Ώρες αργότερα το ίδιο πρωί, νιώθω το σώμα μου να ξυπνάει, εξ αιτίας της ηλιακής ακτινοβολίας που προσγειώνεται ακριβώς πάνω στο πρόσωπο μου. Με δυσκολία, ανοίγω τα σφραγισμένα βλέφαρα μου και το πρώτο πράγμα που αντικρίζω μπροστά μου είναι η Δάφνη. Καθισμένη στην άκρη του κρεβατιού μου, κοιτάζει ανέκφραστα κάποιον λεκέ στον λευκό τοίχο του δωματίου.
Υποθέτοντας πως έχει αφαιρεθεί, κάνω μια προσπάθεια να της τραβήξω το ενδιαφέρον. "Καλημέρα." Η βραχνή, από τον ύπνο, φωνή μου δεν φαίνεται να προκαλεί καμία αντίδραση στην, βυθισμένη στις σκέψεις της, φίλη μου.
Σμίγω τα φρύδια μου παραξενεμένη, ασυνήθιστη στην συγκεκριμένη συμπεριφορά της καλύτερης μου φίλης και ανασηκώνω το σώμα μου στους αγκώνες μου. Το βάρος της κούρασης, μάχεται να κλείσει τα βλέφαρα μου και να μου προσφέρει περισσότερη γαλήνη στο άνετο κρεβάτι, αλλά στηρίζω την πλάτη μου στο κεφαλάρι, πριν μπω στον δελεαστικό πειρασμό.
Τα μάτια μου δεν αποχωρίζονται ούτε για ένα δευτερόλεπτο το σκεπτικό και κουρασμένο πρόσωπο της Δάφνης, που δεν κατάλαβα πότε στράφηκε προς το μέρος μου. Το φωτεινό πρόσωπο, γεμάτο με συναισθήματα που καθρεπτίζονται στα μάτια, έχει θολώσει και αφήνει πίσω του ένα πρόσωπο άδειο από κάθε συναίσθημα.
"Δάφνη;" Γέρνω ελάχιστα μπροστά μου, νιώθοντας την ανησυχία να βράζει στο αίμα μου, λόγω της παράξενης συμπεριφοράς της.
Δεν την έχω δει έτσι ποτέ ξανά.
Με κοιτάζει, όπως κάποιος διάσημος κριτής τεχνών, θα παρατηρούσε εξονυχιστικά τα εκθέματα μιας έκθεσης, μόνο και μόνο για να κάνει άσχημη κριτική στην πορεία. Και παρόλο που αυτό μου θυμίζει σκηνή βγαλμένη από ταινία, δεν μου προσφέρει καμία ευχαρίστηση στην συγκεκριμένη περίπτωση.
Απλώνω το χέρι μου μπροστά, αγγίζοντας με τα δάχτυλα μου τον αγκώνα της και η αντίδραση της με ανακουφίζει. Το σώμα της τρομάζει στην επαφή και τα μάτια της κλείνουν στιγμιαία, πριν ανοίξουν ξανά και καρφωθούν στα δικά μου έντονα. Αμέσως όμως, η ανακούφιση που ένιωσα για την αφύπνιση της χάνεται και μένω με το στόμα ανοιχτό, καθώς σηκώνεται όρθια και απομακρύνεται από κοντά μου.
"Είσαι...είσαι!" Φωνάζει έχοντας την πλάτη της γυρισμένη, εμποδίζοντας με να αντικρίσω το πρόσωπο της.
Αιφνιδιασμένη από την πράξη της, ανοίγω και κλείνω τα μάτια μου μπερδεμένη, προσπαθώντας να ξεχωρίσω το όνειρο από την πραγματικότητα. Κι ένα τσίμπημα δίνει την ακριβή απάντηση στην ερώτηση μου, επιβεβαιώνοντας μου πως βρίσκομαι στην πραγματικότητα.
YOU ARE READING
One Last Time
Teen Fiction"Υποθέτω πως ήρθε το τέλος..." η φωνή του τρέμει, καθώς με κοιτάζει με τα λαμπερά, απο τα δάκρυα, μάτια του. "Υποθέτω..." τα δάκρυα κυλούν στο πρόσωπο μου, ενώ προσπαθώ να αψηφήσω τον κόμπο στον λαιμό μου. "Σ'αγαπώ" ενώνει τα χείλη μας γλυκά κρατώντ...