07.Ο φόβος μια πριγκίπισσας

41 7 4
                                    

Το πρωί της επόμενης ημέρας τον επισκέφτηκε η Ερμιόνη, ήθελε να πάει στην αγορά και να κάνει ορισμένα ψώνια. Ο Ραφαέλ και η Ερμιόνη άφησαν πίσω τους τα στενά σοκάκια τον φτωχογειτονιών και κατευθύνθηκαν στον δρόμο της κεντρικής αγοράς. Ένα πολυσύχναστο στενό, όλοι οι κάτοικοι του βασιλείου περνούσαν από την αγορά, πλούσιος ή φτωχός αυτό το μέρος ήταν κατάλαλο για όλα τα γούστα. Ένα σοκάκι, με μικρά καταστήματα το ένα δίπλα στο άλλο και κάθε λογής εμπορεύματα πάνω σε πάγκους. Οι έμποροι καθημερινά φώναζαν με την δυνατές φωνές τους για τα καλούδια που πρόσφεραν και οι φωνές τους μπερδεύονταν αναμεταξύ τους, δημιουργούνταν μια μικρή βοή στα αυτιά των περαστικών. Εκτός από τη φασαρία υπήρχαν και πολλές μυρωδιές, άλλες ευχάριστες και άλλες δυσάρεστες.

Πέρασαν από τον φούρνο, ώστε να αγοράσουν ψωμί, όπως κάθε μέρα ο φούρνος ήταν γεμάτος με κόσμο. Η φουρνάρισσα η κυρία Δάφνη εξυπηρετούσε τους πελάτες με χαμόγελο όπως συνήθως. Οι δυο γυναίκες που είχαν έρθει νωρίτερα στέκονταν μπροστά στον πάγκο και είχαν πιάσει την κουβέντα, όσο περίμεναν να τους φέρνει η κυρία Δάφνη την παραγγελία τους. Η φουρνάρισσα είχε μπει στο δεύτερο δωμάτιο του καταστήματος όπου ψήνονταν το ψωμί.

«Η πριγκίπισσα μας θα παντρευτεί;» ρώτησε η μια γυναίκα όλο περιέργεια για κουτσομπολιό. «Δηλαδή είναι αληθινή η φήμη; Μήπως ανακοινώθηκε ο αρραβώνας;»

«Όχι, δεν έγινε, αλλά η κυρά μου είπε πως ανακοινώθηκε, θα είναι σε δυο εβδομάδες. Ακόμα έλεγε πως ο πρίγκιπας, της χάρισε ένα σμαραγδένιο κολιέ!» είπε η άλλη γυναίκα, ήταν πιο νέα σε ηλικία και μάλλον δούλευε για μια από της πλούσιες κυρίες της πόλης.

Κάθε μίνα η βασίλισσα Κέρσιαφ προσκαλούσε όλους τους ευγενής σε μια υπέρλαμπρη γιορτή. Με αυτόν τον τρόπο κρατούσε καλές σχέσης με τους πλούσιους κατοίκους της Φεγγαρόπετρας. Όμως αυτό έδινε πλούσια διάθεση της γυναίκειες της πόλης για κουτσομπολιό, συνηθισμένο φαινόμενο όπως κάθε πέντε του μίνα να μιλούν για αυτές της εκδήλωσης. Αυτή την φορά είχε καλεσμένους από την αυτοκρατορία Τζίνκεαφ και πολύ ήταν αυτοί που κουβέντιαζαν για αυτό.

«Πω-πώ! Δηλαδή είναι αλήθεια πως ο βασιλιάς μας πεθαίνει;»

«Ναι, η κυρά μου έλεγε πως ο τωρινός βασιλιάς είναι πολύ άρρωστος για αυτό η βασίλισσα μας βιάζετε να παντρέψει την πριγκίπισσα».

«Λοιπόν, καλή μου», είπε η φουρνάρισσα, καθώς είχε έρθει από το δεύτερο δωμάτιο μαζί με ένα καλάθι. «Εδώ είναι ότι μου ζήτησες», η νεαρή κοπέλα το πήρε και αφού πλήρωσε έφυγε.

Οι Άρχοντες των Ανέμων: Ο δωδέκατος ΝάρντουενWhere stories live. Discover now