Το ταξί με αφήνει έξω από το σπίτι του. Ανυπομονώ να τον δω,αν και χθες τον είδα αλλά δεν ήταν το ίδιο. Δεν ήμασταν μαζί, ήμασταν ξεχωριστά και απλώς μιλήσαμε για λίγο. Πρέπει να το πω κάποια στιγμή στα παιδιά,ώστε να μπορούμε να κυκλοφορούμε χωρίς να ανησυχώ αν θα μας δει κάποιος. Μα, δεν είμαι έτοιμη για τις αντιδράσεις τους και σίγουρα δεν είμαι έτοιμη για τις αντιδράσεις του κόσμου. Ξέρω ότι δεν θα έπρεπε να με νοιάζει τι λέει ο κόσμος και ότι προς τα έξω συμπεριφέρομαι λες και αν με νοιάζει τι λέει, μα η αλήθεια είναι ότι με νοιάζει. Με νοιάζει πολύ. Ωστόσο,νομίζω πως με νοιάζει περισσότερο ο Αχιλλέας όποτε θα το κάνω.
Χτυπάω κουδούνι και μου ανοίγει η Εύα. Φαίνεται ξαφνιασμένη,είμαι σίγουρη πως ο Αχιλλέας δεν ανέφερε ότι θα έρθω. Ωστόσο, αμέσως χαμογελάει και πραγματικά φαίνεται να χαίρεται που με βλέπει. «Έμμα,ποσό χαίρομαι που σε βλέπω. Περνά,περνά» με υποδέχεται με χαρά. Είναι η δεύτερη φορά που μιλάω με αυτή την γυναίκα και με έχει κάνει να την λατρεψω. Είναι τόσο καλή. «Αχ,αυτός ο Αχιλλέας. Φυσικά και δεν μου είπε ότι θα έρθεις» λέει με παράπονο
«Ελπίζω να μην ενοχλώ» λέω ντροπαλά
«Μα,τι λες κορίτσι μου; Εννοείται πως δεν ενοχλείς!» απαντάει αμέσως,χωρίς να μου αφήσει περιθώριο να το αμφισβητήσω αυτό. «Ο Αχιλλέας είναι στο δωμάτιο του» με ενημερώνει και της χαρίζω ένα χαμόγελο ενώ πηγαίνω προς τις σκάλες.
Όταν φτάνω έξω από το δωμάτιο η πόρτα του είναι κλειστή,δεν χτυπάω και απλά μπαίνω μέσα. «Σου έχω πει να χτυπάς,γαμωτο» λέει νευριασμένος με γυρισμένη την πλάτη του. Θα με πέρασε για τον Άρη ή την Εύα.
«Εγώ είμαι» απαντάω ήρεμα και κλείνω την πόρτα. Σηκώνεται αμέσως από το κρεβάτι και έρχεται κοντά μου.
«Νόμιζα ότι ήταν οι άλλοι» λέει με βλέμμα απολογητικό. Φαίνεται πεσμένος,τρέχει κάτι;
«Το κατάλαβα» λέω καθώς βγάζω τα παπούτσια μου. «Δεν άκουσες το κουδούνι;» αναρωτιέμαι
«Α..όχι,διάβαζα» λέει δείχνοντας μου ένα λογοτεχνικό βιβλίο που βρίσκεται ανοιχτό στο κρεβάτι του. Είναι καλός και πολλά περισσότερα από όσα πιστεύουν όλοι οι άλλοι. Θεέ μου,μακάρι να το έβλεπαν αυτό και οι υπόλοιποι. Αν το έβλεπαν τότε δεν θα ήταν τόσο δύσκολο να τους το πω. Ωστόσο,πρέπει να το κάνω. Νομίζω το αποφάσισα. Αύριο, μεθαύριο θα το πω στα παιδιά. Για αρχή. Στην μαμά μου σίγουρα δεν θα το πω ακόμα. Θα ήταν δύσκολο να της έλεγα για οποιονδήποτε, αλλά για τον Αχιλλέα είναι ακόμα πιο δύσκολο αφού δεν έχει την καλύτερη φήμη και το γνωρίζει αυτό η μητέρα μου. «Όλα καλά;» με ρωτάει καθώς έχω χαθεί στις σκέψεις μου
KAMU SEDANG MEMBACA
What do you want ?
Fiksi Remaja«Τι θες;» τον ρωτάω. Με ακολουθεί τόση ώρα, κάτι θα πρέπει να θέλει αλλιώς είναι απλά ανώμαλος. «Τι σε κάνει να νομίζεις πως θέλω κάτι;» ρωτάει με ένα αυτάρεσκο χαμόγελο. Είναι ελκυστικός και το ξέρει,όλοι στο σχολείο το ξέρουν. «Με ακολουθείς.» λέω...