27. Fool for you.

658 87 12
                                    

Montreal.

 29 Αυγούστου 2014.

Ο καιρός περνούσε υπερβολικά πολύ γρήγορα. Την μια στιγμή είχε ήλιο, την άλλη φεγγάρι. Ο κόσμος ζούσε την ζωή του. Φορούσε την καθημερινή μάσκα και έβγαινε έξω. Έκρυβε πράγματα που δεν ήθελε ο έξω κόσμος να μάθει.

Ο Justin ήταν καλά, ή ίσως έδειχνε καλά.
Ο Justin δεν την σκεφτόταν, ή ίσως προσπαθούσε να μην την σκέφτεται.

Ο Justin ζούσε την ζωή του, ή ίσως προσπαθούσε να ζήσει την ζωή του.

Μετά την δουλειά, μόνο ένας Θεός ήξερε που ξενυχτούσε επειδή ούτε ο ίδιος δεν το γνώριζε. Ίσως σε κανένα μπαράκι, ίσως σε μια σουίτα.

Είχε ξυπνήσει με δυο ξανθιές να κοιμούνται αριστερά και δεξιά του. Ανασήκωσε το σώμα του και έσφιξε το κεφάλι του τραβώντας τα μαλλιά του. Τι στο διάολο έγινε πάλι εχθές;

Δεν ήταν ζωή αυτή. Δεν μπορούσε να μεθάει για να την ξεχάσει. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και φόρεσε τα ρούχα τα. Άφησε ένα αρκετά καλό χρηματικό πόσο στο κομοδίνο δίπλα στο κρεβάτι και έφυγε.

Μπήκε στο αυτοκίνητο και λίγα λεπτά αργότερα έτρεχε ήδη στους δρόμους του Montreal. Ήταν μόλις 4 τα ξημερώματα. Οδηγούσε προς μια κατεύθυνση. Προσπαθούσε να θυμηθεί πως βρέθηκε σε εκείνο το ξενοδοχείο αλλά το μυαλό του ήταν λες και κόλλησε. Κόλλησε σε ένα συγκεκριμένο άτομο. Πάλι σε εκείνη.

Την αγάπησε, όπως δεν αγάπησε καμία.

Της έδωσε, όσα δεν έδωσε σε καμία. Αλλά εκείνη ήταν αχάριστη.

Ίσως να μην έπρεπε να πάει ποτέ σε εκείνο το καταραμένο house of balloons. Από την πρώτη φορά που την είδε, κατάλαβε. Κατάλαβε πως δεν θα ξεκολλούσε. Το σώμα της ήταν κόλαση, το βλέμμα της. Εκείνη.

 Αρχικά δεν είχε σκοπό να την ερωτευτεί. Δεν είχε σκοπό να την ερωτευτεί ποτέ. Την ήθελα μόνο σαρκικά. Ήθελε να της δώσει τον κόσμο αρκεί να μπορεί να την αγγίζει. Είχε πάθει κάτι σαν εμμονή μαζί της. Του ήταν απαραίτητη. Ήθελε να βρίσκεται μαζί της συνεχώς. Ήθελε να νιώθει το γυμνό σώμα της στο δικό του. Της έδωσα όσα μπορούσε. Της έδωσε παραπάνω από όσα μπορούσε. Προσπαθούσε να την τραβήξει με ακριβά πράγματα. Δεν λυπήθηκε τα λεφτά για εκείνη.

Όταν πάρκαρε στο υπόγειο του διαμερίσματος του, το αυτοκίνητο που της αγόρασε ήταν ακόμη εκεί.

 Το διαμέρισμα του ήταν συγυρισμένο. Περίμενε να μπει και να την δει να τον περιμένει. Αυτό ήλπιζε. Αλλά ήξερε πως αυτό δεν θα ξανά γινόταν. Έφυγε. Τον άφησε και έφυγε. Ίσως πήγε να ζήσει τον έρωτας της ή ίσως να κοροϊδέψει κάποιον άλλον.
 
Μπήκε στο δωμάτιο του και ένιωσε έντονη την παρουσία της. Θυμήθηκε όλες τις βραδιές που πέρασαν. Γέλασε σαρκαστικά. Ήταν τόσο υπέροχες. Θα της ξανά ζούσε εάν μπορούσε μόνο που.. Μόνο που δεν θα την ερωτευόταν. Θα την χρησιμοποιούσε μόνο για ικανοποίηση. Τίποτα παραπάνω. Δεν θα άφηνε τον εαυτό του να νιώσει τίποτα παραπάνω.

 Μπήκε στην ντουλάπα και όλα τα ρούχα της στην ίδια θέση. Έπιασε το νυχτικό της και το έφερε κοντά στο πρόσωπο του. Ένιωσε την αφή στο πρόσωπο του και θυμήθηκε πως ήταν όταν την ένιωθε να τα φοράει. Ίσως πρέπει να τα κάψει όλα τα ρούχα. Δεν τα χρειάζεται. Δεν θέλει να την θυμίζουν. Δεν ήθελε να την θυμάται. Αλλά ήξερε πως δεν μπορούσε να κάνει αλλιώς. Είχε εμμονή μαζί της. Πονούσε το κεφαλή του όταν βρισκόταν πολύ ώρα εκεί μέσα. Τόσο κοντά στο τι ήταν κάποτε δικό της..
 Βγήκε από την ντουλάπα και προχώρησε ως το σαλόνι. Έβγαλε την φανέλα του και την πέταξε κάπου στο πάτωμα. Πήρε τα τσιγάρα από το τραπεζάκι του και έβαλε ένα ανάμεσα στα χείλη του. Άνοιξε την μπαλκονόπορτα και βγήκε στο μπαλκόνι. Άναψε το τσιγάρο και τράβηξε μια γερή τζουριά.

 Το Montreal ξημέρωνε. Ήταν όμορφο. Υπήρχαν ακόμη τα φώτα της πόλης. Η πόλη δεν κοιμόταν ποτέ. Ο ένας κοιμόταν ο άλλος ξυπνούσε.

Η θέα από εδώ ψιλά ήταν όμορφη. Θυμήθηκε πως το πρώτο πράγμα που παρατήρησε η Avyanna όταν μπήκε στο διαμέρισμα ήταν τα μεγάλα παράθυρα και την υπεροχή θεά. Είχε πει πως έχει όλο τον κόσμο στα πόδια της. Και ήταν αλήθεια, είχε όλο τον κόσμο στα πόδια της. Της είχε δώσει τον κόσμο στα πόδια της. Και θα της έδινε πολλά παραπάνω εάν δεν έφευγε.. Εάν δεν τον άφηνε. Κοίταξε προς τα κάτω και φαντάστηκε πόσο πονώ θα προκαλούσε εάν έπεφτε κανείς από τόσο ύψος. Γέλασε και κούνησε το κεφάλι του. Τελείωσε το τσιγάρο σβήνοντας το στο τασάκι που υπήρχε δίπλα. Μπήκε ξανά μέσα στο εσωτερικό του σπιτιού και προχώρησε έως το δωμάτιο. Κάποιος ξυπνάει, αυτός κοιμάται.




[μικρο το ξέρω, έτσι πρέπει. Ευχαριστώ όσες σχολιάζουν xo]


AvyannaWhere stories live. Discover now