~41~

292 36 15
                                    

Πέρασαν τις επόμενες μέρες ερευνώντας την περιοχή γύρω από την βιβλιοθήκη και οργανώνοντας προσεκτικά το σχέδιό τους, μελετώντας χάρτες και αρχιτεκτονικά σχέδια ξανά και ξανά μέχρι να σιγουρευτούν για το σχέδιο αυτό. Την παραμονή της εισβολής τους στην βιβλιοθήκη έκαναν μία ανασκόπηση του σχεδίου τους προτού πέσουν για ύπνο. Παρόλο που γνώριζε πολύ καλά ότι έπρεπε να ξεκουραστεί, η Evie δεν κοιμήθηκε καλά εκείνο το βράδυ. Η επιτυχία τους ήταν αναγκαία διότι από αυτήν διακυβέβονταν πολλά. Χρειάζονταν απεγνωσμένα αυτό το βιβλίο. Τελικά την πήρε ο ύπνος κοντά στα ξημερώματα αλλά δεν ήταν από εκείνους που ξεκούραζαν.

Την επόμενη μέρα η Titania την ξύπνησε πολύ νωρίς. Αφού ντύθηκαν, πλήρωσαν κάτω στην ρεσεψιόν για την διαμονή τους και αναχώρησαν ευθέως χωρίς τον Orion. Το ξωτικό είχε ήδη από το βράδυ φύγει από την περιοχή μαζί με τα άλογα τα οποία βρίσκονταν κρυμμένα σε μία συγκεκριμένη τοποθεσία κοντά στην βιβλιοθήκη. Στο δρόμο προς αυτή, πήραν από τον ίδιο φούρνο κάτι να φάνε και συνέχισαν την πορεία τους. Σαν έφτασαν κοντά στην βιβλιοθήκη, η Titania τούς τράβηξε μέσα σε ένα σκοτεινό στενό. Έδωσε στην Atalantis μία μαντίλα και μία τσάντα μέσα στην οποία υπήρχε ένα κομμάτι ώμο κρέας.

"Θυμήσου Atalantis-" Έκανε η Titania.

"Ξέρω, είμαι η ανυπεράσπιστη κοπελίτσα που πήγε μέχρι το κρεοπωλείο και της επιτέθηκε ένας τεράστιος σκύλος," την έκοψε η Atalantis καθώς έδενε το μαντήλι γύρω από τον λαιμό της.

"Ωραία, πήγαινε τώρα," διέταξε η μάγισσα και η Atalantis επέστρεψε στον κεντρικό δρόμο. Η Titania έβγαλε βιάστηκα το ραβδί της και έκαμε ένα περίπλοκο ξόρκι που θα τους έκανε αόρατους στον υπόλοιπο κόσμο, σημαδεύοντας κάθε φορά την Evie, την Eden, τον Alphonse και τέλος την ίδια. "Πρέπει να βιαστούμε," τους είπε. "Το ξόρκι δεν θα κρατήσει πάνω από δέκα λεπτά."

Βγήκαν ξανά και αυτοί στον κεντρικό δρόμο, προσπαθώντας να μην έρθουν σε επαφή με κανέναν και κινήσουν υποψίες. Μπροστά τους στα διακόσια μέτρα περπατούσε η Atalantis με την τσάντα στο χέρι. Όταν έφτασαν επιτέλους στη βιβλιοθήκη ξέφυγαν από το πλήθος και έτρεξαν πιο κοντά στην κοκκινομάλλα. Εκείνη συνέχισε να περπατά προς την βιβλιοθήκη. Εκεί όπου ξεκινούσε η μαρμάρινη σκάλα της βιβλιοθήκης ο δρόμος σταματούσε και εκείνη έστριψε αριστερά. Οι υπόλοιποι ακινητοποίθηκαν, κρατώντας τις ανάσες τους.

Ξαφνικά γαβγίσματα και φωνές ξέσπασαν. Κόσμος γύρισε να δει μία γυναίκα να παλεύει με έναν σκύλο που είχε μπήξει τα μυτερά του δόντια στην τσάντα της. Οι φρουροί της βιβλιοθήκης κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και όρμησαν να βοηθήσουν. Τότε εκείνοι άρπαξαν την ευκαιρία και όρμησαν στα μαρμάρινα σκαλοπάτια τα οποία ανέβηκαν δύο δύο. Την επόμενη στιγμή βρέθηκαν στο εσωτερικό της βιβλιοθήκης.

Τα Χρονικά Του Dragonmere: Ο Άρχοντας Των Δράκων {Book 1}Donde viven las historias. Descúbrelo ahora