου μια ώρα. Θα έχανα το στοίχημα ο μαλάκας. Εκείνη τη στιγμή όμως την είδα να σηκώνεται αποφασισμένη να φύγει.
"Παιδιά εγώ πάω να ξεκουραστώ τα λέμε. Ευχαριστώ για τη βραδιά." Είπε και με κοίταξε. Έπειτα έφυγε. Τα αγόρια ήξεραν ότι θα νικούσαν το στοίχημα γι αυτό και με κοίταζαν με ένα βλέμμα φιλοδοξίας και νίκης.

"Μικρή." Της φώναξα καθώς την ακολούθησα. Εκείνη γύρισε και μίλησε.
"Ναι?" Είπε αθώα χωρίς να ξέρει τη συνέχεια. Το στοίχημα ή αυτή? Σκέφτηκα αλλά δεν άντεξα άλλο.
"Να ξέρεις, το φιλί δεν ήταν απλά για το παιχνίδι. Ελπίζω να μην το παρεξήγησες γιατί σε είδα σκεπτική. Δεν σημαίνει τίποτα. Απλά για να ξέρεις." Είπα και σαν μαλάκας που είμαι ένιωσα τύψεις μέσα μου κατευθείαν αφού είδα το βλέμμα της να σπάει και να προσπαθεί να μην δακρύσει.

"Το ήξερα από πριν Τζακ. Το ήξερα πως δεν πρόκειται να νιώσεις τίποτα. Εξάλλου μου το είχες πει κιόλας." Είπε και με κοίταξε με ένα πιο αθώο και κουταβίσιο βλέμμα έτοιμη να ξεσπάσει πάνω μου.
"Αυτό. Καληνύχτα." Είπα ξέρα και έφυγα.
"Καληνύχτα." Είπε χαμηλώνοντας σταδιακά τον τόνο της φωνής της. Την είχα πληγώσει αυτό είναι σίγουρο. Αλλά τι με νοιάζει κιόλας. Δεν είναι του χαρακτήρα μου αυτά. Ίσως και υπερβάλλω για την αντίδραση της. Δεν ξέρω.

Κι όμως βαθειά μέσα μου κάτι με καίει με εκείνη. Δεν συνηθίζω εγώ να σκέφτομαι έτσι.

Γύρισα στη φωτιά και κοίταξα τα αγόρια που είχαν μείνει πλέον μόνα τους.
"Λοιπόν?" Είπε ο Δημήτρης για να μου σπάσει λίγο περισσότερο τα νεύρα.
"Πήγαινε δες την, να επιβεβαιωθείς. Μαλλον θα κλαίει." Είπα ο μαλάκας παρόλο που το μετάνιωσα την ίδια στιγμή. Δεν ήξερα γιατί το συνέχιζα.
Ο Άγγελος έβγαλε τα λεφτά από την τσέπη του και τα έφερε προς το μέρος μου.
"Κράτα τα. Εγώ το στοίχημα ήθελα να νικήσω δεν χρειάζομαι λεφτά."
"Τόσα νεύρα για εκείνη?" Είπε ο Ηρακλής και παρόλο που είχε δίκιο του απάντησα.
"Ηρακλή σκάσε. Δεν φτάνει που την φίλησες κιόλας μπροστά μου. Μιλάς κιόλας. " είπα χωρίς να συνειδητοποιήσω τα λόγια μου. Έχοντας αφήσει τους πάντες με ανοιχτό το στόμα και απορία στα μάτια έφυγα για το παγκάκι πίσω από το δωμάτιο της.
"Τι είπε μόλις?" Ακούστηκε η φωνή του Ηρακλή στο βάθος.

Πέρασα πρώτα από το δωμάτιο μας και πήρα ένα μπουκάλι ουίσκι που είχα φέρει μαζί μου. Τότε κατευθύνθηκα εκεί πίσω. Το τσιγάρο μύριζε από χιλιόμετρα και μπορούσα να καταλάβω ότι ήταν ήδη εκεί. Είχε κουλουριαστεί στην μια πλευρά από το παγκάκι και λίγο πιο δίπλα της υπήρχαν κάτι τελειωμένα τσιγάρα. Αρκετά από αυτά βασικά.
Γιατί το έκανε αυτό?

Η Κατασκήνωση... Where stories live. Discover now