Απόλυτη ησυχία. Βλέμματα βαθιά. Ανάσες κοφτές ώστε ούτε αυτές να τολμήσουν να διαταράξουν την σιωπή. Σώματα πεινασμένα. Ένα μυαλό ξεκάθαρο. Το ένα χέρι του Ιωσήφ τραβήχτηκε από το τραπέζι και αγκάλιασε την μέση της κοπέλας με τα δάχτυλα του να σέρνονται πάνω στην γυμνή κοιλιά της. Σπινθήρες. Σπίθες που ενεργοποίησαν ένα γυναικείο κλαψούρισμα. Κάψιμο. Καιγόταν απ' άκρη σ' άκρη. Καμία ενόχληση όμως. Απεναντίας. Μια γλυκιά ευδαιμονία που την έσπρωξε να πιέσει την λεκάνη της πάνω στο σκληρό πόθο του. Με την σειρά της κέρδισε ένα βογκητό του και μια δαγκωματιά στη βάση του λαιμού της. Πιθανότατα αύριο θα είχε το σημάδι του. Ποτέ δεν της άρεσε να την σημαδεύουν, ένοιωθε σαν ζώο που το μάρκαρε ο ιδιοκτήτης του αλλά στην προκείμενη στιγμή καρφάκι δεν την απασχολούσε. Αντίθετα, ένοιωσε να διεκδικεί το σημάδι του συγκεκριμένου άντρα με την στάση της και αυτό την τρόμαξε. Το χέρι του κατηφόρισε. Ανασήκωσε το λάστιχο και χώθηκε με μαεστρία μες στο εσώρουχο της. Ένας λυγμός πνιχτός ανέβηκε στα χείλη της. Ένα μικρό ίχνος διαύγειας την παρότρυνε να χωρίσει τα χείλη της. «Όχι αποκλειστικότητα.» Ο ψίθυρος της προσέκρουσε στο σιγανό γέλιο του.
«Και επ ουδενί μονιμότητα...ξέρω.» Η φλογερή ανάσα του την έκανε να θολώσει. Δεν μπορούσε να μιλήσει άλλο. Ότι έπρεπε να πει το είχε πει. Αν αυτός έπαιρνε αψήφιστα τα λόγια της θα ήταν δικό του σφάλμα. Εκείνη δεν θα βρισκόταν κατηγορούμενη στο τέλος. Και εκείνη δεν μπορούσε να πει τίποτα περισσότερο. Όχι, όταν το δάχτυλο του άγγιζε μόλις τον πυρήνα της και ξεκίναγε να παίζει μαζί του. Να κυκλώνει, να αγγίζει, να απομακρύνεται, να έρχεται ξανά, να χαϊδεύει, να πιέζει, να λατρεύει. Και εκείνη παραδόθηκε στον στρόβιλο της απόλαυσης. Έγυρε το κεφάλι της πάνω στο στέρνο του. Έκλεισε τα μάτια της. Αισθάνθηκε τα ευαίσθητα πέταλα της να ανοίγουν. Με δεξιοτεχνία... αργά ...Οδυνηρά αργά για εκείνην, ώσπου να την γεμίσει. Κόντεψε να κλάψει...έφτασε στο σημείο να χωρίσει τα χείλη της και να παρακαλέσει. Εκείνη. Τόσο επώδυνα ανυπόμονη για εκείνον.
Ένας αναστεναγμός ηδονής ήχησε από βαθιά μέσα της. Κόντευε να εξαντλήσει τη υπομονή της μαζί του. «Γάμησε με.» Η φωνή της βραχνή, βαθιά, τρεμουλιαστή από ηδονή κονταροχτυπήθηκε με την ανάσα του που έβγαινε ταραγμένη από το στόμα του.
«Θα σου κάνω έρωτα με όλους τους τρόπους που υπάρχουν θρυψαλάκι.» της υποσχέθηκε. Δεν υπήρχε μυαλό να ξεχωρίσει τις λέξεις που της έλεγε. Το νόημα την κάλυπτε.

YOU ARE READING
ΑΛΕΚΑΤΡΙΔΕΣ / Η ΑΡΧΗ
RomanceΈνα παράπονο που έγινε ευχή. Ένα παιχνίδι και ένα στοίχημα. Πέντε βόλοι, πέντε παιδιά. Όταν οι Θεοί ανακατεύονται με τους άνθρωπους και οι άνθρωποι θέλουν να γίνουν Θεοί μπορούν να γεννηθούν θαύματα. Νικητής στο παιχνίδι αυτό μονάχα η αγάπη. Πάμε...