Το καλοκαίρι έφτανε με γρήγορους ρυθμούς στην πρωτεύουσα. Ο καιρός είχε ζεστάνει αρκετά και η διάθεση όλων είχε ανέβει. Όλων, εκτος του Θάνου, που συνεχιζε να συμπεριφέρεται σαν λιοντάρι στο κλουβί. Μάταια προσπαθούσε ο Νώντας να τον συνεφέρει, ότι και να του έλεγε δεν έπιανε. Τρείς φορές είχε φτάσει μέχρι την πόρτα του σπιτιού της κοπέλας που αγαπούσε τόσο και δεν είχε αρκετό θάρρος να χτυπήσει το κουδούνι, έφευγε τότε με τα μούτρα στα πατώματα, ηττημένος για άλλη μια φορα. Την ήθελε σαν κολασμένος, την ποθούσε, περίμενε την φωτιά της να τον κάψει. Είχε φτάσει τόσο χαμηλά βλέποντας την να βγαίνει με τον φίλο της, πόσες φορές σταμάτησε λίγα μόλις μετρα πίσω τους για να μην ορμήσει στον μαλάκα που της έπιανε το χέρι.
Ένα τέτοιο βράδυ ήταν και το αποψινό. Τους είχε πάρει απο πίσω την ωρα που έκαναν βόλτα. Της κρατούσε το χέρι και την έπιανε συνέχεια αγκαλιά. Ο Θάνος είχε θολώσει, το τηλέφωνό του χτυπούσε συνέχεια καθώς ο Νώντας προσπαθουσε να τον συνεφέρει. Το απενεργοποίησε, βρίζοντας τον φίλο του και γύρισε στο αμάξι του, "και εδώ δειλός" είπε στον εαυτό του. Ο θυμός τον κατέκλεισε, άρχισε να χτυπάει δύναμη το τιμόνι και να φωνάζει το όνομα της Μυρτως. Έβαλε μπροστά και έφυγε μέσα στην νύχτα.
"Σ ευχαριστώ πολύ για απόψε ήταν υπέροχα" είπε η Μυρτώ στον συνοδό της και έσκυψε να του δώσει φιλί στο μάγουλο. Τελευταία όμως στιγμή, ο Αρης γύρισε το κεφάλι του και την φίλησε στο στόμα. Την έπιασε από τα μπράτσα και την έσφιξε στην αγκαλιά του. "Σε θέλω Μυρτώ" της ψυθίρισε ανάμεσα στα χείλη της, "Άρη, σε παρακαλώ", διαμαρτυρήθηκε εκείνη. Την απομάκρυνε απο την αγκαλιά του και την κοίταξε έντονα. "Και τι θα γινει ρε Μυρτώ, άντρας είμαι, δεν αντέχω άλλο. Σου είπα σου δίνω χρόνο, ,αλλά όλα με μέτρο!" της λέει φανερά ενοχλημένος. "Λυπάμαι α..λήθεια, λυπάμαι.." του είπε χάνοντας τις λέξεις της. Γύρισε προς την πόρτα της πολυκατοικίας της και μπήκε μέσα. " θα μιλήσουμε αύριο Μυρτώ" της φώναξε πισω της. Αυτό που δεν είδαν, ήταν το σκούρο αυτοκίνητο που ήταν σταθμευμένο απέναντί τους. Δεν είδαν ούτε τον άντρα που καθόταν μέσα με ενα μπουκάλι ουίσκι στα χέρια του ούτε τον θυμό ζωγραφισμένο στο προσωπό του. " Ή απόψε ή ποτέ" είπε ψιθυριστά. Ο Θάνος βγηκε απο το αμάξι του και προχώρησε προς την είσοδο της πολυκατοικίας. Πήγε προς τις σκάλες και ανέβηκε τρέχοντας, πριν το μετανιώσει, στον τέταρτο όροφο. Στάθηκε μπροστά στην πόρτα της, και χτύπησε αποφασιστικά το κουδούνι της.
KAMU SEDANG MEMBACA
Η φωτιά {GW15}
RomansaΟ Θάνος και η Μυρτώ. Η Μυρτώ και ο Θάνος. Η ιστορία τους ξεκίνησε χρόνια πριν. Η Μυρτώ ήταν ακόμα παιδί. Ένας έρωτας που γεννήθηκε στα παιδικά μάτια ενός κοριτσιού και τελείωσε εκεί. Χωρίς μια κουβέντα. Χωρίς ένα γιατί. Πέρασαν πολλά χρόνια απο τότε...