Κεφάλαιο 31ο

100 6 0
                                    

Βγήκα από την γειτονιά μου και μπήκα σε ένα στενό για να κόψω δρόμο.

Η μαύρη νύχτα με τύλιξε αμέσως και ένας τσουχτερός άνεμος διαπέρασε το κορμί μου.

Ίσως τελικά να μην ήταν και πολύ καλή ιδέα να βγω έξω τέτοια ώρα... Μόνη... Μέσα στην νύχτα...

Πήρα μια βαθιά ανάσα και άρχισα να κινούμαι προς το στενό.

Μια μυρωδιά τσιγάρου εισήλθε στα πνευμόνια μου και έκανα μια γκριμάτσα αηδίας.

Συνέχισα να περπατάω και τότε...

Άκουσα μια βαριά, βραχνιασμένη, αντρική φωνή από πίσω μου.

« Επ, για που το έβαλες κοριτσάκι;»

Ξεροκατάπια και γύρισα σιγά σιγά προς το μέρος από το οποίο ακούστηκε η φωνή.

Μόρφασα καθώς αντίκρισα έναν φαλακρό άντρα, γύρω στα σαράντα πέντε, να κάθεται σε μία γωνία και να καπνίζει έχοντας το βλέμμα του στραμμένο πάνω μου.

Έπρεπε να είχα βάλει πάνα βρακάκι!

« Πως σε λένε;» με ρώτησε κοιτώντας με από πάνω μέχρι κάτω

Δεν απάντησα.

Γέλασε τρομακτικά και πέταξε το τσιγάρο του στο πάτωμα πατώντας το με το πόδι του.

« Ω έλα τώρα, μην φοβάσαι...» είπε και άρχισε να με πλησιάζει

Ποιος καλέ; Εγώ; Δεν φοβάμαι... ΤΑ ΈΧΩ ΚΆΝΕΙ ΠΆΝΩ ΜΟΥ!

Αυτόματα άρχισα να κάνω μερικά βήματα προς τα πίσω μέχρι που...

Η πλάτη μου χτύπησε με δύναμη σε μια σκληρή επιφάνεια.

ΜΑ ΠΩΣ ΣΤΟ ΚΑΛΌ ΞΕΦΎΤΡΩΣΕ ΕΔΏ Ο ΤΟΊΧΟΣ, ΓΑΜΏΤΟ ΤΟ ΚΈΡΑΤΟ ΜΟΥ?!

Πήρα μια κοφτή ανάσα και κοίταξα τον άντρα που πλέον είχε φτάσει πολύ κοντά μου.

« Μην με πλησιάζεις...» τραύλισα προσπαθώντας να μην λιποθυμήσω από τον φόβο

Με αγνόησε πλησιάζοντας με περισσότερο, τόσο που μπορούσα να μυρίσω τη βρωμερή του ανάσα.

Μου χαμογέλασε πονηρά αφήνοντας τα σάπια δόντια του να φανούν.

Ιουυυυ ρε μπρο... Ξέρεις βρισκόμαστε στον 21ο αιώνα, ΈΧΟΥΝ ΕΦΕΥΡΕΘΕΊ ΟΔΟΝΤΌΒΟΥΡΤΣΕΣ ΚΑΙ ΟΔΟΝΤΌΠΑΣΤΕΣ ΡΕ ΠΟΡΝΟΓΕΡΕ!

Δάκρυα άρχισαν να απειλούν τα μάτια μου και προσπάθησα να πάρω βαθιές ανάσες.

Ακούμπησε το σιχαμερό του χέρι στο πρόσωπο μου και δεν άντεξα άλλο.

Make HateWhere stories live. Discover now