Άλλαξες

3.1K 269 13
                                    

Δεν κοιμόμουν. Για άλλη μια φορά ξενυχτούσα καπνίζοντας ένα από τα τσιγάρα του. Η Ειρήνη με πήρε τηλέφωνο και το σήκωσα αμέσως.
"Που μένεις?" Ρώτησε.
"Επτανήσου 14." Της είπα οδό και έκλεισα το τηλέφωνο. Είμαι πολύ τυχερή αφού οι γονείς μου έλειπαν σε τριήμερο με τον αδερφό μου. Δεν το είχα καταλάβει μέχρι σήμερα αφού παρατήρησα ένα σημείωμα πάνω στο ψυγείο. Το μόνο μέρος εκτός του δωματίου μου που αράζω στο σπίτι. Τέλος πάντων.

Το κουδούνι χτύπησε και εκείνη εμφανίστηκε με ένα σακίδιο.
"Λοιπόν απόψε θα κάτσω μαζί σου."
"Μ αρέσει που το αποφασίζεις μόνη σου πάντως." Είπα και αφού κοίταξε τριγύρω απόρησε.
"Οι γονείς σου?"
"Ταξίδι."
"Είδες λες και το ξέρα." Απάντησε και άφησε τα πράγματα στον καναπέ πηγαίνοντας στο μπάνιο για να αλλάξει. Το κινητό της άρχισε να δονείται και της φώναξα.
"Κοπελιά σε καλούνε."
"Απαντά λίγο και έρχομαι μισό λεπτό." Ήταν ο Άγγελος. Κρατάνε ακόμη επαφές και δεν μου το είπε? Απάντησα μέχρι που ακούστηκε μέσα από το κινητό.
"Ειρήνη μου, τι κάνεις?" Είπε εκείνος.
"Η Ζωή είμαι Άγγελε.  Η Ειρήνη ειναι στο μπάνιο."
"Οο, εεε, συγγνώμη. Τι κανείς?"
"Καλά είμαι Εσύ?"
"Και εγω. Θα βγει σύντομα ή να πάρω αργότερα." Ένα ψιθύρισμα ακούστηκε από πίσω του.
"Εννοώ περιμένω." Είπε βιαστικά και έπιασα συζήτηση μέχρι να επιστρέψει εκείνη. Της έδωσα έπειτα το κινητό και μίλησαν. Εκείνη γελούσε σαν καθυστερημένο και μετά βγήκε έξω για να μην την ακούω. Καλά θέλει δεν θέλει θα μου τα πει μετά.

Μόλις μπήκε μέσα με κοίταξε και καλά ότι δεν έγινε τίποτα και μου έπιασε την κουβέντα.
"Λοιπόν.. "
"Όχι θα μου πεις τι σου είπε τώρα." Την έκοψα με ένα πονηρό χαμόγελο.
"Αχαχαχα κοίτα. Απλά θα βρεθούμε."
"Όντως ωραία. Καλό αυτό."
"Ναι, αλλά..."
"Ωχ πες." Η αμήχανη έκφραση στο πρόσωπο της διακρινόταν από χιλιόμετρα.
"Του είπα να έρθει από εδώ. Ξέρεις μιας και οι γονείς σου λείπουν και.."
"Οκευ. Δεν έχω πρόβλημα αρκεί να μην κάνετε Ειρηνάκια στο σπίτι μου. Και κατάλαβες τι θέλω να πω."
"Είσαι βλάκας. Αλλά Ευχαριστώ." Είπε και αφού χαμογέλασε με πήρε αγκαλιά. Καθίσαμε στον καναπέ και αφού διαλέξαμε επιτέλους ταινία καθίσαμε να την δούμε. Η ώρα κόντευε 3 αλλά δεν μας ένοιαζε. Κλασικά λυκειόπαιδα.

Το κουδούνι χτύπησε και η Ειρήνη σηκώθηκε κατευθείαν από την θέση της. Άνοιξε την πόρτα και είδε τον Άγγελο. Τον πήρε μια αγκαλιά και ναι φιλήθηκαν. Τέλεια θα περάσουμε. Αν δεν έχετε φανάρι στη λεωφόρο σας έρχομαι εγώ να ξέρετε εσείς που διαβάζετε. Η πόρτα έκλεισε πίσω του και αφού αγκάλιασε και εμένα φιλικά κάθισε και αυτός μαζί μας στον καναπέ.
"Λοιπόν πως και ήθελες να έρθεις?" Ρώτησε η Ειρήνη αφού ξάπλωσε πάνω του.
"Θα καταλάβεις σύντομα. Την φίλησε για άλλη μια φορά και εγώ έκανα ότι δεν το πρόσεξα. Άρχισαν τα φιλάκια και τις αγκαλίτσες και μετά από μια στιγμή σηκώθηκα από τη θέση μου κάπως εκνευρισμένη.
"Ζωή? Που πας?" Είπε η Ειρήνη. Ο Άγγελος με κοίταξε πονηρά και ξαναγύρισε προς αυτήν φιλώντας την παθιασμένα. Άρπαξα την ζακέτα και πριν βγω έξω τους φώναξα.
"Κανονίστε να βγείτε και να κλειδωθώ έξω τρεις μέρες μετά." Η πόρτα έκλεισε με θόρυβο και αφού βγήκα από την αυλή του σπιτιού μου πήγα προς το πάρκο που υπήρχε δύο στενά πιο κάτω.

Η Κατασκήνωση... Where stories live. Discover now