Πόσο σε ευχαριστώ. Δεν το είχα ποτέ φανταστεί. Ο βυθός σου, μου έκλεψε οξυγόνο όπως κολυμπούσα μέσα του και χανόμουν, μα μου έδωσε τη ζωή. Ξαναγεννήθηκα από το ταξίδι στον βούρκο μαζί σου, διότι βυθό δεν έχεις. Καθώς πήγαινα να σου το πω, ήθελα να κλάψω. Σου ζήτησα συγγνώμη, κάτι που δεν το είχα κάνει ποτέ. Συγγνώμη, που σου ανέθεσα το βάρος να γίνεις το άλλο μου μισό. Που σε έβαλα σε μία ευθεία, γάμος/παιδιά, χωρίς να δω πως εσύ ήξερες μόνο από τοίχους. Συγγνώμη που σε κατηγόρησα, εφόσον η υπεύθυνη ήμουν εγώ. Εγώ σε προκάλεσα να με πληγώνεις. Το χρειαζόμουν και το ήθελα. Αν δεν το έκανα αυτό το ταξίδι μαζί σου, δεν θα ήμουν αυτή που είμαι σήμερα. Σήμερα, είμαι πιο γεμάτη από ποτέ, σε μία άλλη χώρα που σε ακολούθησα, που είμαι μόνη μου, μα νιώθω πιο αγάπη από ποτέ. Σήμερα, που αγαπώ την οικογένεια μου, τους φίλους μου. Σήμερα, που αγαπάω εμένα ολοκληρωτικά.
Γύρω μου μόνο αγάπη κυλάει. Γνώρισα την αλήθεια. Είμαστε ότι σκεφτόμαστε. Προσελκύουμε ότι σκεφτόμαστε. Αν χαλιναγωγήσουμε την σκέψη μας, χαλιναγωγούμε την ζωή μας, ότι περνάει από το δικό μας χέρι. Είμαστε υπεύθυνοι, είμαστε θεοί. Και τώρα, προσελκύω τον δικό μου θεό. Είμαι ερωτευμένη με μία άγνωστη, κι όμως τόσο γνωστή. Δεν ξέρω αν την έχω γνωρίσει ή όχι. Είμαι απλά στην κουζίνα και κάνω καφέ, με το μηχανάκι του καφέ από το διαμέρισμα σου Αλίκη, το θυμάσαι; Δεν στο έδωσα ποτέ πίσω, δεν ήθελα. Τα υπόλοιπα τα πέταξα, αυτό όχι.
Σε μερικές ημέρες, πετάω για Ελλάδα. Οι δύο από τους καλύτερους μου φίλους, ορκίζονται αιώνια αγάπη και σεβασμό, δημόσια, ενώπιον όλων των φίλων και της οικογένειας τους. Εικοσιπέντε μέρες, και πως τις περιμένω. Έχουνε περάσει δύο χρόνια από τότε που βρίσκομαι εδώ, σε αυτήν την ξένη και ανέραστη χώρα. Μία χώρα που χωράει μόνο επαγγελματίες, οι έρωτες κάπου θάβονται, σε βλέμματα φευγαλέα και επιθυμίες ανείπωτες. Σαν οι άνθρωποι εδώ, να μην έχουν ψυχή και γεννητικά όργανα, παρά μόνο μυαλό και σώμα. Μηχανές χρήματος, και στη μέση το ταμπεραμέντο μου, να τους φέρνει μονίμως σε άβολη θέση, η αλήθεια μου να τους χτυπάει με πολλά μποφόρ στο πρόσωπο και η δουλειά μου να τους κάνει να νιώθουν μικροί και τιποτένιοι. Κι έτσι σκυφτοί που προχωρούν δίπλα μου, τους λυπάμαι. Ναι, είναι αλήθεια, τους λυπάμαι που εγώ δεν σκύβω. 'Καημένοι', λέω μέσα μου, 'είστε αιχμάλωτοι του εαυτού σας και δεν το βλέπετε.' Κρίμα.
Η καθημερινότητα μου εδώ, άλλες φορές πλοίο που βουλιάζει κι άλλες φορές αεροπλάνο που πετά. Ο άνθρωπος μέσα μου, σταθερός και ακίνητος να στέκει σε αυτά τα μέσα μεταφοράς, να κατηγορεί τις λαμαρίνες και όχι τον άνθρωπο. Ξυπνάω, πίνω καφέ και τρώω. Η σχολή μου, έχει μπει σε δεύτερη έως τρίτη μοίρα, δεν υπάρχει το κουράγιο μέσα μου να συγκεντρωθώ, το απορροφάει όλο η δουλειά. Δουλειά απλή, σερβιτόρα είμαι, μα με βασιλιάδες και βασίλισσες ανεκπλήρωτης ζωής, μετράω σαν βαρίδι στη ζυγαριά τους και δεν με αφήνουν να ησυχάσω. Μπαίνω κι εγώ και χορεύω στον χορό που έστησαν, προσπαθώντας όρους δικούς μου να θέσω, για να μη τρελαθώ. Και ψέμα; Μπόλικο. Από αυτό που γελάς σπαστικά, καθώς μέσα σου ψάχνεις να βρεις το νόημα. Γιατί τόση δολοπλοκία; Ίσως ο ασφυκτικός αέρας της βαρεμάρας τους, να τους κινεί σε σοκάκια που ούτε οι ίδιοι ήθελαν. Όπως και να έχει, χορεύω ακόμη στο χορό. Περιμένω, με υπομονή και ιδρώτα, πότε θα με βγάλουν από αυτόν. Δεν κάνουν αυτοί για εμένα, είμαι ήλιος, τυφλώνονται. Και όσο κι αν προσπαθώ να κρύβομαι με τον μανδύα του χαμόγελου μου, αυτός καίγεται κι εγώ λιώνω από μέσα, σαν κερί. Μα δεν είμαι κερί, είμαι ήλιος. Και σαν ήλιος, έχω υποχρεώσεις που δεν μου επιτρέπουν να παραιτούμαι εύκολα. Σίγουρα, το πρόβλημα είναι το μέρος που επέλεξα για κέντρο μου. Θα ταξιδέψω μακριά μέσα μου, να βρω αυτή τη χώρα.
CZYTASZ
Το μηχανάκι του καφέε..
General FictionΕδώ θα βρεις το ταξίδι μίας ψυχής, που αψηφώντας τα κοψίματα στα πόδια, έβγαλε φτερά και πέταξε, ολοκληρωμένη πια, στα χέρια του ολόκληρου της. Όσα της έφερε η ζωή και όσα την έκαναν αυτό που σήμερα είναι, είναι γραμμένα εδώ. "Γιατί να μην το άκουγ...