Mικρό raise

1.4K 198 8
                                    

 Προσοχη στο εξης ενδεχόμενο: Καμια φορά όταν ο αντίπαλος μπλοφάρει στην αρχή της παρτίδας χωρίς καλό  χαρτί, ισως κάνει διερευνητική ποιο άτομο έχει απεναντί του.

Ο πατέρας της Κατ



Οι μέρες περνούσαν με το ίδιο μοτίβο : Πήγαινε στην δουλειά της, αρχειοθετούσε, συνομιλούσε σύντομα με την Αμαλία για τα ίδια πράγματα και προσπαθούσε να μην κοιτάζει το κινητό της που δεν χτυπούσε.

Ήταν πια φανερό: Ο Τζακ δεν θα κρατούσε τον λόγο του προς τον πατέρα της. Δεν θα την βοηθούσε.

Αν παρομοίαζε κάποιος την ψυχολογία της Κάτιας εκείνες τις μέρες με κάτι, σίγουρα θα ήταν ένα καράβι που έπλεε άλλοτε σε ήρεμη θάλασσα, σχεδόν στάσιμο απο κίνηση και άλλοτε σαν καράβι που χτυπούσε μανιασμένα πάνω σε κύματα. ΅Εν ολίγοις η Κάτια ήταν ανάμεσα θυμού και έκρηξης με περιοδους  απάθειας. Ηθελε όσο τίποτα να πάρει τον Τζακ και να του φωνάξει καταμουτρα πως ήταν άτιμος και δεν είχε καμμία τιμή προς κάποιον που είχε πεθάνει και απο την άλλη κάτι την σταματούσε και δεν ήθελε να σκέφτεται. Βαθιά μέσα της ήξερε τι την πείραζε. Ηλπιζε βαθιά, πολύ βαθιά μέσα της πως ο Τζακ θα την έβλεπε και θα της ζητούσε συγνώμη για το οτι εξαφανίστηκε απο την ζωή της τόσο απότομα και τόσα σκληρά. Ήταν μικρή και άπειρη , ήταν ο πρώτος που είχε κάνει σχέση και εκείνος την μεταχειρίστηκε σαν ένα πήδημα μιας βραδιάς. 

"Δεν μου άξιζε. Εγώ του φέρθηκα καλά. "

Ο Λάντον κοιτούσε στωικά στα μάτια την αφεντικίνα του. Τα μάυρα μαλλιά της τόνιζαν την ωχρή επιδερμίδα της και η μικρή μαύρη κουκίδα πάνω απο την δεξιά άκρη του χειλιου της , της προσέδιδε κάτι φυσικά κομψό. Τα μάτια της ήταν ελαφρώς σχιστά αλλά μεγάλα , και ο Λάντον καθώς κοιτούσε τα μάτια της ήξερε ακριβως πως νιώθει εκείνη. 

Ο Λάντον είδε για ακόμη μια φορά στα μάτια της αφεντικίνας του, το τρικυμισμένο καραβάκι και έχωσε τα μούτρα του μέσα στην μαλακή καφέ κουβέρτα του. Το κακό με τους ανθρώπους είναι οτι σκέφτονται πολύ, θα έλεγε ο Λάντον αν μπορούσε να αρθρώσει τα φωνήματα των ανθρώπων.

.........

Στο παρελθόν

"Χτύπησες?" ο Τζακ έτρεξε προς το μέρος της. Στεκόταν συνεχεια ενα μέτρο πίσω της. Επιδεικτικά εκείνη κρατούσε όλες τις σακούλες απο τα ψώνια της  όταν σκόνταψε και έπεσε με δύναμη κάτω στο διάδρομο του εμπορικού: Δεν του ζήτησε να κρατησει τις σακούλες της, αλλα και εκείνος δεν προσφέρθηκε. 

Μια Παρτίδα ΈρωταDonde viven las historias. Descúbrelo ahora