κεφάλαιο 31

48 9 9
                                    

"Με δουλεύεις τόση ώρα έτσι;" Ρωτησα οταν μπόρεσα τελικα να μιλήσω.

"Οχι γαμωτο! Αληθεια είναι ολα"

"Πως μπορώ να σε πιστέψω; Το πιο πιθανον να μου τα λες για να περασει η ωρα σου" Του ειπα και απομάκρυνα το μάγουλο μου απο την παλάμη του.

"Οχι Άλις, κανεις λαθος" Είπε χωρίς να παρει τα ματια του απο τα δικα μου.

"Δεν ξερω Μπράιαν, δεν θέλω να κρατήσει αυτο για λίγο και μετα μη τον ειδατε τον Παναή" Του ειπα κουνώντας δυσπιστα το κεφαλι μου.

"Δεν θα γίνει ετσι, γιατι σε θέλω και το ξερω οτι με θες και εσυ"

"Και ποιος στο πε αυτό παρακαλώ;" Ρωτησα σταυρονωντας τα χερια μπροστά στο στήθος μου.

"Εσυ" Μου απάντησε με ενα χαμόγελο "Την νυχτα μετα την επίθεση, παραμιλουσες και έλεγες πολλα. Και περα απο αυτό, φαινεται"

"Μεγαλη ιδεα εχεις για τον ευατό σου" Του λεω κοιτάζοντας τον ειρωνικά.

"Δηλαδη; Δεν με θες;" Με ρώτησε εξακολουθώντας να χαμογελάει σαν χαζό.

"Τι; Δ-δεν ειναι α-αυτο το θεμα μας!"

Εγω+Παπαρούνες= Βαλε το κοκκινο φουστάνι εκεινο που σε κάνει να μοιάζεις πυρκαγιά!

Εκείνος γέλασε.

"Αυτό ακριβώς ειναι το θέμα μας"

"Ν-ναι ναι οκευ"

"Μην το παίζεις δυσκολη, δεν με πείθεις" Μου ειπε κουνώντας το κεφαλι του περα δώθε υποτίθεται συμπονετικα.

"Ηλίθιε στρουμφοκαμιλε" Μουρμουρισα μεσα απο τα δόντια μου και τον χτυπισα στο μπράτσο, κάνοντας τον να γελάσει πάλι.

Κατεβήκαμε απο αμαξι και αντί να μιλαμε πλέον γελούσαμε σαν χαζοχαρουμενα παιδάκια που τους ειπαν οι γονείς τους οτι θα πανε Jumbo.

"Παμε γιατί η αδελφούλα σου θα μας βρίσει" Του υπενθυμησα την ύπαρξη της Νατ και εκείνος γουρλωσε φα ματια του.

"Παμε!" Ειπε και έφυγε τροχαδον μπροστά.
                         ~~~
Το καταφύγιο δεν ηταν ακριβώς πάνω στο βουνό, αλλα μεσα σε αυτό.

Περάσαμε κατω απο δέντρα, μεσα απο θάμνους, πανω απο βράχους και ναι... Ολα αυτά για να φτάσουμε σε μια σιδερένια πόρτα με εναν, επίσης, σιδερένιο κύκλο στην μεση.

Η Νατ που ήταν ηδη εκεί με καποια πραγματα, μολις μας είδε μου χαμογέλασε και γύρισε προς την πόρτα.

Να φοβηθώ;

"Ειμαι η Νατάνια Μπλέικ και ζητώ την άδεια να μπω σε αυτόν τον χώρο"

Λέγοντας αυτα τα λόγια, ο κύκλος στην μεση της πόρτας άρχισε να γυρίζει αργά ανοίγοντας σιγα σιγα και την πόρτα που ετριζε σαν λυσσασμένη.

"Αναγνωρίζει τις φωνές των εκλεκτών Μεταλλαγμένων" Μου εξήγησε ο Μπράιαν, αφου είδε το αγελαδισιο βλεμμα μου.
Το εσωτερικό ήταν ενα κανονικό σπιτι.

Μς βαση τα δεδομένα πλουσίων...

Η ανακαίνιση έμοιαζε ολοκαίνουργια, λευκοί καναπέδες μπροστα απο μια οθόνη σινεμα.

Γτφ! Σε καταφύγιο ηρθαμε ή σε πολυτελές ξενοδοχείο;

Στο βάθος ειχε τεσσερα δωμάτια, απο τα οποία το ενα ηταν δικο μου.

Με οδήγησε εκει η Νατ και καλυτερα να μην το ειχε κανει ποτε.

Ενα έχω να πω μονο..

Ημιδιπλο κρεβατι!

Απο εκείνα τα μαλακά, τα αφράτα σαν ζελεδάκια.

Ονειρο!

ΤΟ όνειρο.

"Θα έρθουν σε λιγο η Λου και ο Μαρκ, ειναι αδέλφια" Πηρε τον λογο η Νατ σπάζοντας την σιωπή.

Ειχαμε τελειωσει και την τακτοποιηση των ρούχων μου και καθόμασταν στο πάτωμα ακουμπώντας στον τοίχο.

Τόσο ανώμαλες ειμασταν, ναι.

Αντί να κάτσουμε στο αφράτο κρεβατάκι καθόμαστε στο σκληρό πατωματακι.

"Επιτέλους θα τους γνωρίσω. Αλλα..." Δίστασα λιγο "Εχει μονο τέσσερα δωματιο, πως θα χωρέσουμε;"

"Θα κοιμηθώ εγω στον καναπέ" Ακούστηκε η φωνη του Μπράιαν που δεν ηξερα οτι στεκόταν στην πόρτα και πετάχτηκα.

Χωρις να πει τιποτα αλλο, έφυγε γελώντας σιγανά.

Κοίταξα την Νατ και εκεινη ανασηκωσε τους ώμους της.

Εκείνη ακριβώς την στιγμή ακούσαμε την σιδερένια πορτα της εισόδου να ανοίγει.

The begining of the end {Book 1}#bgbc2017Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon