12. Τελευταία φορά πόνος

880 37 1
                                    

Μπροστά μου βρίσκεται η Αργυρώ με τον Άγγελο και την Μυρτώ ενώ εγώ έχω μείνει λίγο πίσω με τον Ηλία.

Ο Άγγελος κάτι λέει στην Αργυρώ κι εκείνη ανατριχιάζει. Τότε η Μυρτώ γελάει ενώ εγώ τους θαυμάζω. "Τεριάζουν ε;" Ακούω έναν ψύθιρο δίπλα στο αφτί μου και γυρίζω να κοιτάξω τον Ηλία που τους κοιτάζει.

"Πολύ" λέω και στην σκέψη να μου τα κάνει εμένα ένα αγόρι όλα αυτά ανατριχιάζω και κοκκινίζω. "Όχι που δεν θα σου άρεσε" σχολίασε ο Ηλία και ένα γελάκι βγήκε από το στόμα μου. Φτάνουμε στο παγκάκι που είναι και οι υπόλοιποι και καθόμαστε.

Μιλάνε οι άλλοι λίγο μέχρι που το όνομα μου ακούστηκε και σήκωσα το κεφάλι μου. Ο Ηλίας φαινόταν ειδη εξικιωμένος αλλά εγώ ήμουν σαν την μύγα μέσ' στο γάλα. Σηκώνω το κεφάλι μου και αντικρίζω αρκετά κεφάλια να με καρφώνουν. Αλλα όχι με κακό τρόπο. "Λοιπόν Ερίκα τι νέα; Πως πάει η ζωή σου;"

Λέει η Έμμα και στο βλέμμα της φαινόταν η απορία καλοσχηματισμένη. Κοιτάζω αγχωμένα την Μυρτώ και τον Ηλία και μου κάνουν νόημα να ηρεμίσω. Περνώ μια βαθιά ανάσα και ξανά ανοίγω τα μάτια μου. Όλοι με κοιτούσαν κάπως παράξενα αλλά για πρώτη φορά στην ζωή μου απλώς δεν έδωσα άλλη σημασία.

"Το μόνο που έχω να πω είναι πως όλα πάνε προς το καλύτερο..." Είπε και με κοίταξαν όλοι με ένα χαμόγελο αλλά της Μυρτώς και του Ηλία ξεχώριζαν. Ξεχώριζαν γιατί εκείνοι είναι αυτό το "καλύτερο" που έλεγα. Και είμαι πολύ ευγνώμων που ήρθαν στον δρόμο μου.

{...}

Η ώρα είναι 3:30 και πρέπει να αρχίζω να ντύνομαι. Με βαριά καρδιά σηκώνομαι και περνώ τηλέφωνο τον Ηλία. Πήγε από το σπίτι μου να πάρει τα ρούχα μου. Του είπα να μην μπει από την εισόδο οπότε μάλλον θα σκαρφαλώσει από το δέντρο.

Πριν προλάβω να ανοίξω το κουτί με τα κουμπιά χτυπάει η πόρτα. Πάω περίεργη να δω και βλέπω την Μυρτώ να χτυπάει την πόρτα ανυπόμονη. Ανοίγω περίεργη για το τι γυρεύει εδώ τέτοια ώρα. Η έκφραση του προσώπου της είναι περίεργη. Το χρώμα της κόκκινο που μαρτυρούσε πως έτρεχε. Την έβαλα να κάτσει στον καναπέ και τότε παρατήρησα πως κρατούσε ένα χαρτάκι. Όταν βρήκε την ανάσα της ξεκίνησε να μιλάει.

"Έχω- το- τηλε-φωνο του Νικόλα" λέει και τα μάτια μου αστράφτουν. Δηλαδή δεν θα χρειαστεί να πονέσω πάλι; Μου φαίνεται πολύ παράξενο... Δηλαδή όντως η προηγούμενη μου ζωή τελείωσε. Δηλαδή αυτό ήταν; Ήμουν έτοιμη να πετάξω από την χαρά μου μέχρι που χτύπησε το κουδούνι. Πήγα να ανοίξω και βλέπω τον Ηλία με μια τσάντα να μπαίνει μέσα.

Μια ζωή...μπουρδελοOnde histórias criam vida. Descubra agora