Η διπλή λαμπάδα

147 3 2
                                    

Φέτος κάτι δεν πήγε καλά στη συνεννόηση των νονάδων και η μεγάλη βρέθηκε με δύο λαμπάδες. Μια μαύρη εναλλακτική ροκάδικη και μια υπερπαραγωγή ειδική παραγγελία ζωγραφισμένη ειδικά για το βλαστάρι μου. Προφανέστατα η έφηβη μεγάλη έκανε εμφάνιση με τη ροκάδικη τη λαμπάδα και η άλλη φυλάχτηκε ως όμορφο ενθύμιο.

Σας έχω πει ότι η μεγάλη μου έχει τρεις νονές; Μια άλλη φορά θα σας κάμω το στόρι να καταλάβετε. Τώρα το θέμα μας είναι η διπλή λαμπάδα.

Ξέρετε ποιος είχε πάντα διπλή λαμπάδα; Η αφεντιά μου. Ο Μακρής επέμενε κάθε χρόνο να μου αγοράζει λαμπάδα, ενώ ήξερε ότι θα μου έφερναν πάντα και οι νονοί μου. Και κάθε χρόνο είχα νταλκά και αμανέ πώς θα γίνει να τις ανάψω και τις δυο μου τις λαμπάδες. Της νονάς άναβε το Μ. Σάββατο. Η άλλη; Με έψηνε η μάνα μου ότι την Κυριακή το πρωί γίνεται η δεύτερη ανάσταση και με σημαιοστόλιζε και πήγαινα καμαρωτή καμαρωτή... και όλο κάτι δεν πετυχαίναμε καλά, ή εγώ δεν ξυπνούσα στην ώρα μου ή η μάνα μου είχε μπλέξει τις ώρες, αλλά με θυμάμαι πολλές φορές να πηγαίνω μοναχή μου σημαιοστολισμένη και λαμπαδηδοφόρος και να βρίσκω την εκκλησία έρημη και σκότεινη και να γυρίζω πίσω όλο νεύρα και καταλαβαίνετε... την έκανα εγώ τη δεύτερη αναστάσιμη ακολουθία στη μάνα μου...

Το Πάσχα μου άρεσε από πάντα. Τα Χριστούγεννα μπορεί να τα βαριόμουν, να γινόμουν στρίντζω και μουρμούρα, αλλά το Πάσχα πολύ το φχαριστιόμουν. Ήτανε υπερπαραγωγή!

Για το Μακρυγιαννέικο ήταν κομματάκι γκραν γκινιόλ. Είπαμε είχαμε κρεοπωλείο και ως γνωστόν το Πάσχα είναι της αγίας χοληστερίνης. Ο πατέρας μου με τον αδελφό μου ξημεροβραδιαζότανε στον Στάβλο, στα σφαξίματα και στα κουβαλήματα και η μάνα μου ξημεροβραδιαζότανε στο μαγαζί. Το κατάστημα στις ωραίες Βασιλειές δεν είχε ωράριο. Οι περισσότεροι πελάτες του ερχόντανε από το Ηράκλειο και δεν μας έπαιρνε να το βρούνε κλειστό. Οι πιο πολλοί κλείνανε τα δικά τους τα μαγαζιά και μετά ερχόντανε σε εμάς. Για να καταλάβετε η ώρα αιχμής για το μαγαζί ήτανε 9.30 με 10.00. Καμιά φορά με έπιανε το φιλότιμο και πήγαινα και εγώ και έκανα την ταμία.

Όλες τις άλλες ώρες είχα αναλάβει τα του σπιτιού. Μαγείρευα, καθάριζα και έφτιαχνα τα γλυκά. Και επειδής από τότεσας ήμουνα πανέξυπνη, σηκωνόμουνα από το κρεβάτι κοντά στο μεσημέρι, άρα έκανα αγώνα δρόμου για να τα προλάβω όλα και να πάω και στην εκκλησία το απόγευμα.

Γιατί Πάσχα στις Βασιλειές χωρίς εκκλησία δεν γινότανε. Μπορεί όλο τον χρόνο να μην πολυπηγαίναμε, αλλά τη μεγαλοβδομάδα γινότανε παιδομάζωμα στην αυλή της εκκλησίας. Όλο και κάτι είχαμε να κάνουμε. Καθαρίζαμε, στολίζαμε, κάναμε πρόβες, γενικά προβάραμε... από εγκώμια, μέχρι δυναμιτάκια...

Ο μικρός ιππόκαμποςOnde histórias criam vida. Descubra agora