Μπλούζες Τσεκ.
Παντελόνια Τσεκ.
Παπούτσια.. φοράω θα μου φτάσει ένα ζευγάρι Τσεκ.
Ζακέτα Τσεκ.
Τσιγάρα Τσεκ.
Τι άλλο? Νομίζω είμαι εντάξει. Τα φόρτωσα όλα στο σακίδιο μου και μπήκα στο μπάνιο που ήταν δίπλα από το δωμάτιο, χωρίς να με δει κανείς. Κοίταξα το είδωλο μου στον καθρέφτη και απόρησα για το πώς είχαν καταλήξει όλα έτσι.Δεν έκανα πολύ ώρα. Πήρα την βαφή που υπήρχε στο κάτω ντουλάπι και μετά από αρκετό κόπο έβαψα τα μαλλιά μου. Αυτό το καστανόξανθο χρώμα που υπήρχε πριν εξαφανίστηκε. Και στην θέση του μπήκε ένα μαύρο. Κι όμως δεν ήταν αρκετό. Ο καθένας θα με αναγνώριζε. Έπιασα το ψαλίδι στο πάνω ράφι και αφού το κοίταξα επίμονα σαν ηλίθια για μια στιγμή έκοψα τα μαλλιά μου μέχρι τους ώμους. Γαμώτο. Το μέικ απ βοήθησε αρκετά μπορώ να πω και αφού βάφτηκε έντονα για να μην με αναγνωρίζει κανείς πήρα το σακίδιο μου και βγήκα από το παράθυρο. Κλασικά όπως κάνω τις τελευταίες μέρες εδώ.
Δεν με αναγνώριζα ούτε εγώ η ίδια. Ήμουν μια άλλη κοπέλα. Πολύ διαφορετική από το πώς είμαι εγώ στα αλήθεια. Φαινομουν ψεύτικη. Φαινομουν σαν εκείνες τις γκομενες που βάφονται συνεχώς μόνο και μόνο για να τις κοιτάζει ο καθένας γύρω τους. Ποιος νοιάστηκε?
Τριγυρνουσα από μετρό σε λεωφορείο και ανάποδα. Όλα μέχρι που έφτασα σε εκείνη την διεύθυνση που είχε γραφτεί τότε στο χαρτί που μου είχε δώσει πριν αρκετό καιρό η Ειρήνη. Στάθηκα για λίγο μπροστά από το σπίτι και έπειτα χτύπησα το κουδούνι. Μια ενήλικη γυναίκα αρκετά νέα βέβαια άνοιξε την πόρτα.
"Καλησπέρα. Πώς μπορώ να βοηθήσω?" Προσφέρθηκε με ένα χαμόγελο.
"Μήπως ξέρετε αν μένει εδώ κοντά μια Ειρήνη? Μου είχε δώσει αυτή τη διεύθυνση Μήπως έκανα λάθος?" Ρώτησα προσπαθώντας να φανώ όσο καλή γινόταν.
"Μάλιστα. Βασικά εδώ μένει. Περίμενε να την φωνάξω." Έπειτα φώναξε το όνομα της και εκείνη εμφανίστηκε στην πόρτα με ένα παραξενεμένο ύφος.
"Η κοπέλα λέει πως την ξέρεις." Είπε η ενήλικη δίπλα της.
"Γεια." Είπε αυτη χωρίς να έχει καταλάβει ποια είμαι.
"Ειρήνη μου." Μόλις άκουσε τη φωνή μου με γνώρισε αμέσως και με αγκάλιασε όσο σφιχτά μπορούσε.
"Άλλαξες." Είπε και με κοίταξε έντονα χωρίς να μπορώ να περιγράψω το βλέμμα της.
"Μπορώ?" Ρώτησα κάνοντας της νόημα να μπω μέσα.
"Ναι βέβαια περνά." Είπε και με οδήγησε στο δωμάτιο της ώσπου Καθίσαμε και τις είπα όλες τις σκέψεις μου.
"Και δηλαδή για αυτό έγινες Έτσι? Για να μην σε γνωρίσει κανείς και να μην σε πιάσει?"
"Ναι. Μέχρι βρω κάτι. Ως τότε." Συμπλήρωσα.
"Τι εννοείς κάτι?" Είπε εκείνη.
"Άστο. Αυτό δεν σε αφορά." Της είπα και αφού κατάλαβε προσφέρθηκε για να μείνω εκεί.
"Κοίτα μπορείς να μείνεις μαζί μας. Η κοπέλα που γνώρισες είναι αδερφή μου. Και θα χαρεί επίσης να σε φιλοξενήσουμε για κάποιες μέρες." Είπε χαμογελώντας.
"Ευχαριστώ βρε Ρηνάκι μου. Ευχαριστώ πάρα πολύ." Είπα και Καθίσαμε κάτω συνεχίζοντας συζήτηση.
YOU ARE READING
Η Κατασκήνωση...
Teen FictionΚαι τι μπορεί να γίνει σε μια κατασκήνωση χωρίς όρια, όπου οι ομαδάρχες αποδεικνύονται πιο "παράνομοι" από τα παιδιά? Λοιπόν για μην τα πολυλέμε τώρα... Η Ζωή είναι μια περίπου 17χρονη κοπέλα με άθλιο παρελθόν. Οι γονείς της την πείθουν να πάει και...