Μπλόφα

1.3K 211 0
                                    

 Τα συναισθήματα στο ποκερ είναι σαν να οδηγάει ένας μεθυσμένος φόρμουλα 1.

Ο Πατέρας της Κατ



"Γιατί να μην είμαστε μαζί? Εγώ σε αγαπάω το ορκίζομαι, το ορκίζομαι στην ζωή μου σε αγαπάω"

"Κατ.Σταμάτα"

"Γιατί να σταματήσω?"

"Γιατί είναι αξιολύπητο"


"Μην σκέφτεσαι το παρελθόν είπαμε" μάλωσε τον εαυτό της, καθώς την ίδια στιγμή είδε την φιγούρα του τόσο φευγαλέα στο άνοιγμα της πόρτας που δεν κατάλαβε αν είναι αυτός ο ίδιος. 

Ο Τζακ Μπλακ. Με σάρκα και οστά μετά απο τόσα χρόνια.

"ΕΛΑ ΜΕΣΑ "

Η βαριά μπάσα φωνή ακούστηκε ήδη απο το βάθος.

Μπήκε μέσα και το πρώτο πράγμα που ένιωσε ήταν η μυρωδιά του χώρου. Μύριζε κάτι που δεν ήξερε ποσο της έλειψε.  Μυριζε Τζακ.  Θυμάται την πρώτη φορά που τον είδε χωρίς ρούχα. Είναι απίστευτο πόσο μια μυρωδιά μπορεί να-

"Δεν βοηθάει να  τα σκέφτομαι αυτά" πήγε να μουρμουρίσει, να μαλώσει τον εαυτό της , όταν η ματιά της περιπλανήθηκε μέσα στο μεγάλο καθιστικό. Κοιταξε γύρω της . Το δάπεδο ήταν ξύλινο ..και ..υπήρχε μια ρουστίκ διακόσμηση και..

...γιατί την παράτησε μόνη?

"Μιλάω στο τηλέφωνο. Ερχομαι"

Της έκανε νόημα να κάτσει . Φορούσε καπελάκι , απο εκείνα που φοράνε τα κολεγιόπαιδα στο φουτμπολ. Σκέφτηκε οτι έμοιαζε παράξενος με αυτό. Οι κινήσεις του ήταν σβέλτες καθως ανοιγε και ξαναάνοιγε  τα συρταρια ενός μικρού γραφείου έχοντας   το κινητο στο αφτί του. Εδειχνε σαν να τον πέτυχε σε ακατάλληλη ώρα. Δεν είχε γυρίσει να την κοιτάξει λεπτό. Δεν φορούσε τα κουστούμια που τον θυμαται να φοράει. Πάντα φορούσε κουστούμια σαν τον πατέρα του. Εμοιαζαν σαν νονοί της νύχτας αλλα ήταν απλά δυο επαγγελματίες τζογαδόροι. Τουλαχιστον οχι ακόμη ο Τζακ.  Τώρα ήταν ντυμένος σαν φοιτητής, με τζην και φούτερ. Εμοιαζε 25αρης και ας ήξερε πως είχε περάσει τα 30. 

Κατέβασε το βλέμμα της απο εκείνον. Δεν ήταν εδώ για να φλερτάρει. Δεν ήταν εδώ για εκείνον. Αλλά γι αυτό που θα μπορούσε να της μάθει. 

"Κάτια έλα εδώ"

Εκείνη μόλις είχε λασκάρει το μαλλινο κασκολ της απο το λαιμό. Ίσα για να πάρει μια ανάσα. 

Ένιωσε λιγάκι σαν τον Λάντον. 

Σηκώθηκε πάνω και διέσχισε το ξύλινο δάπεδο. Τα τακούνια της ηχούσαν κάθε φορά σταθερά και αποφασιστικά . Εκείνος για πρώτη φορά έδειξε πως υπήρχε ένα ενδιαφέρον προς την Κάτια. Γύρισε το βλέμμα του απο το κενό και κοιταξε τις γόβες της . Έπειτα συνοφρύωσε τα χαρακτηριστικά του , σαν να ήθελε να δει κάτι καλύτερα, κάτι παράξενο που δεν είχε ξαναδει. Επειτα τα χαρακτηριστικά του ηρέμησαν και ανέβηκε το βλέμμα του στο παλτό. Εμειναν εκεί ανέκφραστα και-

"Τι εννοείς? Η συμμετοχή πληρώθηκε εδώ και ένα μήνα. Υπήρχε περίπτωση , έστω μια στο εκατομμύριο, να μην είχα δώσει την συμμετοχή ?" το βλέμμα του γυρισε προς τον τοίχο.

Ήταν πιο ψηλός απο όσο τον θυμόταν . Οι πλάτεςτου είχαν ανοίξει και είχε μια μικρή ανεπαίσθητη ουλή στο  σαγόνι του. Το κολλεγιακό καπέλο του ήταν τόσο χαμηλά στο μέτωπο του που δεν μπορούσε να δει τα μάτια του.

"Όλα καλα?" απότομα γύρισε και την κοίταξε. Τα μπλε χρώμα των ματιών του, η μεγάλη μπλε θάλασσα  αγγιξε το δικό της καστανο. Κατάλαβε αμέσως πως έκανε  εκείνη προσπάθειες να μην κατεβάσει το βλέμμα. Θα ήταν γελοίο να το κατεβάσει. Ήταν γυναίκα πια.

"Είσαι καλά?"της ειπε ξανά ψιθυριστά, λες και δεν ήθελε να ενοχλήσει τον τύπο που μιλούσε. " Είσαι καλά στην υγεία σου?"

Φευγαλέα κοιταξε ένα περίεργο βαζο πάνω στο γραφείο του. 

Σκέφτηκε να το σπάει. 

Το τηλέφωνο δεν θα το κλείσει?

"Η υγεία μου είναι τέλεια Τζακ. Η δική σου καλά?" ο τόνος της φωνής της είχε μέσα ολη την προσποιητη φυσικότητα που θα μπορούσε να της δώσει. Προσπαθησε να μην κοιταξει το βαζάκι.

"Τι εννοείς δεν έχεις κρατήσει απόδειξη? Ντειβις κάθαρμα που τα πουλάς αυτά , γιατί εγώ δεν αγοράζω αυτά που πουλάς, είμαι πολλά χρόνια στην πιάτσα για να ακούω αυτά που ακούω " την κοιτούσε στα μάτια καθώς μιλούσε στον τύπο. Η Κάτια ήθελε να τον χειροκροτήσει. Προσπαθούσε να κάνει τον μαλάκα. Ναι. Δεν εξηγείται αλλιώς. Γιατί απλά δεν έκλεινε το τηλέφωνο και να μιλήσουν ?

"Τι θέλεις Κάτια?" της ειπε σοβαρός αλλά οι καφε κηλίδες στα μπλε ματια του γυάλισαν περίεργα. 

Και τότε έσπασε την υπόσχεση . Σκέφτηκε το παρελθον για μια στιγμή, μια μικρή αναλαμπή και εκείνος είδε αμέσως την λάμψη της.

"Τι θέλεις Κάτ?"

"Εσένα"

"Δείξτο μου τότε "

"Αι γαμήσου " του ειπε σταθερά  καθώς και έσπασε την υπόσχεση και τελικά εκνευρίστηκε και με το παρελθον και το παρόν μαζί.

Μια Παρτίδα ΈρωταWhere stories live. Discover now