7.

507 91 39
                                    

Ο Κάρλος στάθηκε κοντά στην πόρτα όσο η Ναταλία έτρεχε στην μπαλκονόπορτα για να την ανοίξει. Το μικρό μπαλκόνι ήταν αρκετά προστατευμένο, υπό κανονικές συνθήκες, αλλά με τον τόσο αέρα τα πάντα είχαν γίνει μούσκεμα. Ο γάτος ήτα άφαντος κι εκείνη έφερε μέσα στο σπίτι τα πράγματά του, αγνοώντας το γεγονός πως το κρεβάτι του έσταζε. Έδειχνε να βρίσκεται σε κατάσταση πανικού, μα τον προβλημάτιζε περισσότερο ήταν το πόσο παράξενο ήταν το γεγονός πως ένας γάτος ανέβαινε στο μπαλκόνι της. Σπάνια κυκλοφορούσαν στην πόλη, ζούσε όλη του τη ζωή στη Μαδρίτη και είχε δει γατί μόνο μία φορά τα τελευταία δέκα χρόνια, κοντά στο σπίτι του. Φοβόταν πως ίσως η αϋπνία έπαιζε σοβαρά παιχνίδια με το μυαλό της, αλλά δεν ήθελε να πει κάτι, γιατί ήξερε πολύ καλά πως η Ναταλία θα τον έδιωχνε... δεν ήθελε να φύγει... ήθελε να μείνει μαζί της μέχρι να ηρεμήσει, τουλάχιστον.

Έβγαλε το παλτό του που έσταζε και το πήγε στο μπάνιο για να μην κάνει χάλια όλο το σπίτι. Άρπαξε μια πετσέτα και γύρισε στο σαλόνι, με μεγάλο βήμα. Την ανάγκασε να τον κοιτάξει, αφού η ματιά της ήταν καρφωμένη στο μπαλκόνι, και χωρίς να νοιαστεί για το γεγονός πως δεν ήθελε να την αγγίζει, άρχισε να στεγνώνει τα μαλλιά και το πρόσωπό της. Τον κοίταξε έκπληκτη και δεν κουνήθηκε ούτε εκατοστό. Μισόκλεισε τα μάτια του όταν συνειδητοποίησε κι ο ίδιος πως όσο έρχονταν σπίτι, τον άφηνε να την κρατάει στην αγκαλιά του, και κατάλαβε πολύ καλά πως η Ναταλία ήθελε κάποιον να τη στηρίξει, αλλά δεν ήξερε πώς να το ζητήσει. Δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται πως κάτι της είχε συμβεί που την είχε κάνει ένα κουβάρι. Ήθελε πολύ να βρει την άκρη του και να το ξεμπερδέψει, γιατί ίσως έτσι, ξεμπέρδευε κι εκείνος το δικό του κουβάρι που σαφέστατα, δεν ήταν τόσο μπερδεμένο όσο το δικό της.

«Στάζεις», του είπε, κοιτώντας σαν μαγεμένη τις σταγόνες που ξέφευγαν από τα μαλλιά του και κυλούσαν πάνω στο πρόσωπό του.

«Κι εσύ», μειδίασε τρυφερά. «Πήγαινε να αλλάξεις. Θα έχω εγώ το νου μου για τον γάτο».

«Κι εσύ πρέπει να αλλάξεις», μονολόγησε η Ναταλία. «Έλα μαζί μου».

Άρπαξε το χέρι του πριν προλάβει να φέρει αντιρρήσεις και τον τράβηξε ως την κρεβατοκάμαρά της. Δεν ήταν μεγάλη. Όλα σχεδόν τα υπνοδωμάτια στη Μαδρίτη είχαν εντοιχισμένες ντουλάπες και χώρο ίσα-ίσα να μπει ένα διπλό κρεβάτι και ένα κομοδίνο. Ήταν ζεστός χώρος, όμως, αν και του φάνηκε πως του έλειπε η προσωπικότητα της Ναταλίας.

Άγρυπνες νύχτες στη ΜαδρίτηWhere stories live. Discover now