Είχε γίνει κυριολεκτικά μούσκεμα. Σταγόνες ένοιωθε να διατρέχουν τόσο την πλάτη όσο και το στήθος της και αισθανόταν τα ρούχα της ολοκληρωτικά νοτισμένα και ας ήταν μόνο μισή ώρα έξω από το δροσερό εσωτερικό του ναού και ας είχε καρφώσει μονάχα ένα πάσσαλο στη ξύλινη τάβλα. Φυσικά και θα μπορούσε να το αφήσει για αύριο το πρωί αλλά έτσι θα έχανε σχεδόν μισή μέρα και ένα πράμα που απεχθανόταν ήταν το χάσιμο του χρόνου της. Και μιας και οι θερμοκρασίες σε αυτό το νησί συναγωνίζονταν αυτές της Αφρικάνικης Ηπείρου που υπήρχε δίπλα του ποιο το νόημα να το άφηνε για αύριο που θα είχε ξανά καύσωνα; Θα προσπαθούσε λοιπόν να προχωρήσει όσο μπορούσε την κατασκευή της σκαλωσιάς μιας και είχε ξεκινήσει και ας γινόταν μούσκεμα. Διαλύτες και διοξίνες θα έχανε. Τι ωφελιμότερο;
Ο ήχος του σφυριού που κοπάναγε η κοπέλα με μανία κάλυπτε τα πάντα. Ούτε τον εκνευριστικό ήχο των τζιτζικιών άκουγε αλλά ούτε και τα γαυγίσματα του σκυλάκου που είχε φτάσει. Τον αντιλήφθηκε όμως όταν εκείνος ενθουσιασμένος που την είχε εντοπίσει πήδησε πάνω της εκπλήσσοντας την ευχάριστα.
«Τι νομίζεις ότι κάνεις εκεί μεσημεριάτικα θεότρελη γυναίκα;!»
Η φωνή του Ιωσήφ όμως την κατατρόμαξε! Γύρισε και τον κοίταξε με τα μάτια της ορθάνοικτα , την καρδιά να χτυπάει ξεκούρδιστα και το πρόσωπο έντονα κοκκινισμένο από την υπερπροσπάθεια της .
«Εγώ θα έπρεπε να το αναρωτιέμαι αυτό για σένα! Πως εμφανίζεσαι έτσι ξαφνικά ;! Με κατατρόμαξες!» του επιτέθηκε ορθώνοντας το σώμα της κραδαίνοντας το σφυρί όσο εκείνος την πλησίαζε φανερά εξοργισμένος.
«Θα με είχες ακούσει που σου μίλησα αν δεν βάραγες με το σφυρί λες και είσαι ο Ήφαιστος που λαξεύει το νέο σπαθί του Ηρακλή!»
«Ποιος;... Ποιανού;... Μα τι λες;» αναρωτήθηκε σαστισμένη η κοπέλα για να συνεχίσει σε αμυντική στάση «Σε χτύπησε ο ήλιος στο κεφάλι και δεν ξέρεις τι λες!».
«Φέρε ένα καθρέπτη να δεις το πρόσωπο σου και έλα μετά να μου πεις ποιον χτύπησε ο ήλιος.» της απάντησε θυμωμένος ο Ιωσήφ έχοντας διανύσει την απόσταση που τους χώριζε. Η Ελβίνα έφερε το ελεύθερο χέρι της στο πρόσωπο μηχανικά και σκούπισε τον ιδρώτα της.
«Ακόμα και ο Μανώλης με τον Άκη σχόλασαν! Τους συνάντησα πρωτύτερα στη πλατεία. Με τόση ζέστη σταμάτησαν νωρίτερα εν αντίθεση με εσένα που δεν ξέρω τι προσπαθείς να αποδείξεις και κάθεσαι ντάλα μεσημέρι και κοπανιέσαι κάτω από τον καυτό ήλιο!»

YOU ARE READING
ΑΛΕΚΑΤΡΙΔΕΣ / Η ΑΡΧΗ
RomanceΈνα παράπονο που έγινε ευχή. Ένα παιχνίδι και ένα στοίχημα. Πέντε βόλοι, πέντε παιδιά. Όταν οι Θεοί ανακατεύονται με τους άνθρωπους και οι άνθρωποι θέλουν να γίνουν Θεοί μπορούν να γεννηθούν θαύματα. Νικητής στο παιχνίδι αυτό μονάχα η αγάπη. Πάμε...