Βαλτε το τραγουδι👆.."You haven't seen my man.."
Δεν ξέρω γιατί αλλά ήταν το μοναδικό πράγμα που έδειχνε να μπορεί να με καθησυχάσει τώρα. Ούτε και ξέρω τι ώρα είχε πάει, δεν με απασχολούσε, ούτε και με ένοιαζε το σίγουρο κήρυγμα που μου φιλούσε ο Άρης στο σπίτι.
Ήμουν για άλλη μια φορά στον ηλεκτρικό. Τουλάχιστον κόντευα να φτάσω. Αυτή τη φορά ήθελα να πάω από την πίσω πλευρά, εκεί δεν είχαμε περάσει με την Σάρα.
Βαθιά μέσα μου ξέρω ότι ο μόνος λόγος που πάω είναι για να ικανοποιήσω αυτήν την ανεκπλήρωτη επιθυμία να βρίσκομαι εκεί που νοιώθω τον Άλεξ πιο κοντά μου. Αισθανόμουν πως αν ήταν να εμφανιστεί , τότε θα το έκανε στον ηλεκτρικό, όσο παράλογο και να ακουγότανε, τουλάχιστον έτσι είχα το κεφάλι μου ήσυχο. Λοιπόν..τουλάχιστον όσο ήσυχο μπορούσε να είναι.
Μπήκα μέσα στο τούνελ, που με έβγαζε στον προορισμό μου. Δεν ξέρω γιατί δεν φοβόμουν εδώ μέσα , με τα μάτια μου υγρά, το σώμα μου παγωμένο, η καρδιά μου κατάμαυρη και χιλιοσαπισμένη μέχρι αηδίας. Τριξίματα, νυχτερινή βαβούρα, πλήρες σκοτάδι, και μοναξιά. Αυτές ήταν οι λέξεις μπορούσαν να περιγράψουν το περιβάλλον. Όμως ένοιωθα τόσο αναίσθητη μπροστά τους. Συνέχιζα να προχωράω την ευθεία του τούνελ. Δεξί πόδι..αριστερό πόδι..δεξί..αριστερό..δεξί..αριστερό. Στο μυαλό μου ανέρχονταν τα λόγια του πατέρα του Άλεξ, και όσο και αν με προβλημάτιζε η συμβουλή του να μην κυκλοφορώ μόνη μου την νύχτα, δεν ήταν αρκετή για να με εμποδίζει να την καταπατήσω .
Τα γκράφιτι τριγύρω ήταν αμέτρητα. Ευτυχώς δεν υπήρχε κανένα των Κράιμς εδώ. Δεν ήθελα να αναγνωρίσω κανένα και να σφιχτεί δυνατά η καρδιά μου όταν ήταν πλέον τόσο μα τόσο εύθραυστη.
Το τούνελ έμοιαζε ατέλειωτο, βουτηγμένο στη μπογιά, ζωγραφισμένο από τα μικρόψυχα απωθημένα των ανωνύμων δημιουργών. Έκλεινες τα μάτια σου και μπορούσες να ακούσεις την αμυδρή ηχώ από το ουρλιαχτό της ψυχικής οδύνης τους. Ακόμη και αν έβγαλαν τη κραυγή πριν δεκάδες χρόνια. Αλλά ήξερα ότι υπήρχε η έξοδος, εκεί ένα μικρό φωτιστικό του δρόμου στόλιζε το πεζοδρόμιο, που θύμιζε ότι το αληθινό φως το βρίσκουμε μόνο στο τέλος.
Λίγο πριν φτάσω, βλέπω κάτι που μου τραβάει τη προσοχή. Αυτό ήταν διαφορετικό από τα υπόλοιπα γκράφιτι. Όταν ρίχνω μια καλύτερη ματιά χάνω την αναπνοή μου. Αμέσως βγάζω το κινητό από την τσέπη μου και ανοίγω τον φακό. Κουνάω αργά τη συσκευή στον αέρα, φωτίζοντας σταδιακά τις επιγραφές πάνω στον τοίχο. Αναπνέω τόσο βαριά που νοιώθω τον θώρακα μου γεμάτο. Το αίμα στις φλέβες μου παγώνει. Οπισθοχωρώ, τρομαγμένη μέχρι θανάτου.
أنت تقرأ
Never Say Goodbye
أدب المراهقين》 2ο Βιβλίο 《 Το βλέμμα του συναντάει το δικό μου μέσα από τα μικροσκοπικά γυαλιά του ."Ήταν καλός άνθρωπος;" ρωτάει. Μένω σιωπηλή, καθώς πιάνω τον εαυτό μου να χαμογελάει αμυδρά στην ανάμνηση του. "Ω ναι, ήταν εγκληματίας, επαναστάτης, αντιδραστικό...