Λευκό χαρτί

27 4 2
                                    

Γράφω λοιπόν πάλι για σένα
χωρίς αφορμή. Παντού ανέκαθεν βρισκόσουν
σαν μαύρα φτερά στην πλάτη μου
και με οδηγούσες στο χείλος του σύμπαντος
όπου χάνονταν τόπος, χρόνος, φως.

Απ' τη δύναμη του χεριού σου
Πήρε το σχήμα της η δική μου Σελήνη°
γι' αυτό φωτίζει έτσι απροκάλυπτα
τις προφανείς και κρυμμένες πληγές.

Οι χαρακιές στο πρόσωπο και στο κορμί μου
είναι χαμόγελα που εκδικήθηκαν το σώμα.
Ουτοπία η θερμοκοιτίδα ενηλίκων
πραγματικότητα η ροδαλή ενοχή.

Και τα μάτια σου -Θεε μου, τα μάτια σου-
που κάποτε ομόρφαιναν τη φρίκη
τώρα διαλύουν με μια υποψία τους την ηρεμία.

Γράφω λοιπόν πάλι για σένα
-και γιατί όχι άλλωστε; Με δική σου αντίστροφη προτροπή
έπιασα τρυφερά ένα φύλλο χαρτί
και το 'κανα σύντροφό μου.
Επιβάλλεται να σου αποδώσω την καθημερινή ευγνωμοσύνη.

Τουλάχιστον ξέχασα το άρωμά σου

και δεν βασίζω πάνω του την αποτύπωσή σου.

Όμως σήμερα σηκώνομαι απότομα
-λες να τυφλώθηκα εντελώς;-
μα, Θεέ μου, τι όμορφο που είναι το λευκό χαρτί
και τι ευτυχία η ματωμένη πλάτη στον καθρέφτη!

(Αποτελεί αναδιαμόρφωση παλαιότερου ποιήματος)

ΚάθαρσηWhere stories live. Discover now