Κεφάλαιο 24ο

237 43 14
                                    

Την ώρα που οι φύλακες την οδηγούσαν στον χώρο του επισκεπτηρίου,η ανάσα της έβγαινε βαριά.
Τα πόδια της έτρεμαν,με το ζόρι κρατούσαν το βάρος του σώματος της ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε η Μαριλένα.
Επιτέλους,μετά από πολλές μέρες βασανιστική σκέψη,αποφάσισε να τον δεί και να του πεί για την εγκυμοσύνη της.
Είχανε τρείς μήνες να ιδωθούν,από εκείνη την μέρα στο αεροδρόμιο που είχε έρθει να την εμποδίσει να φύγει για Λονδίνο,της είχε πει πως την αγαπάει κι αυτή τον είχε διώξει μακριά της.
Κι αν έκανε κι εκείνος το ίδιο τώρα;
Έναν ολόκληρο μήνα,από την στιγμή που έμαθε για το μωρό,την παίδευε αυτή η σκέψη.
Έτρεμε στην ιδέα πως εκείνος την είχε ξεπεράσει,
πως δεν θα ήταν πια ερωτευμένος μαζί της.

Την έβαλαν μέσα σ'ένα μικρό,απρόσωπο δωμάτιο με ξεβαμμένους γαλάζιους τοίχους και της είπαν να περιμένει.
Στην μέση είχε ένα τραπέζι μεσαίου μεγέθους και τέσσερις ξύλινες καρέκλες.
Η Μαριλένα πλησίασε κοντά και τοποθέτησε το κορμί της σε μια απ'αυτές.
Στο παραμικρό θόρυβο που άκουγε απ'έξω πεταγόταν όρθια λες και την είχε κτυπήσει ηλεκτρικό ρεύμα.
Τα λεπτά περνούσαν βασανιστικά αργά κι αυτή ένιωθε την καρδιά της να κτυπά όλο και πιο δυνατά,όλο και πιο γρήγορα.

Κάποια στιγμή η βαριά,σιδερένια πόρτα άνοιξε και είδε εκείνον να μπαίνει μέσα.
Είχε αλλάξει,είχε αδυνατήσει και το πρόσωπο του ήταν γεμάτο μελανιές.
Η θέα του την έκανε να νιώσει έναν έντονο πόνο στο στήθος.
Είχε χάσει την λάμψη του,την ενεργητικότητα του.
Την πλησίασε με αργά βήματα και κάθησε,ακριβώς απέναντι της,με το τραπέζι στην μέση,να τους χωρίζει σαν να έβαζε κάποιο αόρατο όριο ανάμεσα τους.
Το βλέμμα του κινήθηκε με χαρακτηριστικά βλοσυρό τρόπο πάνω της.

"Τι δουλειά έχεις εδώ,Μαριλένα;"την ρώτησε με απότομο ύφος.

Εκείνη είχε τυλίξει τα δάκτυλα των χεριών της και τα έσφιγγε από νευρικότητα.
Προσπάθησε κάτι να ψελλίσει αλλά από την στιγμή που τον είδε είχε χάσει την λαλιά της.
Η αλήθεια ήταν πως περίμενε την συνάντηση τους δύσκολη,αλλά αυτό που αντιμετώπιζε τώρα ήταν πάνω απ'τις δυνάμεις της.
Η λέξη δύσκολο ήταν πολύ επιεικής σε σχέση μ'αυτό που ένιωθε.
Εκείνος την κοιτούσε έντονα,ένιωθε να την καίνε αυτά τα γαλανά μάτια του.
Της είχε λείψει η μορφή του,τώρα που τον είχε κοντά της το συνειδηποιούσε.

"Πως είσαι;"τον ρώτησε με απαλή χροιά,κοιτώντας ταυτόχρονα τις μελανιές στο πρόσωπο του.

Εκείνος έσκυψε το κεφάλι αποφεύγοντας το βλέμμα της,η ματιά του κινήθηκε στο ασπρόμαυρο πάτωμα.

ΑΓΓΕΛΟΣ ΠΡΟΣΤΑΤΗΣDonde viven las historias. Descúbrelo ahora