Μυστικά

4K 414 296
                                    

«Εντάξει μωρέ δεν το έκανα επίτηδες» μουρμούρισε σαν παιδί ο Γρηγόρης ενώ κρατούσε αγκαλιά το λούτρινο αρκουδάκι που είχε φέρει για την Αμέλια. Εδώ και μισή ώρα ο Σταύρος τον έψελνε για την ανωριμότητα του, που μπήκε μέσα σε ένα νοσοκομείο και άρχισε να σπέρνει τον πανικό ανοίγοντας όσες πόρτες έβρισκε μπροστά του μέχρι να βρει το δωμάτιο που ήθελε. Να μου πεις είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.

«Μα δεν είναι θέμα του αν το έκανες επίτηδες. Αφού στην ρεσεψιόν σου είπαν ποιο δωμάτιο ήταν γιατί απλά δεν κοιτούσες τα νουμεράκια απ' απ' έξω για να μπεις στο σωστό;!» τον ρώτησε με γνήσια απορία. Η αλήθεια είναι πως και εμένα με έτρωγε η ίδια ερώτηση τόση ώρα αλλά δεν την έκανα για να μην διακόψω αυτήν την τρυφερή στιγμή ανάμεσά τους. Και επειδή δεν ήθελα να πάρουν εμένα τα σκάγια από την οργή του Σταύρου. Είπαμε δεν είμαι τόσο χαζή.

«Εεε κοίτα... θυμόμουν ότι άρχιζε από 5 το νούμερο αλλά δεν θυμόμουν τη συνέχεια» μας απάντησε με φυσικότητα και άφησε επιτέλους τον αρκούδο για να τον ακουμπήσει δίπλα από την κοιμισμένη Αμέλια. Η λογική του όμως με ξεπερνάει.

«Και είπες, πώς να το βρω; Ας ανοίξω όλες τις πόρτες του διαδρόμου. Όλο και κάποια θα είναι» ειρωνεύτηκε ο εργοδότης μου αλλά πίσω από αυτόν τον φαινομενικό εκνευρισμό του ο οποιοσδήποτε μπορούσε να διακρίνει πως χαιρόταν που ήταν εκεί ο Γρηγόρης.

Το σώμα του από την στιγμή που εμφανίστηκε ο κολλητός του είχε χαλαρώσει αισθητά και μπορούσα μέχρι και να διακρίνω ένα μικρό χαμόγελο κάθε φορά που εξηγούσε το σκεπτικό του ο Γρηγόρης.  

«Ρε Σταύρο ούτε η μάνα μου να ήσουν να πούμε. Έκανα λάθος, ζήτησα συγνώμη προχώρα παρακάτω» του απάντησε με ύφος αλλά με το που είδε την έκφραση του Σταύρου επέστρεψε στο προηγούμενο στυλ που είχε υιοθετήσει. Αυτού του 5χρονου. Του ταίριαζε γάντι πάντως.

Εκείνη τη στιγμή η Αμέλια άρχισε να κουνιέται στον ύπνο της για να αλλάξει πλευρό και είπε απλά ένα «Σςςς». Μπορώ να πω πως αυτός ήταν ο πιο αποτελεσματικός τρόπος για να το βουλώσει και ο εργοδότης μου και ο κολλητός του. 

Και κάπως έτσι λοιπόν, φτάσαμε στο σημείο να είμαστε απλωμένοι σε όλο το δωμάτιο. Ο Γρηγόρης καθόταν πάνω στο κρεβάτι της Αμέλιας, στα κατωπόδαρα, και κοιμόταν του καλού καιρού. Ο Σταύρος ακουμπούσε στο περβάζι του παραθύρου και κοιτούσε έξω χαμένος στις σκέψεις και κάθε τρεις και λίγο ξεφυσούσε. Και εγώ καθόμουν σε μία άβολη καρέκλα στη μέση του δωματίου και χάζευα τον εργοδότη μου. Πριν από ένα εικοσάλεπτο είχε περάσει και ο σεκιούριτι να μας πει ότι στο δωμάτιο έπρεπε να είναι μόνο η ασθενής με έναν συνοδό αλλά κανένας από τους τρεις μας δεν έκανε να φύγει από το δωμάτιο. 

Καρδιά Από ΠέτραDove le storie prendono vita. Scoprilo ora