Κληρονόμοι {15}

5.6K 729 459
                                    

Alex POV

Τα μάτια της Εύας κοιτάζουν αδύναμα δεξιά και αριστερά με τη σπίθα τους να έχει σβηστεί εδώ και λίγες ώρες. Η μύτη και τα μαγουλά της έχουν αναψοκοκκινίσει από το κρύο ενώ τα χέρια της έχουν μωβίσει. Τα παίρνω με τον ηλίθιο καιρό, είναι καλοκαίρι, υποτίθεται το καλοκαίρι η Εύα δεν θα πέθαινε από το γαμημένο κρύο.

Τα χέρια της είναι σταυρωμένα μπροστά στη κοιλιά της. Μοιάζει να θέλει να μου μιλήσει αλλά να μην έχει ιδέα τι να μου πει. Όμως δεν ίσχυε το ίδιο για εμένα, είχα να της πω εκατομμύρια πράγματα αλλά πραγματικά το να κάθομαι να την χαζεύω ήταν πολύ πιο ενδιαφέρον και χορταστικό.

Είχε αλλάξει αρκετά από τη τελευταία φορά που την είδα, και αναρωτιέμαι αν σκέφτεται το ίδιο για εμένα. Αυτό με κάνει να θέλω να την γνωρίσω από την αρχή. Να με αφήσει να μάθω τη παραμικρή λεπτομέρεια για τη ζωή της, να αρχίσει να μου ξανά λέει τη κάθε σκέψη της, ώσπου να γινώ μια από αυτές. Τα μαλλιά της είχαν μακρύνει, και το σώμα της είχε..αλλάξει με την πολύ..πολύ..καλή έννοια. Δεν ήταν σίγουρα το 16 χρόνο κοριτσάκι που είχα γνωρίσει τότε. Η ταχυπαλμία μου ήταν ακόμη ίδια από την 1η στιγμή που την αντίκρισα, δεν μπορώ να πιστέψω τι επιρροή ασκεί αυτό το κορίτσι σε εμένα μόνο από τον τρόπο που κοιτάζει δειλά τριγύρω.

Κάθεται ακριβώς απέναντι μου στη θέση του ηλεκτρικού. Στηρίζω τον αγκώνα μου πάνω στο παράθυρο έχοντας γύρει το πρόσωπο μου προς τα εκεί. Κατι μέσα μου ήθελε να ξανά ακούσει τη φωνή της όποτε της απευθύνομαι.

«Εκεί θα έχει κρεβάτι για να κοιμηθείς» λέω.

Εκείνη σηκώνει το βλέμμα της πάνω μου. Πες μου κάτι. Μίλησε μου.

«Θα μου πεις εκεί τα πάντα;» ρωτάει. Παρατηρώ το τρόπο που τρίβει διακριτικά τα δάχτυλα της για να ζεσταθεί και γλύφω τα χείλια μου καθώς ξανά εστιάζω γρήγορα στα μάτια της.

«Θα στα πω» απαντώ αλλά η εικόνα των χεριών της να προσπαθούν να ζεσταθούν κυριαρχεί στο μυαλό μου. Γαμώ το καιρό, γαμώ τον ΗΣΑΠ που δεν έχει καμία θέρμανση, γαμώ το γεγονός ότι δεν έχω να της δώσω τίποτα να φορέσει.

Θα έπρεπε να αρχίσω να ανησυχώ για το πως θα της εξηγήσω όλη τη διαολεμένη κατάσταση που είμαστε μπλεγμένοι αλλά δεν μπορώ να νοιώσω άγχος όσο την έχω μπροστά μου μετά από 3 χρόνια.

Όταν κατεβαίνουμε προσπαθώ να την οδηγήσω εκεί οπού ήθελα εξαρχής όσο πιο γρήγορα μπορούσα. Η Θέα του να την βλέπω να τουρτουρίζει ήταν φριχτή. Τέλος πάντων, με ακολουθεί αγκαλιάζοντας το σώμα της ξανά και ξανά.
Προσπερνάμε λίγα σκοτεινά τετράγωνα και βρισκόμαστε απέναντι από το προορισμό μας.

Never Say GoodbyeWhere stories live. Discover now