Κεφάλαιο 16

409 49 0
                                    

Το τηλέφωνο ήταν αυτό που ξύπνησε την Gloria. Το συνεχές τραγούδι «Lost in Space» να χτυπά. Αν και παλιό, ακόμα της άρεζε. Σηκώθηκε από το κρεβάτι και είδε το παράθυρο. Ήταν ακόμη βράδυ. Περπάτησε αργά προς την πόρτα του δωματίου της, για να μην ξυπνήσει τον Evan που κοιμόταν δίπλα της. Κατέβηκε βιαστικά της σκάλες και έτρεξε στο τηλέφωνο.

«Ναι;» ρώτησε νυσταγμένα

«Gloria με συγχωρείς που σε παίρνω τέτοια ώρα. Μήπως σε ξύπνησα;»

«Δεν πειράζει κυρία Meredith, πείτε μου.» και ένα χασμουρητό της ξέφυγε. Ήταν η Meredith η μητέρα της Jill. Κοίταξε το ρολόι της. Ήταν περασμένες τέσσερις. Τι έκανε ξύπνια τέτοια ώρα;

«Ανησυχώ πολύ. Μήπως είναι εκεί η Jill; Την παίρνω στο κινητό αλλά δεν μου απαντάει»

'Μήπως επειδή κοιμάται;' Σκέφτηκε νευριασμένη η Gloria «Μισό λεπτό να δω» της απάντησε τελικά και άφησε το τηλέφωνο στο τραπεζάκι. Ανέβηκε πάλι τις σκάλες και σταμάτησε μπροστά από την πόρτα του δωματίου του Max. Δεν χρειαζόταν να ανοίξει την πόρτα για να δει, μπορούσε να καταλάβει την μυρωδιά της. Λύκος, αυτός ήταν ο Max. Άνθρωπος, να και η Jill. Κατέβηκε και έφτασε στο τηλέφωνο.

«Ναι εδώ είναι, κοιμάται. Θέλετε να της πω κάτι όταν ξυπνήσει;»

«Όχι, όχι. Εντάξει, ευχαριστώ Gloria. Και πάλι με συγχωρείς.» της είπε και έκλεισε το τηλέφωνο.

Η Gloria έκανε μεταβολή, και είδε την Jill να την παρακολουθεί από της σκάλες.

«Με συγχωρείς για την μητέρα μου» της είπε «απλώς... μετά από την απαγωγή έχει γίνει πολύ... πώς να το πω... υπερβολική.»

Ξέφυγε ένα μικρό γελάκι από την Gloria και στην συνέχεια της είπε

«Δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς, μετά από λίγο θα χτυπούσε το ξυπνητήρι μου. Έχω πολλά να κάνω σήμερα. Με πρώτο, την εξάσκηση.»

«Ούτε κι εγώ θα ξανακοιμηθώ.» είπε στην Gloria και κάθισε στον καναπέ του σαλονιού.

«Τι σε απασχολεί;» τη ρώτησε η Gloria που κάθισε δίπλα της.

«Να είναι που... δεν έχω μιλήσει ακόμα στους γονείς μου για... όλα αυτά που συνέβησαν το καλοκαίρι. Δεν ξέρω πώς. Φοβάμαι πως άμα το μάθουν, όλα θα αλλάξουν μεταξύ μας. Και είναι και το άλλο.» αλλά σταμάτησε απότομα την συζήτηση.

«Τι είναι;» την ρώτησε η Gloria

«Να... Αποφεύγω να πάω σπίτι για να μην με πετύχουν κάποια στιγμή που θα βλέπω ένα όραμα. Εννοώ δεν ξέρεις πότε θα...» οι λέξεις έσβησαν όταν το βλέμμα της Jill καρφώθηκε στον άσπρο τοίχο του σαλονιού. Τα μάτια της άλλαξαν χρώμα και έγιναν μαύρα, ολόμαυρα. Η Gloria δεν ήξερε τι συνέβαινε. Ήθελε να την ηρεμήσει με κάποιον τρόπο αλλά αυτή δεν ήταν ταραγμένη, απλώς, χαμένη... Καθόταν εκεί και κοιτούσε ένα τίποτα.

Γεννημένη Λυκάνθρωπος- Στη συντροφιά των λύκων (Βιβλίο 1)Where stories live. Discover now