Alex POV
"Κ 'όμως, αγαπάς τους ανθρώπους που σε γεμίζουν με την ίδια ευκολία που έχουν στο να σε αδειάζουν."
Κάθε παρόρμησης της σκέψης που γυρίζει πίσω στην ιδέα του να την χάσω είναι τόσο επώδυνη που αισθάνομαι τα γόνατα μου να σπάνε σαν ξυλάκια. Κλείνω τα μάτια μου και βλέπω τα δικά της να απομακρύνονται μέσα σε ένα κενό βαγόνι, και εκείνη στριμωγμένη από τη μοναξιά και τη θλίψη, δυσκολεύετε να πάρει ανάσα. Και δεν υπάρχει τίποτα που μπορώ να κάνω για να της χαρίσω τη συντροφιά μου. Οι γραμμές του τρένου είναι μεγάλες, ατέλειωτες, μα άμα μου εγγυούταν πως θα την έβρισκα στο τέλος της διαδρομής, θα τις διέσχιζα και με σπασμένα πόδια. Όμως ξέρω ότι δεν θα είναι, ξέρω ότι φτάσω όταν εκείνη θα έχει φτιάξει τη ζωή της, θα κοιμάται δίπλα σε άλλον, και την εποχή που με αγαπούσε ούτε καν που θα τη θυμάται. Η απώλεια της μου αφήνει αυτή τη πικρή, γεύση του κενού, ατελείωτου, μίζερου και άναρχου, σαν το τελευταίο βλέμμα που μου έριξε πριν μου πει αντίο.
Τα μάτια της με κοιτούν άδεια, σαν δεξαμενές νερού, έτοιμες να καταρρεύσουν. «Άλεξ;» λέει το όνομα μου λες της κόβει το λαρύγγι καθώς το προφέρει.
«Έλα μαζί μου Εύα!» επιμένω και σφίγγω το χέρι της λίγο παραπάνω.
Εκείνη ανεβοκατεβάζει τη καχύποπτη ματιά της πάνω μου. Το πρόσωπο της έχει σκοτεινιάσει. «Τι έκανες;» μουρμουρίζει.
Ο Τζος αφήνει το χέρι της σιγά σιγά με τα μάτια του καρφωμένα πάνω μου, προσέχοντας κάθε του κίνηση. «Άσε το χέρι της Άλεξ, και άφησε την να δει μόνη της» μου λέει και ακούγεται περισσότερο σαν συμβουλή. Τα πόδια μου πατούσαν καλά στο έδαφος αλλά αισθανόμουν το σώμα μου σε άλλη διάσταση. Αν την άφηνα να δει μόνη της, εκείνη θα άφηνε εμένα μετά. Αλλά δεν ξέρω αν έχω άλλη επιλογή, και ο μαλάκας μπροστά μου, με κάνει να θέλω να τον πλακώσω μέχρι να μην μπορεί να κουνηθεί.
Οι ενδοιασμοί με εμποδίζουν, έτσι, το χέρι μου δείλιαζε να αφήσει το δικό της, αλλά τρεμάμενο και δειλιασμένο το έκανε. Εκείνη πάρα ήταν μπερδεμένη, είμαι σίγουρος ότι δεν της περνάει ιδέα για το τι πραγματικά συμβαίνει. Δαγκώνω τα χείλια μου καθώς τη βλέπω να με προσπερνάει, και να αφήνει πίσω το σώμα μου. Κλείνω τα μάτια μου περιμένοντας την έκρηξη της. Γαμώτο..
Διευρύνει τον εαυτό της στο δωμάτιο ξέροντας πως πρέπει να αναζητήσει μόνη της απαντήσεις.
Μπλέκω το χέρι μου μέσα στα μαλλιά μου και τα τραβάω απαλά καθώς ακούω τη πονεμένη φωνή της. Έχει ήδη φτάνει στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι μου και έχει πιάσει στα χέρια της τα εισιτήρια που είχα ακουμπήσει εκεί. Μπορώ να φανταστώ το παράπονο στα μάτια της όσο βρίσκεται πίσω μου και κοιτάζει τη πλάτη μου. Εισιτήρια χωρίς επιστροφή, κρατούσαν τα ακροδάχτυλα της, και δεν ήταν άλλα, από τα δικά μου.
YOU ARE READING
Never Say Goodbye
Teen Fiction》 2ο Βιβλίο 《 Το βλέμμα του συναντάει το δικό μου μέσα από τα μικροσκοπικά γυαλιά του ."Ήταν καλός άνθρωπος;" ρωτάει. Μένω σιωπηλή, καθώς πιάνω τον εαυτό μου να χαμογελάει αμυδρά στην ανάμνηση του. "Ω ναι, ήταν εγκληματίας, επαναστάτης, αντιδραστικό...