Την επόμενη μέρα ξύπνησα με μια βασανιστική φαγούρα στα χέρια. Η μαμά το είπε στους γιατρούς, εκείνοι μου έβαλαν κρέμες αλλά δεν βοήθησαν καθόλου. Τα χέρια μου πλέον είχαν ερεθυστεί από το πολύ ξύσημο.
''Φαγουρίζομαι συνέχεια.'' Είπα στον γιατρό όσο μπορούσα πιο ήρεμα για να μην βάλω τα κλάματα. Είχε βραδιάσει και η μαμα είχε γυρίσει σπίτι.
''Δεν κάνει να ξύνεσαι.'' Μου είπε βάζοντάς μου τα χέρια στο πλάι. ''Τα ερεθύζεις περισσότερο.''
''Μα δεν μπορω άλλο, κάντε κατι.'' Κλαψούρισα σαν μικρό κοριτσάκι που δεν του έπαιρναν το παιχνίδι που ζητούσε.
''Δεν ξέρουμε τι έχεις παθει. Δεν σε φτάνει καμια θεραπεία, Άλις.'' Είπε με σοβαρό τόνο της φωνής του.
Δεν έφερα άλλη αντίριση, ξάπλωσα προσπαθώντας να κοιμηθώ. Διοτι πλέον μόνο όταν κοιμάμαι νιωθω φυσιολογική.
***
Επιτέλους μετά απο δυο βδομάδες μου έδωσαν εξητήριο λέγοντας πως η περίπτωσή μου πρέπει να μελετηθεί απο ανωτέρους. Κάλεσαν ταξή το οποίο με πήγε σπίτι μου, σπιτάκι μου. Κόντεψα να τρελαθώ εκει μέσα, με εκείνη την απαίσια μυρωδιά του νοσοκομείου και όλους τους άρρωστους να φτερνίζονται όπου σταθούν και όπου βρεθούν. Και καλά, σιγα! Απλώς γλύτωσα από τον κεραυνό, ήμουν πολυ τυχερή και ξέρω πως ήταν πολυ περίεργο αλλα αυτά έχει η ζωή. Μόλις μπήκα στο σπίτι βρέθηκα αντιμέτωπη με κάτι μεγάλες κούτες.
''Μαμά;'' Η φωνή μου αντίχησαι μέσα στο άδειο πλέον σπίτι.
''Γύρισες γλυκία μου;'' Με ρώτησε ριτορηκά φωνάζοντας και βγαίνοντας απο το δωμάτιό της. ''Α... τα είδες κιόλας ε;'' Ρώτησε δίχνοντας τα κουτιά.
''Πως να μην τα δω; Δεν είναι και τόσο δα.'' Είπα ειρωνίκα. ''Τι γίνεται εδώ;'' Απέτησα αμέσως μετά να μάθω.
''Αγάπη μου, δεν ήθελα να στο πω τόσο απότομα όμως ήξερες από παλιά οτι ήθελα να φύγω από αυτο το σπίτι, είναι γεμάτο αναμνησεις και τώρα μετακομίζουμε. Το πήρα απόφαση απο την στιγμή που έγινε το γεγονός με τοον κεραυνό και κόντεψα να τρελαθώ στην ιδέα οτι μπορεί να χάσω και εσένα. Θέλω να φύγω απο αυτήν την πόλη.''
''Μαμα καταλαβαίνω απλως... εδώ μεγάλωσα, εδώ έζησα. Δεν έχω κάποιες ιδιαίτερες φίλες εδω βασικά, δεν έχω θέμα να φύγουμε. Το μόνο που φοβάμαι είναι αν θα συνηθίσουμε εκεί που θα πάμε.'' Της εξήγησα δηστακτικά.
''Το ξέρω οτι φοβάσαι Άλις μου, αλλα θα τα καταφέρουμε. Θα κάνουμε μια καινούρια ζωη, καλύτερη.'' Με φίλησε στο μέτωπο ενώ μετά πήρε μια μικρή κούτα και πήγε να την βάλει στο τζιπάκι μας. Εντάξει, είχε δίκιο. Νέα ζωη, ουαου! Βαρέθηκα αυτή την πόλη, βαρέθηκα την Αγγλία. Ετσι κι αλλιώς όντως η μαμα μου ήθελε να φύγει από εδώ απο τότε που πεθανε ο μπαμπάς μου, πριν τέσσερα χρόνια απο τροχαίο.
VOUS LISEZ
The begining of the end {Book 1}#bgbc2017
FantastiqueΗ 'Αλις Κότλερ ειναι μια ήσυχη έφηβη η οποια ειχε μια συνηθησμενη μερα. Γυρνοντας ομως απο το σχολειο μια μεγαλη μπόρα θα της αλλαξει την ζωη. Η μετακομιση θα την κανει αλλον ανθρωπο,θα αποκαλει τον ευατο της ''Μεταλαγμενο''διοτι θα αποκτησει υπερ...