Αντιπαθητική αντικαπνίστρια

126 4 1
                                    


Σήμερα καθώς ερχόμουν από τη δουλειά με το αυτοκίνητο, έκανα αυτό που δεν πρέπει να κάνει ποτέ κανείς όταν οδηγεί... χάθηκα στις σκέψεις μου. Πρώτη φορά μου ξανασυμβαίνει, λέω κάθε φορά που μου συμβαίνει. Μπορεί και γι' αυτό να μην βρίσκω ποτέ τον δρόμο μου. Είμαι μια αφηρημένη καλλιτέχνις, αλλά ξέρετε, χωρίς το «καλλιτέχνις».

Το ίδιο κάνω πάντα. Λες και δεν κάθομαι στο τιμόνι, αλλά στο ντιβάνι του ψυχοτέτοιου και όλο σκέφτομαι και σκέφτομαι. Όχι μωρέ, τα παραλέω, κοιτάω και στον δρόμο και είμαι και προσεκτική – άμα θέλετε πάντως να σας πω από ποιους δρόμους περνάω, για να τους αποφεύγετε καλού κακού...

Και τώρα γιατί ξεκίνησα να τα λέω όλα αυτά;

Α, ναι! Επειδή σήμερα καθώς οδηγούσα ξαφνικά μου ήρθε στο μυαλό εκείνη η εικόνα του πατέρα μου που πατούσε τον αναπτήρα του αυτοκινήτου και αυτός θερμαινόταν και πετιόταν έξω. Και μετά τον έπαιρνε ο μπαμπάς μου και άναβε το τσιγάρο του. Τι εξάρτημα και αυτό! Πάτησα και τον δικό μου τον αναπτήρα και όντως ακόμα λειτουργεί. Αναρωτιέμαι αν τώρα με το αντικαπνιστικό κίνημα βάζουν ακόμα τέτοιους αναπτήρες στα αυτοκίνητα. Άμα έχετε πολύ καινούργιο αυτοκίνητο, δείτε και πείτε μου.

Πολύ μαγικό μου φαινόταν αυτό το πραγματάκι που ήταν έτοιμο να καρβουνιάσει και να ανάψει ένα τσιγάρο! Και αμέσως μετά το τσιγάρο, άναβε και ο καβγάς ανάμεσα σε εμένα και τον πατέρα μου. Εντάξει, ήξερα και ξέρω ότι είχα τόσο δίκιο τότε, που δεν χρειάζεται καν να επιχειρηματολογήσω!

Η απόσταση ανάμεσα στον Στάβλο και στο χωριό ήταν – και είναι ακόμα – 1.100 μέτρα, ούτε πάνω, ούτε κάτω. Πόση ώρα χρειάζεται ένα αυτοκίνητο να την κάνει αυτή την απόσταση; Ακόμα και το ΤΟΥΟΤΑ του μπαμπά μου και με οδηγό τον «πήγαινε αργά για να φτάσεις» μπαμπά μου; Στη χειρότερη πέντε λεπτά. Αλλά σε αυτά τα πέντε λεπτά προλάβαινε να ανάψει ο αναπτήρας του αυτοκινήτου, να ανάψει τσιγάρο ο πατέρας μου, να ντουμανιάσει την καμπίνα του αυτοκινήτου – στην οποία καθόντουσαν τέσσερα άτομα αντί για δύο – και φυσικά να στήσουμε τρικούβερτο καβγά γιατί δεν ήθελε καν να ανοίξει το παράθυρο για να φύγει ο καπνός! Δεν θυμάμαι βραδιά που να μην γίνει αυτό το σκηνικό στο πράσινο ΤΟΥΟΤΑ. Και λες και το έκανε επίτηδες για να μου ανάβουν και εμένα τα λαμπάκια μου και να του φωνάζω. Και κάθε φορά τον ανάγκαζα να το πετάξει έξω από το παράθυρο. Ε, μα τρεις χιλιάδες δίκια είχα και λίγα μου δίνω!

Ο μικρός ιππόκαμποςKde žijí příběhy. Začni objevovat