Καυγάς

4.5K 448 86
                                    

Οι αντιδράσεις που δέχτηκα από τους δύο άντρες μπροστά μου ήταν τα δύο άκρα αντίθετα. Ο Ορφέας φάνηκε να μαζεύεται στη θέση του σαν να ντράπηκε από το ύφος μου ενώ ο κύριος Σταύρος φαινόταν λες και ήταν έτοιμος να με επιπλήξει που τολμάω να σηκώνω τη φωνή μου στον τόσο σημαντικό καλεσμένο του.

Και εγώ με τη φόρα που είχα πάρει τώρα νομίζει ο κύριος ότι θα με ένοιαζε ιδιαίτερα; Δεν πάει να πει ότι θέλει και αυτός; την όρεξη του είχα.

«Λοιπόν; περιμένω μία απάντηση. Νόμιζα ότι εγκατέλειψες τα μέρη μας μια και καλή πριν από 10 χρόνια» συνέχισα να τον κοιτάω επικριτικά. Αν μου είχε λείψει; Ναι. Φυσικά και μου είχε λείψει. Πάρα μα πάρα πολύ. Αλλά αυτό δεν είχε κάποια σημασία αυτην τη στιγμή.Ούτως ή άλλως όμως και να του το πω, δεν νομίζω να τον νοιάζει και ιδιαίτερα.

«Μ' αρέσει που σου ζήτησα να μην με ντροπιάσεις» μου είπε εκνευρισμένα ο εργοδότης μου τραβώντας τα βλέμματά μας πάνω του. Αλλά η διαφορά είναι ότι ενώ εγώ τον κοίταξα αναστατωμένη, ο αδερφός μου τον κοίταξε λες και ετοίμαζε στο μυαλό του το φόνο του. Να μην πω πως είχε ήδη φτάσει στο κομμάτι που έλεγε στην αστυνομία ότι ήταν ένα ατύχημα.

«Να της μιλάς καλύτερα!» είπε ο Ορφέας πριν προλάβω να αντιδράσω. Τέλεια γιατί τόσα χρόνια που δεν ήταν αυτός δίπλα εγώ δεν τα έβγαζα πέρα μόνη μου. Εκείνον περίμενα.

«Ηρέμησε Ορφέα έχει δίκιο ο κύριος Σταύρος. Δεν είναι σωστό να μιλάω έτσι σε έναν εξίσου κύριο που είναι και καλεσμένος μας με τέτοιον τρόπο. Γι αυτό με συγχωρείς. Ή βασικά, κύριε Ορφέα, με συγχωρείται» του είπα ειρωνικά τονίζοντας κάθε φορά τη λέξη κύριος είτε απευθυνόταν στον αδερφό μου είτε στον εργοδότη μου.

Δηλαδή τώρα τι;  Από τη στιγμή που διάλεξε να πάει με την μαμά δεν νομίζω πως έχω να συζητήσω τίποτα μαζί του. Ναι δεν λέω, δεν με ξέγραψε ακριβώς. Προσπάθησε να κρατήσει μία επαφή μαζί μου. Αλλά δεν ήθελα. Να την κάνω τι ακριβώς; Έκανε την επιλογή του να πορευτεί μαζί της.

«Ρε Αγάπη το ξέρεις ότι αυτό δεν ισχύει μαζί μου-» την πρότασή του, και τον πιθανό χαμό που θα ακολουθούσε, διέκοψε το κουδούνι. Και αν μαντεύω σωστά πίσω από την πόρτα είναι η Σεσίλια.

«Πάω να ανοίξω» είπα και προχώρησα προς την πόρτα η οποία βρισκόταν κάτι μέτρα μακριά. Πέρασα το χολ και άνοιξα με τρεμάμενα χέρια. Δεν είναι και λίγο το σοκ που έπαθα. 10 χρόνια δεν είναι και λίγα.

Καρδιά Από ΠέτραDonde viven las historias. Descúbrelo ahora