Evelyn’sPov
Ο καιρός έχει αρχίσει και χειροτερεύει για τα καλά. Το λινό άσπρο σεντόνι δεν μου φτάνει και δεν με ζεσταίνει, με αποτέλεσμα να ξυπνάω κάθε πρωί με κόκκινα μάγουλα και παγωμένα δάχτυλα από το κρύο. Το παράθυρό μου – ή ό,τι έχει απομείνει από αυτό έχει ξεχαρβαλωθεί και το χιόνι ίσα ίσα που μπαίνει στο δωμάτιό μου. Αρχίζω και πιστεύω ότι θα πεθάνω από κρυολόγημα ή κάποια πνευμονία που θα τρυπήσει τα σωθικά μου και θα με στείλει αλλού. Σκέφτομαι σήμερα που φτάνει και ο Λούις – και αχ! Εύχομαι να μείνει εδώ, αν και πολύ αμφιβάλω- και συμμαζέψω έτσι κι αλλιώς το σπίτι, να κλέψω καμιά κουβερτούλα που δεν χρησιμοποιεί χωρίς να καταλάβει την απώλειά της.
Σηκώνομαι όπως κάθε πρωί με δυσκολία και κοιτάζω τον μεγάλο καθρέφτη, που στηρίζεται στον τοίχο απέναντι από το κρεβάτι μου. Έχω να πω ότι βαρέθηκα να αντικρίζω αυτό το πράγμα, αυτό το χάλι που έχω καταντήσει εξαιτίας τους. Πιάνω τα μαλλιά μου σε έναν κότσο και, αυτά αντί να κυματίζουν όπως συνήθιζαν λόγω της φυσικής μπούκλας μου, τα είχα να πέφτουν νεκρά πάνω στους ώμους μου. Μάλλον τα μαλλιά στην δικιά μου περίπτωση συμβολίζουν και την διάθεσή μου. Νεκρή! Κουνάω δεξιά και αριστερά το κεφάλι μου, ξεφυσώντας και αφού φοράω μια γκρι ζακέτα που μου έχει δώσει για τις κρύες μέρες – τάχα να δείξει ότι κρύβεται κάτι καλό κάτω από αυτή τη σκάρτη σάρκα- κατεβαίνω στον κάτω όροφο και αφού ενημερώνομαι από το νευρικό ρολόι που στολίζει τον τοίχο του σαλονιού, με το σπαστικό του τικ-τακ λες και μετράει την ζωή μου, βάζω το νερό να βράσει για τον καφέ μου ενώ συγχρόνως ξεκινάω τις δουλειές στο σαλόνι.
Μετά από πολλές ώρες και αφού έχω καταναλώσει τρεις καφέδες και αυτός έχει εγκαταλείψει το σπίτι, ξεκινάω τον πάνω όροφο με την ησυχία μου. Συμμαζεύω πρώτα από όλα το μπάνιο για να τελειώνω και μετά το δωμάτιό μου, αφήνοντας το δικό του τελευταίο.
Αυτός πάλι, λογικά, θα γυρίσει με τον γιο του ή όπως θέλει να τον αποκαλεί. Κατά τη διάρκεια των δουλειών μου, σκέφτομαι αυτό. Θα έρθει εδώ; Θα το τολμήσει; Είναι βλακεία και προσωπικά ούτε εγώ θα το έκανα, αλλά τώρα από την δική μου πλευρά τον χρειάζομαι όσο τίποτα για να αποδράσω. Δεν χρειάζομαι τίποτα άλλο πάρα την ελευθέρια μου.
Ανοίγω τέλος τα πάνω ντουλάπια της τεράστιας ντουλάπας του και ψάχνω. Καταλήγω με μια κιτρινωπή μάλλον σε χρώμα ώχρας κουβέρτα και αφού την τραβάω και πάω να τρέξω προς το δωμάτιο ακούω έναν θόρυβο από πίσω μου. «Γαμώτο!», μονολογώ καθώς αρχίζω να ανησυχώ μην έκανα πάλι την βλακεία μου. Αφήνω την κουβέρτα σε μια άκρη και κοιτάζω. Αντικρίζω ένα δεκάφυλλο –το πολύ- άλμπουμ με φωτογραφίες. Λείπει το εξώφυλλο και το οπισθόφυλλο. Γονατίζω και το πιάνω στα χέρια μου καθώς φεύγω γρήγορα από το δωμάτιό του, με την κουβέρτα.
Φτάνω στο δωμάτιό μου και αφού κρύβω την κουβερτούλα από κάτω, αρχίζω και ξεφυλλίζω το άλμπουμ. Μετρημένες δέκα φωτογραφίες. Ένα ζευγάρι. Μια ξανθιά γυναίκα, πολύ όμορφη και γοητευτική μαζί με έναν μελαχρινό άντρα. Οι μισές από αυτές είναι μέσα σε αυτοκίνητο, ενώ στις άλλες οι ‘πρωταγωνιστές’ είναι μόνοι τους. Εκεί που πάω να ξεφυλλίσω την επόμενη βλέμμα μου καρφώνεται στην εικόνα της γυναίκας. Κάτι πάει στραβά. Κάτι περίεργο που μου παίρνει ώρα, όχι να το καταλάβω, να το χωρέσω στον νου μου. Η γυναίκα είναι έγκυος! Και δεν πιστεύω ο άντρας διπλά της να είναι ο Πίτερ…
Louis’ Pov
1 μέρα ✔
Διαγράφω την τελευταία μέρα, καθώς σήμερα ή μάλλον καλύτερα σε τέσσερις ώρες φεύγω από Αμερική και πετάω για Λονδίνο. Αφού αποχαιρετώ τους φίλους μου, παίρνω την φωτογραφία της μητέρας μου και την τοποθετώ στο εσωτερικό του μπουφάν μου, κρατώντας της σαν φυλαχτό. Αφού αποχωρώ από το στρατόπεδο επιβιβάζομαι στο μεγάλο μαύρο τζιπάκι μου και ξεκινώ για το αεροδρόμιο. Η διαδρομή είναι περίπου σαράντα πέντε λεπτά με την προϋπόθεση ότι θα πηγαίνω με 120, εφόσον όμως έχω χρόνο θα πάω με την ησυχία μου. Τουλάχιστον να φύγω ήρεμος από εδώ, καθώς γνωρίζω ότι στο Λονδίνο για εμένα θα είναι κάτι σαν Θεία Δίκη, ίσως όμως όχι μόνο για εμένα.
Τελικά σε μία ώρα και δέκα λεπτά περίπου βρίσκομαι στην αίθουσα αναμονής περιμένοντας την πτήση μου. Έχω το κεφάλι μου κατεβασμένο ενώ σκέφτομαι που θα μείνω και τι θα κάνω αυτές τις μέρες που θα πάω εκεί, σε ποιον θα μείνω. Σε ξενοδοχείο; Ίσως… Μου φαίνεται καλή επιλογή σε αντίθεση με το σπίτι του. Αλλά … ίσως από την άλλη αν είμαι μες στα πόδια του να τον εμποδίσω και να ανακαλύψω περισσότερες πληροφορίες από αυτές που θα μου αποκαλύψει μόνος του.
Γνέφω θετικά στις σκέψεις μου και κοιτάζω το ρολόι μου. Έχω ακόμα μιάμιση ώρα. Έτσι αγοράζω ένα μπουκαλάκι νερό και κάτι να φάω μέχρι να πετάξω…
YOU ARE READING
My kidnapper's Son [L.T]
Fanfiction"Behind everything bad and cruel Something pleasant is hidden"