{Seven days before}
Τα βλέφαρα μου ανοίγουν, από το ενοχλητικό φως του ηλίου που πέφτει στο πρόσωπο μου. Η ζέστη είναι αφόρητη και αισθάνομαι κάθε εκατοστό του σώματος μου να πονάει. Ο ουρανός πάνω από το κεφάλι μου είναι πεντακάθαρος, καθώς ανασηκώνω τον κορμό μου βιαστικά και το χέρι μου κατευθύνεται αντανακλαστικά στο κεφάλι μου.Κοιτάζω γύρω μου μπερδεμένη, χωρίς να μπορώ να θυμηθώ τίποτα από την προηγούμενη μέρα και κυρίως το πως κατέληξα εδώ. Και φυσικά, ο πονοκέφαλος δεν μου επιτρέπει να καταβάλλω μεγάλη προσπάθεια στην ανεύρεση της προσωρινά, χαμένης μνήμης μου.
Υπέροχα.
Ξαπλώνω πίσω στην ζεστή άμμο κλείνοντας τα μάτια μου εξαντλημένη. Δεν έχω την δύναμη να σταθώ στα πόδια μου και να γυρίσω πίσω στο δωμάτιο μου. Ειδικά όταν η Δάφνη βρίσκεται μέσα...Θα αρχίσει τις ερωτήσεις και το χειρότερο είναι πως δεν ξέρω ούτε εγώ η ίδια τις απαντήσεις!
Ένα απαλό αεράκι διαπερνά το δέρμα του λαιμού μου και συνοδεύεται από εκείνο το ασυνήθιστο ρίγος, που αισθάνομαι τώρα τελευταία κοντά του. Αισθάνομαι τα μάτια μου να ανοίγουν διάπλατα και ακριβώς την ίδια στιγμή ένα χέρι τυλίγεται γύρω από την μέση μου, επιβεβαιώνοντας την συνειδητοποίηση της κατάστασης.
Με αργές και διστακτικές κινήσεις, καθώς και τις πιο βαθιές αναπνοές που καταφέρνω να πάρω, γυρίζω το κεφάλι μου στο πλάι. Τα μάτια μου περιεργάζονται το θέαμα δίπλα μου, γουρλωμένα και έκπληκτα, ενώ το χέρι του με φέρνει κοντά στο σώμα του. Αμέσως, ακουμπάω τα χέρια μου στο στέρνο του και τον σπρώχνω μακριά, όσο μακριά μου επιτρέπει η δύναμη μου δηλαδή, και σηκώνομαι γρήγορα όρθια.
Τα χέρια μου περνάνε μέσα από τα μαλλιά μου, ετοιμάζοντας τα δάχτυλα μου να τα τραβήξουν από την ρίζα, έτσι ώστε να καταλάβω τι συμβαίνει. Το γαλάζιο του ουρανού σε συνδυασμό με τον ήχο των μικρών κυμάτων καταφέρνουν να με συνεφέρουν και έτσι κατεβάζω τα χέρια μου από το κεφάλι παραμένοντας ακίνητη. Το αλμυρό νερό της θάλασσας σχεδόν αγγίζει τα γυμνά μου πέλματα και κρατάει το μυαλό μου απασχολημένο για λίγες στιγμές μονάχα.
"Τι έγινε;" Τον ακούω να ρωτάει, με την φωνή του βραχνή από τον ύπνο, αλλά δεν κάνω τον κόπο να τον κοιτάξω.
Θεέ μου γιατί κοιμήθηκα μαζί του στην παραλία;
Όσο κι αν προσπαθώ να φέρω τα γεγονότα της χθεσινής νύχτας στο μυαλό μου, δεν καταφέρνω τίποτα παραπάνω από το να μεγενθύνω τον πονοκέφαλο μου. Ανασαίνω βαθιά, πασχίζοντας με νύχια και με δόντια να συγκρατήσω την ψυχραιμία μου και να μην κλάψω, να μην φωνάξω, να μην χάσω τον εαυτό μου μπροστά του. Όμως, είναι τόσο δύσκολο όταν δεν μπορείς να θυμηθείς τίποτα.
YOU ARE READING
One Last Time
Teen Fiction"Υποθέτω πως ήρθε το τέλος..." η φωνή του τρέμει, καθώς με κοιτάζει με τα λαμπερά, απο τα δάκρυα, μάτια του. "Υποθέτω..." τα δάκρυα κυλούν στο πρόσωπο μου, ενώ προσπαθώ να αψηφήσω τον κόμπο στον λαιμό μου. "Σ'αγαπώ" ενώνει τα χείλη μας γλυκά κρατώντ...