κεφάλαιο 26

281 33 0
                                    

'Γιαγιά είναι 4 η ώρα το πρωί . Πήγαινε για ύπνο. '

'Όχι πριν λύσουμε το πρόβλημα. Ο Ορέστης θα κοιμηθεί εδώ. Είναι κρίμα να κάνει σχεδόν μια ώρα μέχρι να φτάσει στο κέντρο '

'Δεν πειράζει κυρία Ευαγγελία. Έχω κάνει ήδη 6 ώρες . Μια παραπάνω δεν είναι τίποτα '

'Δεν ακούω κουβέντα. Εσύ έφερες την Εύα μέχρι εδώ. Δεν πρόκειται να φύγεις. Τελείωσε '

Εδώ και δέκα λεπτά έχουμε φτάσει Θεσσαλονίκη και η γιαγιά μου δεν αφήνει τον Ορέστη να πάει σπίτι του. Είναι πολύ γελοία όλη η φάση πραγματικά. Αφού εκείνη ανενδωτη προχώρησε στο εσωτερικό του σπιτιού, κοίταξα λυπημένα τον Ορέστη.

'Συγγνώμη '

'Σιγά τε μωρό μου. Φέρνω τα πράγματα μέσα '

Προχώρησε προς τη μηχανή και πήρε τα σακβουαγιαζ . Εγώ είχα ήδη μπει μέσα.

'λοιπόν Εύα εσύ θα κοιμηθείς στο δωμάτιο του μπαμπά σου και ο Ορέστης στου Κώστα. Θέλετε να σας φτιάξω τίποτα να φάτε; '

' Γιαγιά για το Θεό. κοντεύει πέντε. πήγαινε κοιμησου. Δεν χρειαζόμαστε τίποτα. '

'Καλά μην φωνάζεις. Θα τα πούμε το πρωί. Καληνύχτα '

'Καληνύχτα ' ετριξα και μπήκα στο δωμάτιο να αφήσω τη τσάντα μου. Μόλις την άφησα βγήκα πάλι στο διάδρομο και αντίκρισα ένα κατά κουρασμένο Ορεστη  να στέκεται δίπλα στο τοίχο.

'Το δωμάτιο σου' είπα ενώ άνοιξα τη πόρτα του δωμάτιο του θείου μου. Εκείνος με ακολούθησε και έπεσε κατευθείαν στο κρεβάτι. Γέλασα για μια στιγμή και τον πλησίασα.

'Αν χρειαστείς κάτι θα είμαι δίπλα '

'Δεν θα κοιμηθούμε μαζί; '

'Θες να πάθει κάνα εγκεφαλικό η κυρά Βαγγελιο ;'

Χαμογέλασε δειλά και μου έκανε νόημα να πλησιάσω. Εγώ εσκυψα κι τον φίλησα πεταχτά.

'Κοιμησου. Κουραστηκες πολύ. '

'Σε αγαπώ '

'κι γω σ αγαπώ '

Έκλεισα το φως και πήγα στο άλλο δωμάτιο. Ξάπλωσα στο κρεβάτι και με ένα χαζό χαμόγελο, αποκοιμήθηκα. Ένιωθα τρις ευτυχισμένη.

...

'Πρέπει να φύγω κυρία Ευαγγελια. Με περιμένουν '

'μα δεν έφαγες τίποτα '

'Είμαι εντάξει. . Μην ανησυχείτε. '

'Σε περιμένω για τάβλι μικρε'

Αν όχι τώρα, τότε πότε;Donde viven las historias. Descúbrelo ahora