Δεν μίλησα σε όλη την διαδρομή. Μπαίνοντας στο σπίτι με ένα κενό βλέμμα ακούμπησα τα κλειδιά στο τραπεζάκι.
Οι άλλοι με ακολούθησαν σιωπηλά. Δεν με ξανακοίταξαν από όταν φύγαμε από το λούνα παρκ. Μπορούσα να τους ακούσω να τρίβουν τα χέρια τους, τον γρήγορο χτύπο των καρδιών τους, μύριζα τον φόβο τους.
Φοβόντουσαν εμένα. Φοβόντουσαν όσα ήμουν πλέον ικανή να κάνω. Κι εγώ με φοβάμαι. Ίσως περισσότερο από ότι πριν.
Είμαι λυκάνθρωπος. Το πλάσμα των ιστοριών, εκείνο με τα δόντια, τα νύχια και τα λαμπερά μάτια. Κάτι που σκοτώνει για ευχαρίστηση. Που υποφέρει στην πανσέληνο. Που ουρλιάζει και γρυλίζει. Με υπερφυσική ακοή, όσφρηση, όραση. Με την ικανότητα να θεραπεύεται και να θεραπεύει. Να παίρνει τον πόνο των άλλων.
"Τζάνετ εγώ... Εγώ λυπάμαι τόσο πολύ. Νόμιζα ότι θα πέθαινες. Δεν ήξερα τι να κάνω. Συγγνώμη. Κατέστρεψα την ζωή σου, σε έκανα όλα όσα μισώ στον ίδιο μου τον εαυτό. Είναι δικό μου λάθος." έλεγε ξανά και ξανά ο Άιζακ, σχεδόν βουρκωμένος.
"Άιζακ..." άρχισε να λέει ο Λουκ, αλλά εκείνος τον διέκοψε σηκώνοντας το χέρι του.
"Άστο Λουκ... Απλά, άστο." είπε και βγήκε έξω.
Δεν μίλησα. Απλά καθόμουν ακίνητη και τους άκουγα. Ένιωθα τα πάντα. Έμοιαζε σαν τα πάντα τριγύρω μου ζητούσαν πρόσβαση στο κεφάλι μου.
"Πρέπει να πάω να-" ξεκίνησε να λέει η Μπέλα, αλλά την διέκοψα.
"Θα πάω εγώ Μπέλα. Πρέπει να του μιλήσω." είπα και βγήκα έξω χωρίς να τους κοιτάξω.
Ο δρόμος ήταν άδειος, παρόλο που δεν ήταν τόσο αργά. Περνώντας απέναντι βρέθηκα στην είσοδο του δάσους. Ήταν πολύ σκοτεινά και στένεψα τα μάτια μου στην προσπάθεια μου να δω. Ξαφνικά η όραση μου καθάρισε και εστίαζε, όπου στόχευε το βλέμμα μου. Το δάσος έμοιαζε σαν να φωτιζόταν πλέον από μια χρυσή λάμψη.
YOU ARE READING
Always Remember #Μεταφυσικό2020
WerewolfΕίναι δύσκολο. Δύσκολο να κρίνεσαι για κάτι που δεν έκανες, να περνάς καθημερινά βασανιστήρια γιατί έμεινες μόνος σου. Ούτε γονείς, ούτε φίλοι και η Τζάνετ Γουίλσον παλεύει μόνη της για να ξεπεράσει τον θάνατο του αγοριού της. Δύο χρόνια μετά, όταν...