Κεφάλαιο 5ο

596 61 6
                                    

Πλευρά Κων/νου :

Ήταν τρίτη απόγευμα, όταν την είδα να περπατάει απάνω στο πεζοδρόμιο και με τις γεμάτες τσάντες από το σουπερμάρκετ της γειτονιάς της, ήταν βαριές και φαινόντουσαν. Εγώ την κοιτούσα και είχα ακουμπήσει πάνω σε μια κολόνα. Την έβλεπα να ερχόταν προς τα εδώ μιας και από εδώ οδηγούσε προς το μέρος της. Θεέ μου, δεν χόρταινα να την βλέπω να προσπαθεί να περπατήσει με τις τσάντες. Πήγα προς το μέρος της και αφού με είδε γούρλωσε τα μάτια της. Πήγε να προσπαθήσει να περπατήσει γρηγορότερα αλλά την έπιασα από τον μπράτσο της μαλακά.

''Γειά σου, Μαρία'' είπα και γύρισε και με κοίταξε.

''Γειά σου Κωνσταντίνε'' μου είπε και κοίταξε κάτω.

''Τι κάνεις;'' την ρώτησα. Θεέ μ, πόσο τις βαριέμαι αυτές τις συζητήσεις.

''Μια χαρά. Τώρα ήμουν σουπερμάρκετ όπως βλέπεις και γύριζα σπίτι μου, εσύ πως και από δω;'' με είπε και έμεινα γιατί δεν ήξερα τι να της απαντήσω.

''Έεεμ, βολτούλα μωρέ ξέρεις τώρα, τυχαία πέρασα από εδώ όταν σε είδα.'' της είπα και ντράπηκα λίγο.

''Ααα, μάλιστα..'' μου είπε και έλαμψαν τα μάτια της, αλλά μετά ξαναέσκυψε το κεφάλι της προς τα κάτω.

''Θες να σε βοηθήσω εγώ;"προσφέρθηκα με το Χαμόγελο στα χείλη μου.

"Αα..εμμ ναι φυσικά." μου είπε και χαμογέλασε.

Πήρα από το χέρι της, τις περισσότερες τσάντες και ανατρίχιασα όταν άγγιξα καταλάθως τα δάχτυλά της. Τέτοια επιρροή είχε απάνω μου. Αχ, ρε Μαιρούλα τι μου κάνεις και αναστέναξα.

"Είσαι καλά; Μήπως θες να πάρω μερικές μην κουράζεσαι; Γιατί βλέπω και αναστενάζεις." μου είπε.

"Όχι, όχι καλέ κάτι σκεφτόμουν." της είπα στα γρήγορα.

"Καλά, ντάξει." μου είπε.

Συνεχίσαμε να περπατάμε, ώσπου φτάσαμε σπίτι της. Έβγαλε τα κλειδιά και μπήκαμε μέσα. Ο πατέρας της είχε φύγει και το σπίτι ήταν άδειο. Ακούμπησε τις τσάντες απάνω στον πάγκο της κουζίνας και έβγαλε ένα ποτήρι από το ντουλάπι και το γέμισε με κρύο νερό.

"Πιες το, κουράστηκες." μου είπε και χαμογέλασε.

Της ανταπέδωσα το χαμόγελο και το είπια.

"Πως αισθάνεσαι;" με ρώτησε ενώ έβγαζε τα πράγματα από τις τσάντες με το χαμόγελο κολλημένο ακόμα απάνω στα χείλη της.

Κάτω από το φως του φεγγαριούМесто, где живут истории. Откройте их для себя