κεφάλαιο 13

53 13 3
                                    

Την άλλη μέρα το πρωί πήγα πάλι κέντρο για να αγοράσω κάποια απαραίτητα πράγματα για τον κήπο μας.
Όταν τα πήρα γύρισα γρήγορα σπίτι γιατί η θερμοκρασία σήμερα ανέβηκε μέχρι το θεό.
Ντύθηκα με πρόχειρα ρούχα και αθλητικά παπούτσια και όρμησα στον κατεστραμμένο προς το παρόν κήπο αποφασισμένη να τον κάνω κουκλί.
Χαμός γινόταν, παντου χώματα και ξεραμένα φύλλα. Δεν ήξερες από που να πρώτο αρχίσεις. Μετά απο ώριμη σκέψη λοιπόν και μεγάλη συζήτηση με τον κύριο Αόρατο, ξεκίνησα να βγάζω τα χαλασμένα λουλούδια και να φυτεύω τα καινούρια. Έπειτα σκούπισα τα χώματα από ολη την αυλή, ξεσκονισα το μαρμάρινο τραπεζάκι και τις τρείς καρέκλες του. Έκανα μερικα βήματα πίσω σκορπίζοντας με ένα άσπρο πανί τον ιδρώτα απο το μέτωπό μου και θαύμασα το αριστούργημά μου.
Ε καλα μη τα παραλές ρε ψωνάρα.
Σκάσε υποσυνείδητο. Τέλειος ειναι ο κήπος μας.
Έχουν περάσει δύο ώρες χωρίς καν να το καταλάβω.
Πέταξα μια μεγάλη σακούλα με σκουπίδια στον ανεπαντι κάδο  και γύρισα σπίτι ξεθεωμενη.
Σιγα κούκλα μου, δυο χορταρακια εβγαλες.
Shut up φωνούλα in my head.
Κατέχω και το αγγλικό πανάθεμά με.
Η μαμά είναι δουλειά πάλι. Την βλέπω τα βραδιά μια ώρα μονο, γυρίζει στις 00:00.
Ξάπλωσα στο γκρι καναπέ μας δίχως να ανοίξω την τηλεόραση. Έχω στοίβες βιβλίων παντού οπότε άπλωσα το χέρι μου και πήρα ένα μισό τελειωμενο βιβλίο και άρχισα να διαβάζω απο μία τυχαία σελίδα. Πέτυχα μια μάχη, μιλούσε για φωτιές και πυρκαγιές με καπνούς παντού. Ήταν λες και ζούσα εκείνη τη στιγμή του βιβλίου. Βασικα ίσως και να την ζούσα.
Τα δάχτυλά μου πήραν φωτιά στην κυριολεξία. Κοκκινισαν οι άκρες των δαχτύλων μου και στη συνέχεια όλη η παλάμη ενώ πετάχτηκαν φλόγες. Δεν ήξερα αν ειναι όνειρο ή εφιάλτης. Γιατι για πραγματικότητα δεν παιζει. Καθόμουν και κοιτούσα την φωτιά η οποία εξαπλώθηκε και στο βιβλίο. Αυτόματα το πέταξα στο τραπεζάκι χωρίς να σκεφτώ. Μεγα λαθος! Έπεσε πάνω σε μια στοίβα χαρτιά σημειώσεων της δουλειάς της μαμάς προκαλώντας μεγαλύτερη φωτιά.
"Θεέ μου." Ψυθιρισα με γουρλωμένα ματια, ηταν το μόνο που μπόρεσα να πω. Δεν μπορούσα να κουνηθώ. Εγω το προκάλεσα αυτο;
Οι φλόγες μεγάλωσαν και σηκώθηκαν προς τα πανω δημιουργώντας καπνούς. Τα χερια μου είχαν επανέλθει στα κανονικά τους. Όταν είδα τη φωτιά να έρχεται προς το μέρος μου ένας διακόπτης πατηθηκε και έβγαλα μια κραυγή. Έβαλα τα χέρια μου μπροστά ελπίζοντας να προστατευτω κάπως. Κι όντως το έκανα. Τα χέρια μου απο τη μια με κατέστρεφαν και απο την αλλη με έσωζαν. Έχω αρχίσει να φοβάμαι τον ίδιο μου τον ευατό.
Μάλλον μεταμορφωθηκα σε βρύση διότι τα χερια μου έβγαλαν νερό. Οι παλάμες μου πετούσαν νερό χωρίς όμως να μουσκευονται όπως επίσης δε κάηκαν πριν.
Το νερό έσβησε τη φωτιά οπως ήταν αναμενόμενο. Εγώ σταμάτησα να τσιρίζω και μόνο τότε άκουσα τα χτυπήματα στην πόρτα.
"Άλις! " Ούρλιαζε μια φωνή ασταμάτητα.
••••••••••••••••••••••••••••••••
Οοοο ναι! Έβαλα επιτέλους.
Την χάνουμε την Άλις μας ε;😂
Αφήστε σχολιοο καιιιι πατηστε τοο 🌟! Κλαασικα.
See you soon 💋

The begining of the end {Book 1}#bgbc2017Where stories live. Discover now