κεφάλαιο 11

64 15 0
                                    

Σκούπισα βιαστικά τα δάκρυά μου που τόση ώρα έτρεχαν ποτάμια γιατι άκουσα τα τακούνια της μαμάς μου να ανεβαίνουν τα σκαλιά. Άνοιξε η πόρτα και κατέβασα ελαφρώς το κεφάλι μου.
"Άλις ηρθα! Τι κα-" Σταματάει χάνοντας την καλή της διάθεση αφού είδε τα πρησμένα μάτια μου. "Κλαις; " Ρώτησε ανήσυχη.
"Λιγο." Είπα κοιτάζοντας την στα μάτια.
Ήρθε και έκατσε δίπλα μου στο κρεβάτι παραμερίζοντας τα σκεπάσματα.
"Τι εγινε γλυκιά μου;" Ρώτησε χαϊδεύοντας τα μαλλια μου.
"Έγινε κατι πριν." Της ειπα και με το βλέμμα της με παρότρυνε να συνεχίσω. Της εξήγησα όλα όσα έγιναν, παραλείποντας τον γειτονακο μας.
"Μωρό μου, σκυψε λιγο" Μου είπε γλυκά. Δεν περίμενα ακριβώς αυτη την απάντηση βασικά αλλα εκανα οτι μου είπε.
"Δεν εχεις θερμοκρασία. " Λεει παραξενεμένη.
"Μαμα! Δεν έχω πυρετό! Αλήθεια σου λέω. "Είπα δυνατά οταν κατάλαβα τι εννοούσε.
"Άλις θέλεις ξεκούραση. Εγώ πρέπει να παω στη δουλειά. "Μου δήλωσε.
"Δουλειά; Μα καλά, ποτέ πρόλαβες;"
"Χθες με προσέλαβαν. Είναι ενα νοσοκομείο κανά μισάωρο έξω απο την πόλη. "
"Ναι αλλα μολις τωρα ήρθες." Γκρινιαξα κάνοντας φάτσα κουταβιού.
"Το ξέρω Άλις μου. Αλλα αν δουλειά γιοκ τότε και λεφτά γιοκ. Κι αν λεφτά γιοκ γιοκ τοτε-" Την έπιασε παλι η πολυλογία της.
"Καλα καλα! Αντε πήγαινε, καλα να περάσεις!" Την φίλησα και την έσπρωξα προς την πόρτα. Εκείνη γέλασε και κούνησε το χερι της χερετοντας με.
Μετά απο πέντε λεπτά χτύπησε το κουδούνι. Πφ, αμάν ολο τα κλειδιά της ξέχναει! Σηκωθηκα με χίλια ζόρια και κατέβηκα να ανοίξω.

The begining of the end {Book 1}#bgbc2017Donde viven las historias. Descúbrelo ahora