Το μεθύσι 34

5.8K 453 10
                                    

        'Σκατά, σκατά', ξαναείπε η Μυρτώ απο μέσα της. Περπατούσε στην παραλία και απομακρύνθηκε όσο μπρορούσε απο το σπίτι. Ο Θάνος είχε φύγει θυμωμένος απο εκεί νωρίτερα, το βλέμμα του τα μαρτυρούσε όλα. Δεν ήθελε να του μιλήσει, τι να του έλεγε, το προηγούμενο βράδυ ήταν το πιο όμορφο πράγμα που της συνέβει εδω και αρκετούς μήνες, όμως δεν μπορούσε να βγάλει απο το μυαλό της πολλά πράγματα. Το τηλεφώνημα με την Μάγδα την είχε κλονήσει. Ο ίδιος της είχε πει οτι ποτέ δεν είχε σχέση μαζί της, τότε πως γίνεται εκείνη να ξυπνάει δίπλα του; Έδιωξε την γυναίκα αυτή απο το μυαλό της και κάθισε στην άμμο. Η θάλασσα μπροστά της απλωνόταν με το φως του φεγγαριού να της δίνει μια πιο μαγική εικόνα. Γύρω της δεν υπήρχε ψυχή, μια τόσο όμορφη και ζεστή νύχτα, και την περνούσε πάλι μονάχη της. Έφταιγε η ίδια, έφταιγε ο Θάνος, δεν είχε ιδέα. Η ζωή της έπερνε την κατηφόρα και δεν μπορούσε να την σταματήσει. Πως θα αντίκριζε τον Θάνο σε λίγο; Δεν ήθελε να του πει για το τηλεφώνημα με την Μάγδα, δεν ήθελε να νομίζει οτι ζηλεύει, γιατί ναι ζηλεύει, αυτή είναι η αλήθεια, καιγόταν μέσα της όσο καιρό τον σκεφτόταν να φιλάει, να αγκαλιάζει άλλη γυναίκα. Έπιασε ένα βότσαλο και το πέταξε με ορμή στην θάλασσα. “Γαμώτο Θάνο, γιατί να είναι τόσο μπερδεμένα όλα μέσα μου;” είπε σιγανά και πήρε το δρόμο για τον γυρισμό.

        “Που είναι η Μυρτώ;” ρώτησε ξερά τον Νώντα και την Ειρήνη που έβλεπαν τηλεόραση αγκαλιασμένοι στον καναπέ. Ο Νώντας γύρισε και τον κοίταξε. Είδε το θολωμένο βλέμμα του, είδε τον πόνο και τον θυμό μέσα στα μάτια του. Στα ρουθούνια του έφτασε η μυρωδιά του αλκοόλ, μύριζε ολόκληρος τσιγάρος και σκληρό ποτό. Σηκώθηκε απότομα απο τον καναπέ, αφήνοντας την Ειρήνη να κοιτάει περίεργα τον Θάνο. “Που είναι η Μυρτώ;” ρώτησε πιο δυνατά. Ο Νώντας τον πλησίασε εκνευρισμένος “Ρε μαλάκα, είσαι μεθυσμένος! Τι στο διάολο έγινε; Πάλι τα ίδια; τα χάλια σου έχεις ρε Θάνο” του είπε ανεβάζοντας τον τόνο της φωνής του. Ο Θάνος σκάναρε το χώρο, με το βλέμμα του να ψάχνει εκείνη. “Δεν είναι εδώ; που είναι, το έβαλε στα πόδια πάλι;” είπε ειρωνικά και συνέχισε “βέβαια, η Μυρτούλα στα δύσκολα εξαφανίζεται, δεν έχει τα κότσια να παλέψει για τίποτα, το βάζει στα πόδια και αφήνει εμένα το μαλάκα να σέρνομαι” είπε και στηρίχτηκε στον τοίχο. Η Ειρήνη τινάχτηκε απο τον καναπέ “τι λες ρε γελοίε, την κατέστρεψες και ζητάς και τα ρέστα;” του φώναξε έξαλλη για τις κατηγορίες κατά της φίλη της. Ο Θάνος την κοίταξε εχθρικά, “σταμάτα Ειρήνη!” της φώναξε έντονα ο Νώντας. “Δεν ακούς τι λέει; δεν ντρέπεται καθόλου, τόσο κακό της έχει κάνει!” διαμαρτυρήθηκε και πάλι έντονα. “Ειρήνη!” την σταμάτησε απότομα ο Νώντας. “Δεν βλέπεις τα χάλια του, τύφλα είναι! Δεν ξέρει τι λέει”. Η Ειρήνη κάθισε και πάλι στον καναπέ κόκκινη απο τον θυμό της και ο Νώντας γύρισε το βλέμμα του στον Θάνο. Το ύφος του ήταν άγριο, τα μάτια του δεν μπορούσαν να εστιάσουν σε ένα μέρος. Κοίταξε και πάλι γύρω του για την Μυρτώ. “Μυρτώ!” άρχισε να φωνάζει πηγαίνοντας προς το δωμάτιο της, “Μυρτώ!”. “Δεν είναι σπίτι ρε Θάνο, γαμώτο, μια βόλτα πήγε!” τον στάματησε ο Νώντας “έλα κάτσε θα σου φτιάξω έναν καφέ, να συνέλθεις, μην είσαι έτσι όταν γυρίσει”. Ο Θάνος τίναξε τα χέρια του Νώντα μακριά “παράτα με!Πρέπει να της μιλήσω, να μου πει τι σκατά θέλει επιτέλους, βαρέθηκα! Ακούς βαρέθηκα! Όλα σκατά πάνε!” άρχισε να φωνάζει εκτός εαυτού και συνέχισε, καθώς ήταν ανήμπορος ο Νώντας να τον σταματήσει. “Κάθομαι σαν το μαλάκα να την περιμένω! Πήδηξα τη Μάγδα για να την ξεπεράσω και δεν μπορώ! Σιχάθηκα τον εαυτό μου. Δεν μπορώ, τι μου έχει κάνει ρε γαμώτο, τι μου έχει κάνει; Τι θέλει επιτέλους απο μένα!” τελείωσε τον μονόλογό του εξαντλημένος, με μάτια υγρά απο την ένταση και την συναισθηματική φόρτιση. Η Ειρήνη μόλις άκουσε τα λόγια του που αφορούσαν την Μάγδα, σηκώθηκε απότομα απο τον καναπέ και τον κοίταξε έντονα, “είσαι πολύ κάθαρμα, άντρας δεν λέγεσαι όταν πηδάς πολλές, δεν στο είπαν; Και λες οτι θέλεις την Μυρτώ, καλά σου κάνει, ρε μαλάκα, που πας και πηδάς όποια βρεις ενώ η άλλη χαζή καίγεται για πάρτη σου, να βρει έναν σωστό άνδρα να την αγαπήσει και να τελειώνει μια κι έξω μαζί σου!” του είπε έντονα τονίζοντας κάθε της λέξη. Ο Θάνος θόλωσε για μια στιγμή βάζοντας στο μυαλό του κάποιον άλλον στο πλάι της Μυρτώς και κινήθηκε απειλητικά εναντίον της. “Θάνο! Άσε τις μαλακίες βραδιάτικα!Φεύγουμε τώρα, φεύγουμε είπα!” ούρλιαξε ο Νώντας και τον κόλλησε στον τοίχο πιάνοντάς τον απο τον γιακά του πουκαμίσου του. Ο Νώντας γύρισε και αγριοκοίταξε την Ειρήνη που στεκόταν πιο πίσω έτοιμη για καυγά. “Πότε θα μάθεις να κλείνεις το στόμα σου όταν πρέπει γαμώτο;” της γρύλισε.

Η φωτιά {GW15}Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon