Ημέρα 10η

324 90 22
                                    

Έπαιζαν μαζί της. Ήθελαν να παίξουν με την φοβία της, να την εκμεταλλευτούν με έναν έξυπνο τρόπο για να την τρομοκρατήσουν.

Το πιο βολικό θα ήταν να ανέβει στην στέγη του σπιτιού της, για να εκτελέσει την 10η αποστολή να και τώρα θα...

-Αδερφούλα θα πάμε μαζί σχολείο; Η μαμά έχει φύγει από νωρίς για να ψάξει για δουλειά. Δεν έχουμε άλλη επιλογή, αφού ο μπαμπάς..., είπε ο Φιοντορ που στεκόταν στην πόρτα.

Η Αλιόνα του χαμογέλασε γλυκά.

-Ναι, θα πάμε μαζί. Με το παλιό μηχανάκι του, αν θες ας μην πάρουμε το λεωφορείο.

-Αχ, ναι σε παρακαλώ!

-Ωραία. Είσαι έτοιμος;

-Είμαι.

Τα δύο αδέρφια κατέβηκαν κάτω και πήραν το παλιό μηχανάκι του μπαμπά από την αποθήκη. Έξω, είχε μια όμορφη μέρα, με ήλιο.

Το ημερολόγιο έδειχνε Δευτέρα 3 Απριλίου, μια σημαντική και τραγική μέρα για την Ρωσία. Τα δύο αδέρφια όμως δεν μπορούσαν να το ξέρουν αυτό, όχι ακόμα τουλάχιστον.

Η Αλιόνα με την φόρα της έσκιζε τους δρόμους, ένιωθε ένα ελαφρύ αεράκι να της χαϊδεύει τα μαλλιά, να την χτυπά στο πρόσωπο και να την κάνει να νιώθει ζωντανή.

Ο Φιοντορ σφίχτηκε πάνω της από τον φόβο του.

-Αλιόνα μην πας τόσο γρήγορα, ζαλίζομαι!

Εκείνη δεν μίλησε κι ούτε πρόλαβε να χαμηλώσει ταχύτητα.

Γιατί... γιατί τον είδε! Ήταν εκείνος, ο νεαρός που την έσωσε χθες στην γέφυρα! Φορούσε την ίδια μαύρη ζακέτα και περπατούσε αδιάφορα στον δρόμο. Αυτή τον είδε, αυτός όχι.

Έστριψε όπως όπως στην στροφή, για να μην τους δει ο νεαρός και πήρε μια βαθιά ανάσα. Ο Φιοντορ πίσω της δεν έδειχνε να είχε καταλάβει τίποτα, καλύτερα δηλαδή.

Λες αυτός ο νεαρός να έμενε κάπου κοντά τους; Λες να τον είχε ξαναδεί στον παρελθόν και να μην το θυμόταν; Εκείνος... την γνώριζε;

Άφησε τον Φιοντορ στο σχολείο του και πήρε τον χρόνο για το δικό της. Θεέ μου, δεν ήθελε ποτέ ξανά να συναντήσει αυτόν τον άγνωστο, γιατί τότε σίγουρα θα άρχιζε τις περίεργες ερωτήσεις, σίγουρα δεν θα την άφηνε στην ησυχία της. Θα την ρωτούσε πως βρέθηκε στη γέφυρα εκείνο το βράδυ, γιατί ήθελε να πηδήξει, γιατί τραβούσε βίντεο!

Άφησε ως συνήθως το μηχανάκι λίγα μέτρα μακριά από το σχολείο, κάπου κρυμμένο ανάμεσα σε θάμνους και συνέχισε να περπατά. Μέρα τον θάνατο του πατέρα της, ήταν η πρώτη φορά που θα πήγαινε σχολείο. Η πρώτη φορά που ήξερε πως εκείνος δεν θα έρθει να την πάρει όταν σχολάσει.

50 μέρες {TYS17}Where stories live. Discover now