Αλλαγή σελίδας.

3.7K 289 0
                                    

Την επόμενη κι όλας άρχησα να ετοιμάζω την βαλίτσα μου. Ρούχα, ρούχα και πάλι ρούχα, ανάμεσά τους καταχώνιασα το ημερολόγιό μου. Το μόνο πράγμα που είναι γεμάτο με τόσα συναισθήματα. Ό,τι είχα στην καρδιά και το μυαλό μου μεταφέρθηκαν σε ένα φύλλο χαρτί. Αυτή τη φορά έπρεπε να αλλάξω σελίδα, να κάνω ένα νέο ξεκίνημα.

Στους γονείς μου είπα πως πάω για λίγες μέρες στη Θεσσαλονίκη. Μόνο έτσι θα με άφηναν. Στα κορίτσια δεν είπα τίποτα. Θα ετοιμαστώ και σε λίγο θα πάω στο σχολείο για να τους το ανακοινώσω. Φοβάμαι την αντίδρασή τους.

Στο σχολείο η Καλλιόπη αγανακτησμένη και με ένα αγωνιώδες βλέμμα περιμένει να της μιλήσω.

Εγώ: Φώναξε σε παρακαλώ τα παιδιά. Θέλω να σας μιλήσω.

Καλλιόπη: Τι έγινε? Μίλα μου θα σκάσω.

Εγώ: Θα μάθεις σε λίγο.

Φεύγει για να φωνάξει τα παιδιά ενώ εγώ τηλεφωνώ στον Πάνο για να του πω να περάσει να με πάρει κατά τις 11. Εκείνη την ώρα έρχεται τις Πέμπτες ο άλλος. Μακάρι να μην τον συναντήσω.

Καλλιόπη: έρχονται...

Εγώ: Καθήστε θέλω να σας πω κάτι σοβαρό.

Ένα αίσθημα παράξενο με καταπνίγει. Νιώθω την καρδιά μου να σταματάει σιγά σιγά κι όμως δεν τρέχει τίποτα. Νιώθω να ζαλίζομαι αλλά στην πραγνατικότητα είμαι μια χαρά.

Εγώ:Λοιπόν ακούστε. Έγιναν τόσα πολλά στη ζωή μου που με έβαλαν σε σκέψεις. Καθόμουν και σκεφτόμουν για ώρες αλλά δεν έβγαζε πουθενά. Χθες κάποιος μου έδωσε το τελειωτικό χτύπημα ενώ κάποιος άλλος μου απάλεινε τον πόνο. Αποφάσισα να φύγω για όσο χρειαστεί στην Θεσσαλονίκη. Πιστεύω θα μου κάνει καλό.

Το ύφος του προσώπου τους μυστήριο αλλά έδειχναν ότι δέχονται αυτή μου την απόφαση δίχως να μπούν σε λεπτομέρειες.

Νίκος: Για πόσο καιρό θα φύγεις?

Εγώ: Για όσο χρειαστεί.

Νίκος: Αυτό το είπαν και άλλοι και έχουν να φανούν 10 χρόνια.

Λέει και με δάκρυα στα μάτια αποχωρεί απο την αίθουσα. (Η μητέρα του Νίκου τον άφησε μόνο του και έφυγε στο εξωτερικό.)

Επειδή δεν ήθελα να κάνω περισσότερο αποπνικτική την κατάσταση έφυγα αφού πρώτα  χαιρέτησα τα παιδιά και τους καθηγητές.

Μέχρι την έξοδο του σχολείου με συνόδευσαν η Καλλιόπη και η Αγγελική. Αυτά τα δευτερόλεπτα δεν θυμόμουν τίποτα απολύτως. Έπειτα απο πέντε λεπτά και αφού λέγαμε τις τελευταίες μας κουβέντες με τα κορίτσια, ήρθε ο Πάνος με το αμάξι. Φόρεσα τα γυαλιά για να κρύψω τα δάκρυά μου και μπήκα στο αμάξι. Τόσο δύσκολο να σποχωρίζεσαι δικούς σου ανθρώπους. Άτομα που είχαν την δική τους ξεχωριστή θέση στην καρδιά σου....

Πάνος: Είσαι σίγουρη?

Λίγη σιωπή και μετά...

Εγώ: Ξεκινάμε !!!

Ανεπίδεκτη μαθήσεως.Donde viven las historias. Descúbrelo ahora