Κεφάλαιο 37ο

267 35 16
                                    

"Σταύρο;"άκουσα μια φωνή να κλαίει με λυγμούς.

"Νεφέλη;"ρώτησα. "Ποιος..ποιος είναι;"ρώτησα και κοιτάχτηκα στον καθρέφτη. Πως είμαι έτσι ο μαλάκας; Τα χάλια μου έχω... Τα κλάματα σταμάτησαν και ακούστηκε μια πόρτα να κλείνει. "Ποιος είναι;"ξαναρώτησα λίγο πιο δυνατά.

"Την θες ζωντανή;"ρώτησε μια αντρική φωνή.

"Έτσι και την πειράξεις θα σου βγάλω τα μάτια και θα σου τα βάλω να τα φας."φώναξα.

"Λέγε ρε, την θες ζωντανή;"ρώτησε εκείνος πιο δυνατά αυτή τη φορά.

"Ναι."απάντησα.

"Κρίμα το κορίτσι."απάντησε και η γραμμή νέκρωσε.

Τι..τι έγινε μόλις τώρα; Βγήκα έξω και πήγα προς το τραπέζι. "Φεύγουμε τώρα."φώναξα.

"Τι έγινε ρε;"ρώτησε ο Γιάννης μέστην τρελή χαρά. Αιντέεε τον χάσαμε αυτόν.

"Τίποτα. Μπορούμε να φύγουμε;"ρώτησα.

"Μισό ρε."είπε η Μαρία και σηκώθηκε. Ξαναήρθε μετά από 10 λεπτά. "Φεύγουμε."είπε και οι υπόλοιποι άρχιζαν σιγά σιγά να σηκώνονται.

"Ο λογαριασμός;"την ρώτησα.

"Τον πλήρωσα εγώ."είπε και την αγριοκοίταξα. "Το κήρυγμα αργότερα."είπε και βοήθησα τον Γιάννη να σταθεί στα πόδια του, μιας και ήταν μεθυσμένος.

(..)

Μπαίνω μέσα στο σπίτι και κοπανάω την πόρτα πίσω μου. Περνάω τα χέρια μου νευρικά μέσα από τα μαλλιά μου και ξεφυσάω.

"Μία η μαλακία με την Χρυσ, τώρα μου πήραν και την Νεφέλη. Δεν πρόκειται να ηρεμήσω ποτέ πια γαμώτο μου;"μονολόγησα και έβαλα λίγη βότκα σε ένα ποτήρι.

Άρχισα να πίνω, μέχρι που το μπουκάλι άδειασε. Το μόνο που θυμάμαι είναι τις αχτίνες του ήλιου να φαίνονται και ξαφνικά να βρίσκομαι κάτω στο χαλί.

-Χρυσάνθη-

"Μωρή Σαύρααα!"ακούω μια φωνή να φωνάζει.

Ανοίγω τα μάτια μου σιγά σιγά. "Ποιος; Τι και γιατί;"είπα.

"Έλα βρε Χρυσ ξύπνα, είναι 4 το απόγευμαα!"είπε η Μαρία.

"Και τι να κάνουμε τώρα; Εγώ φταίω που κοιμήθηκα 5 παρά το πρωί;"ρώτησα και ανασηκώθηκα.

"Τέεελος πάντων, τι θα κάνουμε με αυτούς ρε;"ρώτησε.

"Τι εννοείς; Εσύ δεν τα βρήκες εχθές με τον Κωνσταντίνο;"την ρώτησα.

Κάτω από το φως του φεγγαριούМесто, где живут истории. Откройте их для себя