Είχα αρχίσει να φτιάχνω το σπίτι μας. Αυτό το υπόγειο, που κάποτε επίκεντρο τρομακτικών ιστοριών των παιδικών μου χρόνων ήταν. Πιο παλιά, το είχα φανταστεί να το ζω με μία άλλη γυναίκα και πλέον το ξέχασα. Είχε έρθει η ώρα να μπει ξανά στα σχέδια της ζωής μου. Και της δικής σου.
Το σπίτι, ήταν ένα εγκαταλελειμμένο και γεμάτο υγρασία σπίτι, χτισμένο από πέτρα, περίπου το 1948. Πόσο ρομαντικό. Σε εκείνο έμεναν η προγιαγιά και ο προπάππους μου, καθώς και η γιαγιά μου, ο αδερφός της και η γυναίκα του. Δίπλα, ήταν κτισμένο το σπίτι της αδερφής της γιαγιάς μου, όπου έμενε με τον άντρα της και έτσι, ενώνονταν με μία μεγάλη και φιλόξενη αυλή. Παλαιότερα, είχε πρόσβαση και το μπαλκόνι της γιαγιάς μου, με σκάλες σιδερένιες, που όμως είχαν σκουριάσει και τις έσπασα. Έτσι ήμουν πάντοτε, ότι σκουριασμένο ήθελα να το αλλάζω. Ακόμη και τον εαυτό μου. Καινούρια μορφή κι εγώ τώρα, με κοιτάω στον καθρέπτη και γελάω. Με κοιτάζω στα μάτια και βλέπω πίσω από τις μαύρες κόρες μου στάχτη που σκορπίστηκε από τις πατούσες της Αλίκης. Βρώμικες και μικρές πατημασιές παντού, σε όλα τα λευκά μου χαρτιά. Ο εγκέφαλος μου ανασυντάχθηκε. Η προδοσία του έρωτα της, με τελείωσε. Όμως ο φοίνικας μου, γεννημένος από αυτές, τώρα πίνει μαργαρίτες στην παραλία μπανάνα της Σκιάθου, αντί να τις μαδάει. Με αγαπάς, όχι; Δεν με ενδιαφέρει.
Άλλαξα την κύρια είσοδο, από τον κατηφορικό δρόμο, σε γκαραζόπορτα και πόρτα στην κύρια οδό που ήταν και είναι το μητρικό μου σπίτι, εκεί που μεγάλωσα. Αυτό το σπίτι που έζησα όλη μου την ζωή, μέχρι να φύγω, χτίστηκε πάνω σε κολόνες, σαν σκεπή για το παλιό πέτρινο σπίτι. Δύο όροφοι και μία ταράτσα. Στον πρώτο έμενε η γιαγιά μου και στον δεύτερο η οικογένεια μου. Ο πρώτος, έχει περάσει στη θεία μου, αδερφή της μαμάς μου, έτσι ήταν κανονισμένο, έτσι είχε τάξει η γιαγιά μου. Εκεί είχα κάνει το πρώτο μου σπίτι. Εκεί άναψε ο έρωτας μου με την Αλίκη κι εκεί έσβησε.
Έχω ιδιαίτερες σκέψεις όταν επισκέπτομαι έναν χώρο, είτε είναι η πρώτη ή η εκατοστή φορά. Κάθομαι και αγναντεύω τις μορφές που παίρνουν οι ρωγμές στους τοίχους του, τις ατέλειες στις γωνίες, τον φωτισμό του και κυρίως, την ατμόσφαιρα και τη μυρωδιά που αποπνέει. Σκέφτομαι πως θα μπορέσω να κάνω μια κατασκευή σε σπίτι. Τέσσερις τοίχους, σε δωμάτιο. Έτσι, είχα κάποτε ξεκινήσει το υπόγειο, πήρα μία βαριά και άρχισα να σπάω τους τοίχους του. Η σκόνη του ασβέστη, σε σύμπλεγμα με την τσιμεντένια σκόνη από την υγρασία, έκαναν τα πνευμόνια μου να βρωμίζουν, μα το απολάμβανα. Αγόρασα μάσκες, και συνέχισε η σκόνη να τις διαπερνάει. Ο ιδρώτας έσταζε πάνω μου, μα συνέχιζα να ραπίζω τον παλιό τοίχο, μέχρι που βρήκα την πέτρα. Το έβλεπα ήδη, με κολώνες ξύλου και μία σόμπα στη γωνία. Η πέτρα, ξασμένη και βερνικωμένη, με τσιμέντο στις ενώσεις. Ο καναπές, κάτω από το παράθυρο που βγάζει στο πεζοδρόμιο. Το φως του, θερμό κίτρινο και μία χαμηλή βιβλιοθήκη για τα βιβλία μου. Το τραπεζάκι στη μέση, γυάλινο, με περιοδικά και βιβλία.
Το πως σε ονειρεύτηκα όλες τις στιγμές των ημερών που περνούσα μακριά σου. Και σου χαμογελούσα, λες και είσαι ένα μεγάλο φως στην άκρη του τούνελ μου. Δεν περίμενα να νιώσω αυτή τη ζέστη να με καίει από τα μέσα μου και να βγαίνει από τα μάτια μου. Το φανταζόμουν, να σε κρατάω στο θεϊκό μου χέρι και να σε στηρίζω σε ότι κάνεις και ότι λες και ταυτόχρονα εγώ ήμουν ήδη μέσα στο δικό σου θεϊκό χέρι, που με στήριζε να είμαι δυνατή και ευτυχισμένη. Κι έτσι, όλη μας τη ζωή, δεν θα υπάρχει κενό να χαθούμε, παρά μόνο τα χέρια μας, να κρατάνε τους εαυτούς μας και η μία την άλλη. Κι ας μην ξέρω ποια είσαι. Δεν έχεις μπει στη ζωή μου, δεν είσαι αυτή που φαντάζομαι ούτε αυτή που φανταζόμουν. Είσαι μόνο μια ιδέα κι εγώ άλλη μία Ελληνίδα φιλόσοφος, που ρουφάει τον φραπέ με το καλαμάκι της στο τσιμεντένιο και σκονισμένο μπαλκόνι της φοιτητικής εστίας. Μου λείπει το τσιγάρο και το κομπολόι με τις κατάρες.
Ο πεσιμισμός μου θα μπορούσε να γίνει η μαύρη τρύπα που χάνομαι μέσα της και εξαφανίζομαι, εγώ και κάθε εγώ μου, καθώς και η εικόνα σου έξω από την εκκλησία. Δεν θυμάμαι πια τα μάτια σου, ξεθώριασαν κι εσύ ξέχασες να με ξανακοιτάξεις. Κι έτσι, κρύβω μέσα μου στάχτες και φοίνικες, έως να έρθει η γυναίκα που θα σκουπίσει την βρωμιά με την αγάπη και την αποδοχή της. Όσο και να θέλω να είμαι δυνατή, είμαι μία ακόμη γυναικούλα που φαντάζεται τον γάμο της, τα παιδιά της και την σύντροφο της μέσα σε ένα τακτοποιημένο σπίτι, με πρόγραμμα και καλή δουλειά.
Στα όνειρα μου, πέρα από καλή γυναίκα σου, είμαι και δημοφιλής για την ικανότητα μου να εμπνέω ανθρώπους. Είμαι μια ινφλουένσερ της εποχής, αλλά από αυτές που δεν έχουν λογαριασμούς ινσταγκραμ ή γιουτιουμπ. Εγώ είμαι αυτή που πήρε δύναμη από τα μάτια σου και στηρίχτηκε σε αυτά. Εγώ είμαι αυτή που αν δεν είσαι σε απόσταση 1 χιλιομέτρου το πολύ γύρω μου, χάνομαι και ξεχνάω που ανήκω, ζηλεύω και μαλώνουμε.
Εγώ είμαι αυτή που προτιμάει να κάνει σχόλια για ταμαλλιά σου που δεν τα έπλυνες για να με ικανοποιήσεις, άρα δεν με αγαπάς. Αυτήπου σου είπε να κάνεις μπάνιο αν θέλεις να κάνουμε έρωτα. Αυτή που σε κοιτάειστα μάτια και σου λέει όλα όσα βλέπει λάθος επάνω σου. Ίσως γι' αυτό δενέρχεσαι ποτέ κι ίσως γι' αυτό έχω συνηθίσει απλά να σε περιμένω. Όσο περιμένω,είμαι ευτυχισμένη με την ιδέα ότι θα έρθεις, αν όμως έρθεις θα πρέπει εγώ ναμην είμαι όλα αυτά. Θα πρέπει να ωριμάσω. Ή, εσύ που θα έρθεις, θα είσαι άλλημία γυναίκα που δεν θα αξίζει στον καλό μου εαυτό, αλλά στον εαυτό που έχειφτιάξει λούτρινα κουκλάκια με την μορφή σου από τις στάχτες. Μου αρέσει να κλαίωμε βαρύγδουπες δηλώσεις και αρνητικά μηνύματα. Μου αρέσει να βάζω απαισιόδοξημουσική και να σε κατηγορώ που δεν με αγαπάς ακόμη. Μου ταιριάζει. Η Αλίκη δενέχασε τελικά τίποτα. Εγώ είμαι η Αλίκη.
![](https://img.wattpad.com/cover/158906327-288-k469376.jpg)
CZYTASZ
Το μηχανάκι του καφέε..
General FictionΕδώ θα βρεις το ταξίδι μίας ψυχής, που αψηφώντας τα κοψίματα στα πόδια, έβγαλε φτερά και πέταξε, ολοκληρωμένη πια, στα χέρια του ολόκληρου της. Όσα της έφερε η ζωή και όσα την έκαναν αυτό που σήμερα είναι, είναι γραμμένα εδώ. "Γιατί να μην το άκουγ...