Τρέχω στην είσοδο του σπιτιού και ανοίγω την πόρτα ορμητικά, κλείνοντάς τη πίσω μου. Θέλω να εξαφανιστώ από αυτό το μέρος, αλλά δεν έχω έρθει με αμάξι και η Λέσλι είναι χαμένη κάπου μέσα και δεν υπήρχε περίπτωση να περιφέρομαι μέσα στο σαλόνι μυξοκλαίγοντας για να την αναζητήσω. Οπότε προσπαθώ να ηρεμίσω λίγο και της στέλνω μήνυμα να με συναντήσει έξω από το σπίτι. Την ίδια στιγμή που πατάω 'αποστολή μηνύματος', η πόρτα του σπιτιού ανοίγει. Σκουπίζω όπως, όπως τα μάτια μου και ρίχνω μια κλεφτή ματιά, για να δω τον Μέισον να έρχεται προς το μέρος μου.
«Πως στο καλό εμφανίζεσαι κάθε φορά που σε χρειάζομαι;», τον ρωτάω, ενθυμούμενη το περιστατικό με το δεντρόσπιτο και τώρα την επέμβασή του κατά του Ρόμπ, με έναν μορφασμό που μάταια προσπαθώ να μετατρέψω σε χαμόγελο, καθώς είμαι ακόμα πολύ ταραγμένη και ντροπιασμένη.
«Μπορεί να είμαι ο φύλακας άγγελός σου», λέει εκείνος με ένα μειδίαμα, καθώς στέκεται μπροστά μου.
«Αποκλείεται. Είσαι πολύ ψώνιο για να 'σαι άγγελος», προσπαθώ να αστειευτώ, αλλά αυτό που καταφέρνω είναι να βάλλω πάλι τα κλάματα στο τέλος της πρότασης. «Συγγνώμη», απολογούμαι χαμηλώνοντας το κεφάλι μου.
«Σσς... Καρολίνα σε παρακαλώ, μην κλαις. Αυτός ο βλάκας δεν αξίζει ούτε ένα δάκρυ σου», λέει εκείνος και παίρνει απαλά το πρόσωπό μου στα χέρια μου σκουπίζοντας τα δάκρυά μου με τους αντίχειρες του. «Είπα σε αυτόν τον ηλίθιο πως αν πάει να σε ξαναγγίξει θα 'χει να κάνει μαζί μου. Μην ανησυχείς», συμπληρώνει. Εγώ τον κοιτάζω στα μάτια νιώθοντας ντροπή, αλλά και απέραντη ευγνωμοσύνη και τρυφερότητα. «Δεν νομίζω να πίστεψες τις βλακείες που σου είπε ε;», ρωτά μια στιγμή μετά ανήσυχος.
«Δεν ξέρω. Ίσως έχει δίκαιο. Δεν είμαι και το πρότυπο της θηλυκότητας και ίσως να μην αξίζω ...»
«Καρολίνα τι λες;», με μαλώνει ο Μέισον. «Δεν έχεις ιδέα πόσο γλυκιά και καλή είσαι. Κάθε αγόρι θα ήταν τυχερό να σε έχει για φίλη, ή κοπέλα του. Είσαι όμορφη, δυναμική, εργατική και έξυπνη και νοιάζεσαι για τους πάντες. Είσαι υπέροχη», λέει με στόμφο, κάνοντας ένα κύμα τρυφερότητας να ξεχυθεί στην καρδιά μου.
Χωρίς να πω κάτι τυλίγω τα χέρια μου γύρω του και τον αγκαλιάζω σφιχτά. Εκείνος ανταποδίδει το αγκάλιασμα και φιλά την κορυφή του κεφαλιού μου.
«Ευχαριστώ», ψιθυρίζω έπειτα. Μια στιγμή μετά βγαίνει έξω η Λέσλι. Μας βλέπει αγκαλιασμένους και μου χαμογελά πονηρά, αλλά η έκφρασή της αλλάζει μόλις βλέπει τα δακρυσμένα μου μάτια και δείχνει μπερδεμένη. Όταν της ζητώ να φύγουμε δεν φέρνει αντίρρηση, χωρίς να χρειαστεί να της πω κάτι άλλο. Καληνυχτίζουμε τον Μέισον και γυρνάμε σπίτι.
YOU ARE READING
Chasing number nine
Teen FictionΠριν σας πω οτιδήποτε άλλο για μένα πρέπει να ξέρετε ένα πράγμα. Μιλάω πολύ και όταν λέμε πολύ εννοούμε κοριτσίστικα πολύ! Κι εκεί ίσως σταματούν οι ομοιότητες μου με ένα φυσιολογικό κορίτσι. [...] Είμαι η Καρολίνα, είμαι 16 ετών, παίζω ποδόσφαιρο...