Η Gloria με την Jill περίμεναν στο ξέφωτο του δάσους για τα αγόρια. Μετά από τον θάνατο της μητέρας τους η καρδιά της είχε σκληρύνει σαν πέτρα. Δεν την ένοιαζε πια τίποτα. Μα πως μπόρεσε να τους το κάνει αυτό; Να απαγάγει την ίδια της την κόρη, να σκοτώσει τον άνδρα της; Η Jill για να την παρηγορήσει ακούμπησε το χέρι της στον ώμο της. Ήταν δύσκολα και για την ίδια. Είχε να δει τους γονείς της για περίπου ένα μήνα. Πώς θα ήταν όταν τους ξαναέβλεπε; Και τι απαντήσεις θα έδινε στα ερωτήματά τους για τον Black Snake;
Ξάφνου από μακριά ακούστηκε η φωνή του Max να φωνάζει την Gloria. Τα δυο κορίτσια κατευθύνθηκαν προς την φωνή ώσπου ήταν αρκετά κοντά για να τους ακούσουν να συζητάνε αν ήταν σωστό που δεν ήρθαν να τις πάρουν από την αποθήκη που βρίσκονταν. Όταν τους είδαν έτρεξαν να τους αγκαλιάσουν και αυτοί ανταποκρίθηκαν.
«Gloria!» φώναξε ο Evan «Πόσο χαίρομαι που είσαι καλά! Μήπως χτύπησες; Τι σε έκανε ο πανούργος...;»
«Είμαι μια χαρά μην ανησυχείς. Max!» είπε και τον αγκάλιασε
«Αχ αδερφούλα» της είπε αγκαλιάζοντας την σφιχτά «Μην μου το κάνεις αυτό ποτέ ξανά με ακούς;» Και αφού την άφησε από την αγκαλιά της έτρεξε προς το μέρος της Jill.
«Max, με συγχωρείς για όλα» του είπε και άρχισε να κλαίει στην αγκαλιά του. Αυτός σκούπισε τα δάκρυά της με το χέρι του και την κοίταξε στα μάτια.
«Σσσσς είμαι εγώ εδώ τώρα... Δεν θα ξαναφήσω κανέναν να σε πειράξει. Ούτε εσένα Gloria»
Μόλις ολοκλήρωσαν, άρχισαν να ψάχνουν για το πηγάδι που τους είχε πει ο Jackson χωρίς να πάρουν εξηγήσεις τα αγόρια. Συνειδητοποίησαν πως αυτό που εννοούσε δεν ήταν πηγάδι αλλά μια υπόγεια αποθήκη, μια καταπακτή. Ήταν καλυμμένη από πάνω με φύλλα και χώματα, έτσι άργησαν να την ανακαλύψουν. Όμως η Jill μπόρεσε να ακούσει τις σκέψεις των γονιών της, αν και θολά. Με την βοήθεια των υπολοίπων την ξεσκέπασαν, και άνοιξαν τα δύο φύλλα. Πρώτος κατέβηκε ο Evan έπειτα ακολούθησε η Gloria, η Jill και τελευταίος ο Max. Ο Evan με το χέρι του για φακό, κατέβηκε σιγά σιγά τη σκάλα. Ακολούθησε ένας υπόγειος διάδρομος στενός, με τον σοβά από τους τοίχους βγαλμένο. Όπως φαινόταν το κτήριο ήταν πολύ παλιό, και εγκαταλειμμένο.
Όσο προχωρούσαν αργά και προσεκτικά η Jill κοιτούσε τους τοίχους. Της θύμισαν το όραμα της, αυτό με το ορφανοτροφείο. Αντιστοιχούσε τα εκείνα δωμάτια με αυτά που έβλεπε στον δρόμο της. Βάδιζε στον ίδιο διάδρομο που βάδιζε και τότε. Σε ένα δωμάτιο στα δεξιά της. Αυτό με την τώρα ξεχαρβαλωμένη πόρτα, είχαν μπει οι γονείς της για να την πάρουν. Από αυτό το δωμάτιο ξεκίνησαν όλα. Μπήκε μέσα χωρίς να ακούει τις προειδοποιήσεις των φίλων της. Μέσα στο μυαλό της είχε την εικόνα του δωματίου. Παντού παιδικά κρεβατάκια, παιχνίδια σκορπισμένα στο πάτωμα, ζωγραφιές στους τοίχους. Στάθηκε ακριβώς εκεί που ήταν το κρεβατάκι της. Τώρα όχι πια σαν μια ανάμνηση αλλά σαν κάτι του παρόντος, έβλεπε τον εαυτό της μωρό να γελάει και να παίζει με τα παιχνιδάκια της. Μαζί με τα άλλα παιδάκια παίζανε κρυφτό, κυνηγητό, και ότι άλλο μπορεί να φανταστεί κανείς. Πόσο ευτυχισμένη ήταν τότε!
YOU ARE READING
Γεννημένη Λυκάνθρωπος- Στη συντροφιά των λύκων (Βιβλίο 1)
WerewolfΗ Glorιa δεν είναι μια συνηθισμένη 17χρονη. Είναι λυκάνθρωπος. Ζει σε μια μικρή πόλη λίγο έξω από τη Φιλαδελφια στο Γουιλμινγκτον. Εκτός από τις δυσκολίες που θα αντιμετωπίσει με την καθημερινότητα, θα πρέπει να τώρα να επιβιώσει σε μια μάχη για τη...