~5~

648 55 29
                                    

Σαν απόφαγαν το φτωχικό βραδινό τους, έπλυναν τα πιάτα και έπειτα ανέβηκαν στο επάνω πάτωμα του σπιτιού. Όπως είχε προβλέψει η Evie, και το επάνω μέρος ήταν αρκετά μεγάλο, με τρία δωμάτια και ένα ευρύχωρο μπάνιο. Η Atalantis την οδήγησε σε ένα από τα δωμάτια, το οποίο περιείχε ένα διπλό ξύλινο κρεβάτι με κομοδίνα στο ίδιο στυλ και μία γιγάντια ξύλινη ντουλάπα. Μονάχα δύο λαμπατέρ φώτιζαν το δωμάτιο, τα οποία πιθανότατα να λειτουργούσαν με μαγεία διότι αποτελούνταν από δύο κεριά τα οποία δεν έλιωναν ποτέ. Η Atalantis έβγαλε μία ροζ νυχτικιά από την ντουλάπα και την έδωσε στην Evie, λέγοντας της ότι ίσως να της ήταν λίγο μεγάλη. Την Evie όμως δεν την ενοχλούσε καθόλου. Ίσως ήταν και το τελευταίο πράγμα που την απασχολούσε. Η συγκεκριμένη νυχτικιά της θύμισε έντονα αυτή της μακαρίτισσας της γιαγιάς της καθώς την κρατούσε στα χέρια της, ρίχνοντας της μία ματιά.

"Θα είμαι στο απέναντι δωμάτιο αν χρειαστείς κάτι" την πληροφόρησε η Atalantis "Για να κλείσεις τις λάμπες απλά γυρνά τις βαλβίδες στο πλάι"

Η Evie ένευσε.

"Καλό βράδυ" της είπε η Atalantis πριν κλείσει την πόρτα πίσω της, αφήνοντας την Evie ελεύθερη να αλλάξει. Όταν τελικά φόρεσε την νυχτικιά, συνειδητοποίησε πόσο δίκιο είχε η Atalantis: ήταν τόσο μακρυά που πάνω της ήταν σαν φόρεμα. Την δουλειά της πάντως την έκανε. Δίπλωσε τα ρούχα της και τα άφησε πάνω σε μία καρέκλα που βρισκόταν στη γωνία του δωματίου.

Μπήκε κάτω από τα κατακόκκινα σκεπάσματα και έκλεισε τις λάμπες όπως της είχε υποδείξει η Atalantis. Το δωμάτιο έγινε σκοτεινό, όμως τα αστέρια από το παράθυρο έλουζαν το δωμάτιο με αρκετό φως. Η Evie δεν κοιμήθηκε αμέσως. Έμεινε ξαπλωμένη, χαζεύοντας τους αστερισμούς που έλαμπαν στον νυχτερινό ουρανό. Κάπου εκεί έξω παραμόνευε και ο Borgia, ετοιμάζοντας την επόμενη κίνησή του. Άραγε, τι να ετοίμαζε; Θα προσπαθούσε να την βλάψει ξανά; Τα σενάρια ήταν ποικοίλα και τρομακτικά. Με αυτές τις σκέψεις την πήρε ο ύπνος.

~•~•~•~•~

Οι πρωινές αχτίδες του ήλιου ήταν που την ξύπνησαν, όταν εκείνες ταξίδεψαν μέσα από το παράθυρο και σκαρφάλωσαν στο πρόσωπό της, καταλήγοντας στα μάτια της. Ξύπνησε πανικόβλητη όταν δεν αναγνώρισε το δωμάτιο στο οποίο βρισκόταν. Μετά όμως θυμήθηκε.

Ώστε δεν ήταν όνειρο τελικά, σκέφτηκε. Παραμερίζοντας τα σκεπάσματα, κρέμασε τα πόδια της έξω από το κρεβάτι καθώς τέντωνε τα χέρια και την πλάτη της. Τα πόδια της ακούμπησαν στο σκληρό, ξύλινο δάπεδο και για μία στιγμή φοβήθηκε μη μπει καμία σκλίθρα στην πατούσα της. Σκύβοντας κάτω, είδε ένα ζευγάρι παντόφλες να περιμένουν δίπλα στο κρεβάτι. Ήταν σίγουρη ότι δεν βρισκόταν εκεί το προηγούμενο βράδυ. Παρόλα αυτά, τις φόρεσε και πήγε στο μπάνιο.

Τα Χρονικά Του Dragonmere: Ο Άρχοντας Των Δράκων {Book 1}Where stories live. Discover now