Chapter 13.

1.1K 136 11
                                    

-Ποιος είναι εκεί; , ακούστηκε η φωνή του Λούι και ανέβηκε πιο γρήγορα μιας άκουσε το "μπουμ" από το πέσιμό μου.

 Τώρα την είχα βάψει για τα καλά...!

-----------------------------------

Κοίταξα προς τη σκάλα ενώ δεν μπήκα στον κόπο να σηκωθώ για να κρυφτώ, θα με έβλεπε ή θα με άκουγε έτσι και αλλιώς. Η φιγούρα του εμφανίστηκε στην κορυφή της σκάλας. Και ομολογώ πως σάστισα σε αυτό που αντίκριζα, ήταν πραγματικά πολύ όμορφος.

-Ποια είσαι εσύ; ,είπε και με πλησίασε ενώ φαινόταν προσεχτικός για την κάθε μου κίνηση. Άραγε με φοβόταν;

Ακούγεται σαν ανέκδοτο...

-Εγώ...εμ... Με λένε Έβελιν, είπα τραυλίζοντας και σηκώθηκα σκουπίζοντας τα ρούχα μου. Είσαι...ο Λούις έτσι; Ο γιος του...; ,είπα σιγανά αλλά δεν φάνηκε να του αρέσει ο χαρακτηρισμός που χρησιμοποίησα.

-Ναι, δυστυχώς είμαι. Αλλά δεν νιώθω τίποτα γι' αυτόν παρά μίσος. Ποτέ δεν τον αντιμετώπισα σαν πατέρα. Ούτε καν φίλο, αλλά εχθρό. Και γιατί είσαι εδώ; ,την κοίταξε περίεργα αλλά καταβάθος ήξερε...

Τον κοίταξα αλλά τελικώς δεν μπόρεσα να τον αντικρίσω στα μάτια. Έσκυψα το κεφάλι μου ενώ οι αναμνήσεις πήραν σάρκα και οστά και άρχισαν να στροβιλίζουν στο μυαλό μου προκαλώντας μου πόνο, και καινούρια δάκρυα ανέβαιναν στα μάτια μου ενώ προσπαθούσα να τα συγκρατήσω.Σκούπισα τα μάτια μου και τον κοίταξα.

-Ακολούθησέ με ,είπα σιγανά και ίσα που ακούστηκε η φωνή μου και κατευθύνθηκα στο δωμάτιό μου. Με ακολούθησε χωρίς να πει κάτι και μπήκε μέσα.

-Απέναντι είναι το δικό μου δωμάτιο ,είπε περίεργα και φαινόταν ξαφνιασμένος και μετά άρχισε να ερευνεί τον γύρω χώρο με τα μάτια του. Εξερευνούσε κάθε γωνία του μικρού και άθλιου δωματίου στο οποίο ζούσα τόσο καιρό, ενώ τα μάτια του καρφώθηκαν στον τεράστιο καθρέφτη απέναντι από το κρεβάτι μου. Εγώ από την άλλη έβγαλα το γνωστό κουτί με τις αναμνήσεις μου και το άνοιξα ενώ εκείνο ξεχείλισε από τα πράγματα που είχα μέσα.

-Κάτσε, του πρότεινα και εκείνος γύρισε και με αντίκρισε και ιδιαίτερα το κουτί.

-Τι είναι αυτό; ,έκατσε απέναντί μου στο κρεβάτι και με κοίταξε.

-Αυτό...αυτό είναι η ζωή μου μέσα από αντικείμενα που προσπάθησα να διασώσω.

Πριν όμως μπορέσω να συνεχίσω μία φωτογραφία του που είχα κρατήσει από τα γράμματα, του κέντρισε την περιέργεια και την πήρε στα χέρια του.

Τον κοίταξα και ξεροκατάπια.

-Αυτό είναι δικό μου. Ανήκω και εγώ δηλαδή στην ζωή σου; ,με κοίταξε έντονα στα μάτια.

Και τότε είναι που άνοιξα το στόμα μου και του διηγήθηκα τα πάντα για την ζωή μου. Ό,τι είχα περάσει και ό,τι δεν είχα. Όσα έζησα, ζω και ήθελα να ζήσω. Τις πιο κρυφές μου ελπίδες και τους πιο αιχμηρούς μου όνους. Τα πιο ζωντανά μου όνειρα και τις πιο άψυχες στιγμές της ζωής μου.

Κάθε τι που σκεφτόμουν κάθε μέρα, μέχρι που έφτασα σε σημείο και του αποκάλυψα ότι μετρούσα αντίστροφα για το πότε θα έρθει εκείνος...

Του αποκάλυψα ότι περίμενα να με σώσει...

Ότι κάθε ελπίδα μου ήταν πια αυτός και τίποτα παραπάνω.Πως άρχιζα να ελπίζω ξανά χάρης σε αυτόν...


Όση ώρα του τα εξηγούσε όλα αυτά εκείνος την κοίταζε με ανοιχτό το στόμα...

Πια ήξερε ότι δεν ήταν μόνος του σε όλο αυτό, και ήξερε πως υπήρχαν κι άλλοι που πίστευαν το ίδιο με αυτόν και πως υπήρχαν κι άλλοι που είχαν περάσει παρόμοιες δυσκολίες με εκείνον.

-Θα σε βοηθήσω. Ήταν η κουβέντα που ξεστόμισε μετά από όσα του είχε πει η Έβελιν.

Τον κοίταξε και έπεσε στην αγκαλιά του, σφίγγοντάς τον. Ανταπέδωσε στην αγκαλιά της και την έσφιξε θερμά.

-Έλα τώρα...Πάμε να σε φροντίσω..., είπε μιας και από το πέσιμό της πριν είχε πληγές στα γόνατα.

Είμαι απαράδεκτη συμφωνώ. Αλλά να που ανέβασα και τώρα που ήρθε το καλοκαίρι επιτέλους (για εμένα τουλάχιστον) θα ανεβαίνουν γρηγορότερα! Φιλάκιαα!

My kidnapper's Son [L.T]Where stories live. Discover now