||•κεφ.44ο•||

1.4K 89 4
                                    

Θεοφανια

Σηκώθηκα από τον καναπέ.
Τεντωθηκα και κοίταξα δίπλα μου.
Ο Ιαν κοιμόταν τόσο ήσυχα που δεν μου πήγαινε η καρδιά να τον ξυπνήσω

Του άφησα ένα φιλί στο μέτωπο και πήγα στην κουζίνα

Έβαλα να γίνεται λιγος καφές και έφαγα ενα κρακεράκι
Ακουσα πατουσάκια να έρχονται προς τα εμένα και μέσα μπήκε ο Muffin

«καλημέρα αγόρι μου» του είπα και τον χαιδεψα στο κεφάλι
Έβαλα το ζεστό μου ρόφημα σε μια κούπα και βγήκα στην αυλή
Έκανα βόλτες μες τα χορταρια πίνοντας τον καφέ
Έχει αρκετή ζέστη σήμερα.

Ο Muffin με είχε πάρει από πίσω.
Του χαμογέλασα και άφησα τον καφέ μου πάνω στο τραπεζάκι.
Άρχισα να παίζω μαζί του

Άρης

Άνοιξα τα μάτια μου και τα πεταρισα.
Ανακαθισα στο κρεβάτι και χασμουριθηκα.
Ακουσα γέλια και πλησίασα προς το παράθυρο.
Κοίταξα την αυλή και εισέπραξα το καλύτερο πρωινό ξύπνημα.
Χαμογέλασα στην εικόνα της με τον σκύλο.
Το χαμόγελο της, το γέλιο της....
μου φτιάχνουν την ημέρα
Διώχνουν οποιαδήποτε αρνητική σκέψη.

Διαολε δεν μπόρεσα να σε ξεχάσω.
Όταν σε έπαιρνα τηλέφωνο δεν ήσουν διαθέσιμη και όταν έπαιρνες εσύ έλειπα ή αγνοούσα τον ήχο γιατί δεν είχα όρεξη να μιλήσω με κάποιον άλλον.

Δεν ήθελε το σύμπαν να μιλήσουμε ούτε να συναντηθούμε για έναν χρόνο.

Μόνο εκείνη την ημέρα που σου μίλησα έφυγε λίγο το σκοτάδι μου.
Πριν πέντε μήνες
Προσπάθησες να κρύψεις την κουρασμένη και στεναχωρημενη φωνή σου αλλά σε κατάλαβα και εσύ κατάλαβες την δική μου ταλαιπωρημένη

Δεν μπορούμε να κρυφτουμε ο ένας από τον άλλον
Πήγα στην ντουλάπα και φόρεσα την αστυνομική μου στολή.
Τέρμα το κωλοβαρεμα.
Πήγα στην κουζίνα και βρήκα έτοιμο καφέ σε ένα θερμός που έγραφε απέξω το όνομα μου και παραδίπλα ένα σάντουιτς τυλιγμένο σε μεμβράνη.

Χαμογέλασα.
Πήρα το σάντουιτς και το έβαλα στη τσάντα.
Πήρα τα κλειδιά της μηχανής και το κράνος μου και βγήκα έξω.
Γύρισε να με δει και χαμογέλασε.
Την πλησίασα και την έβαλα στην αγκαλιά μου.

«καλημέρα» είπε
«σε ευχαριστώ για τον καφέ και το κολατσιό» είπα
«ευχαρίστηση μου. Μακάρι να μπορούσα να σε περιποιούμαι κάθε πρωί» είπε και την κοίταξα περίεργα.
«γιατί μακάρι?» ρώτησα

Ο δικός μου μπάτσος 2Where stories live. Discover now