Κεφάλαιο 28

259 12 0
                                    

Άγγελος pov

"Πέτα ένα ακόμα πακέτο μικρέ." ακούω τον Βασίλη να φωναζει στον αδελφό του καθώς τον κοιτά λες και αυτό που του λέει είναι κάτι το αναμενόμενο.

Εκείνος σαν πιστός ακόλουθος του πέταξε ένα ακόμα καινούργιο πακέτο με τσιγάρα χωρίς να μιλήσει ή να εναντιωθεί. Παλιότερα δεν θα έδινα σημασία σε κάτι τόσο ασήμαντο και που δεν με απασχολούσε αλλά τώρα,τώρα σκέφτηκα και αναρωτήθηκα πως μπορεί να αισθανόταν ο ίδιος με αυτή την άθλια συμπεριφορά από τον αδελφό του.
Μπορεί εγώ να μην είχα αδέλφια αλλά μπορώ να καταλάβω το αίσθημα της απαξίωσης και της περιφρόνησης.

Ήθελα να του πω να του μιλάει πιο όμορφα και να σέβεται το γεγονος οτι είναι αδελφός του και τον ανέχεται όπως κανένας άλλος αλλά δεν το έκανα. Δειλιασα . Σκεφτηκα ότι δεν θα επρεπε να ανακατεύτω σε κάτι τόσο προσωπικό. Έτσι κι αλλιώς εγώ πότε νοιαστηκα για τους άλλους ούτως ή άλλως;

Με αυτή τη σκέψη,κατευθείαν στο μυαλό μου εμφανίστηκε η εικόνα της Έλλης. Μα γιατί να την σκεφτομαι;
Σίγουρα τώρα θα είναι πιο ευτυχισμένη γνωρίζοντας ότι εγώ αδιαφορώ για εκείνη και την έχω αφήσει στην ησυχία της.
Παρόλα αυτά έχω ένα περίεργο προαίσθημα που με κάνει να καίγομαι μέσα μου σε μεγάλο βαθμό.
Κοιτάω γύρω μου και βλέπω την αποθήκη με όλους τους σκυσμενους καναπέδες να απλώνονται μπροστά μου. Η μυρωδιά του τσιγάρου έχει καλύψει όλο τον χώρο και ένα αραιό νέφος καπνού μας σκεπάζει.
Παραδόξως υπάρχει ησυχία κι ο καθένας κοιτάει την δουλειά του,κάτι πολύ παράξενο.

Νιώθω μια ανεξήγητη ανάγκη να φύγω από εκεί μέσα επειγόντως. Νιώθω το οξυγόνο γύρω μου να λιγοστεύει και να μην μπορώ να δω μπροστά μου από την ζάλη.

"Άγγελε,τι φάση φιλε; Τι έπαθες;"με ρωτάει ανήσυχος και αρκετά τρομαγμένος ο Μιχάλης και είμαι ανίκανος να του απαντήσω.
Σηκώνομαι απότομα από την θέση μου και το βλέμμα μου αμέσως επικεντρώνεται στην έξοδο της αποθήκης.
Με βιαστικό και ταχύ ρυθμό προσπαθώ να την πλησιάσω πριν εκραγεί το στέρνο μου. Ακούω πίσω μου τις φωνές τους σαν ένα ενοχλητικό και μακρινό βουητό.
Ήθελα επειγόντως καθαρό αέρα μιας και ο πόνος στο στήθος μου με έπνιγε θανατηφόρα.

Ανοίγω με μεγάλη δυσκολία τη σιδερένια πόρτα και χάνομαι μέσα στο απόλυτο σκοτάδι της νύχτας. Το κρύο αεράκι με χτυπάει στο πρόσωπο ανελέητα κι αμέσως νιώθω τους πνεύμονες μου να γεμίζουν ξανά με οξυγόνο.
Δεν ήξερα τι ακριβώς μου συνέβαινε αλλά δεν είχα καθόλου καλό προαίσθημα. Κι αυτό αφότου σκέφτηκα την Έλλη.
Ήξερα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά μαζί της.
Έπρεπε να πάω. Αλλά όχι,γιατί να πάω σε εκείνη;
Θα με νομίζει για κανένα ψυχακια αν ξανά εμφανιστώ μπροστά της αφού εγώ την απομακρυνα από κοντά μου από την αρχή.
Κι όμως, κάτι μέσα μου μου έλεγε πως έπρεπε να την δω. Κάτι κακο της συνέβαινε. Ήμουν σίγουρος.
Μα,γιατί νοιάζομαι τόσο πολύ για εκεινη;
Ποτέ δεν νοιαστηκα για κανέναν.
Ούτε και για εκείνη.

"Your Destiny Involves Me... " Where stories live. Discover now