19.Οι φήμες

20 7 2
                                    

Ο Ραφαέλ σηκώθηκε πολύ αργά το πρωί και αμέσως μάζεψε τα λιγοστά πράγματά του, με τη σκέψη πως θα τον περίμενε ο Ντάεγκ. Βρήκε από το δωμάτιο του και κατέβηκε κάτω στην ταβέρνα, στο απέραντο δωμάτιο δεν υπήρχε ψυχή, ήταν τελείς άδειο. Η Μελανία ή ο σύζυγος της ήταν άφαντοι, ο Ραφαέλ δεν πτοήθηκε και έτσι κάθισε σε ένα τραπέζι κοντά στο παράθυρο και έβγαλε από τον σάκο του το βιβλίο με το κόκκινο εξώφυλλο. Βαριεστημένα άρχισε να ξεφύλλιζε της σελίδες του ρίχνοντας σύντομες ματιές στα κείμενα, αλλά καθώς έβλεπε πως δεν έρχονταν κανείς αποφάσισε να διαβάσει κάποια κομμάτια της ιστορία του Έκτορα.

Πολλά κεφάλαια ήταν αφιερωμένα σε αυτόν και τον τρόπο που πέτυχε να προσεγγίσει έναν δράκων που ζούσε στα βάθη των βουνών Ένγκαλορ. Τον δράκο τον έλεγαν Γκράναθ, ήταν ένα σοφός πλάσμα που είχε μια ιδιαίτερη αγάπη για τα αινίγματα. Ο Έκτορας είχε εντυπωσίασε τον δράκο βρίσκοντας ένα αίνιγμα που οι άλλοι δράκοι δεν μπορούσαν να λύσουν. Και έτσι κατόρθωσε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του δράκου και να μάθει περιστερά για αυτόν και το είδος του. Ο Γκράναθ ήταν ένα σεβαστός δράκος, όχι μόνο από τον Έκτορα, αλλά και από τους δράκους των βουνών Ένγκαλορ που ήταν σαν αρχηγός τους. Ήταν ένα πλάσμα γεμάτο από γνώσης και σοφία που μπορούσε να τη μεταδώσει σε αυτούς που το άξιζαν.

Ο Ραφαέλ σήκωσε το βλέμμα του από το βιβλίο και κοίταξε αφηρημένα την ταβέρνα χωρίς να δίνη σημασία σε κάποιο σημείο. Ο νους του ταξίδευε στης παλιές ιστορίας για δράκους και τους τρόπους που της παρουσίαζαν και πάντα είχαν τα χειρότερα χαρακτηριστικά άπληστη και κακή, χωρίς ίχνος καλοσύνης στη συμπεριφορά τους. Αναστέναξε, ακόμα αμφισβητούσε όλα όσα διάβαζε στο βιβλίο. Η αναφορά σε αυτά τα γεγονότα ήταν πράγματα που δεν πίστευε κανέναν στην επικράτεια των Ηλίνους.

Έστεψε ξανά το βλέμμα του στο βιβλίο κοιτώντας αδιάφορα το κείμενο μπροστά του. Δεν είχε την διάθεση να διαβάσει και άρχισε πάλι να ξεφτιλίζει της σελίδες, ώσπου μια εικόνα τράβηξε το ενδιαφέρον του. Ένας άντρας είχε καρφώσει το σπαθί του στο χώμα και είχε πέσει πάνω σε αυτό, η έκφραση του προσώπου του πρόδιδε πως ήταν κουρασμένος. Ενώ από πίσω του, το φόντο ήταν σκοτεινό θαρρείς πως ήταν νύχτα και μέσα από το σκοτάδι ξεπρόβαλαν σκιές δράκων να παρακολουθούν τον άντρα με αγριότητα. Γεμάτος από περίεργα έστεψε το βλέμμα του στη διπλανή σελίδα έτοιμος να διαβάσει τι έγραφε.

«Ω! Τι είναι αυτό», ρώτησε μια γυναίκεια φωνή.

Ο Ραφαέλ τινάχτηκε μόλις την άκουσε, η Μελανία τον είχε πλησίαση αθόρυβα και στέκονταν από πίσω του. Ο νεαρός σάστισε για λίγο, η κοπέλα έσκυψε από πάνω του και κοίταξε τη ζωγραφιά στο βιβλίο. Ο Ραφαέλ ένιωσε παράξενα καθώς η Μελανία στέκονταν τόσο κοντά του που μπορούσε να μυρίσει το άρωμα από λεβάντα.

Οι Άρχοντες των Ανέμων: Ο δωδέκατος ΝάρντουενWhere stories live. Discover now