Chapter 3.

1.4K 140 17
                                    

Από τον Λούις Τόμλινσον

Στρατός ΗΠΑ”

“Προς Πιτ Τόμλινσον

Λονδίνο, Αγγλία

Ο γιος του!; Μα πώς;

Εγώ αν τον είχα πατέρα θα είχα αλλάξει ήδη ταυτότητα. Και είμαι σίγουρη ότι ο Λούις γνωρίζει αρκετά καλά τι είναι ο μπαμπάκας του. Ακόμα και ο τρόπος που του γράφει το προδίδει.

Κοιτάζω το φάκελο ψηλά. Διακρίνω ένα γράμμα. Αλλά είναι τυλιγμένο πολλές φορές και σχηματίζει τετράγωνο. Να το ανοίξω ή να μην το ανοίξω; Αν δεν το ανοίξω θα με φάει η αγωνία. Και αν το κάνω, και το μάθει αυτός την έχω βάψει. Υποθέτω πως θα αποκτήσω άλλες τρεις μελανιές, θα αυξηθούν οι δουλειές μου και πιθανόν να ξαναπέσω θύμα βιασμού του.

Ξεφυσάω και το ξανακοιτώ και σκέφτομαι… Ό,τι είναι να γίνει θα το μάθω, οπότε ας το αφήσω.

Ανεβαίνω όπως είπα στο δωμάτιό μου και ξαπλώνω κάτω από το λεπτό , κρύο πια, σεντόνι μου κοιτώντας και επεξεργάζοντας το γράμμα από όλες τις μεριές.

Με τα δάχτυλά μου ψηλαφώ τα γραμματόσημα και τα γράμματα του Λούις που είναι γραμμένα πάνω στο χαρτί με μαύρη πένα, πιθανόν, μιας και έτσι φαίνονται. Καθώς συνεχίζω να το παρατηρώ μια μικρή ακτίνα ήλιου, πέφτει πάνω και διακρίνω μια φωτογραφία του Λούις.

Τελικά όλα γίνονται για κάποιον λόγο εκεί που δεν το περιμένεις.

Ήξερα ότι ήταν όμορφος από αυτά που άκουγα και έβλεπα. Αλλά τώρα ήταν υπέροχος. Είχε αφήσει λίγα γένια που κολάκευαν τόσο πολύ τις γωνίες του προσώπου του, όπως και τα μαλλιά του αγκάλιαζαν τόσο ωραία τα χαρακτηριστικά του, έτσι ατημέλητα όπως συνήθιζε να τα έχει.

Αχ είμαι τόσο περίεργη. Θέλω τόσο πολύ να το ανοίξω αλλά θα το σκίσω. Πφφφ. Η ώρα είναι εφτά και μισή. Προσπαθώ να σκεφτώ εδώ και τόση ώρα τρόπους για να το ανοίξω. Αφήνω λίγο το γράμμα δίπλα μου και κοιτάζω το ταβάνι και μετά ξανά έξω από το παράθυρο. Οι ατμοί από τα καυσαέρια είναι ορατοί από το παράθυρό μου.

Μα τι είπα!;

Ατμός!

Ναι ατμός! Ατμός!

Πόσο χαζή είμαι; Μια φίλη μου μου είχε μάθει για να ανοίγω τα γράμματα να τα βάζω στον ατμό του βραστήρα καθώς βράζω το νερό. Έτσι η κόλλα χαλάει και ανοίγει!

Ναι!!!

Σηκώνομαι και τρέχω κάτω στην κουζίνα με το γράμμα. Βάζω στο βραστήρα νερό και τοποθετώ το γράμμα πάνω από τον ατμό περιμένοντας να ανοίξει καθώς το πειράζω συγχρόνως με τα δάχτυλό μου για άμεσα αποτελέσματα. Μετράω δέκα λεπτά πάνω από το βραστήρα και επιτέλους ανοίγει. Κάθομαι στο τραπέζι της τραπεζαρίας και το ανοίγω βγάζοντας προσεχτικά το περιεχόμενο από μέσα.

Κοιτάζω την φωτογραφία. Είναι πραγματικά πανέμορφος. Την αφήνω στην άκρη και πιάνω το γράμμα του. Το ξετυλίγω προσεχτικά. Είναι ένα χαρτί Α4 που όμως επάνω του είναι γραμμένες μόνο δύο σειρές. Το διαβάζω.

Έρχομαι σε δεκαπέντε μέρες που είναι Χριστούγεννα. Φρόντισε να είσαι εντάξει. Λούις.

Ένα χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπο μου χωρίς να το καταλάβω. Νιώθω σε κάποια στιγμή να με πονάνε τα ζυγωματικά μου. Ακουμπάω το πρόσωπό μου με τα ακροδάχτυλά μου. Χαμογελάω. Μα γιατί; Ούτε που τον ξέρω. Το μυαλό παίζει πάλι παιχνίδια.

Ίσως σκέφτομαι ότι θα με βοηθήσει ίσως και όχι. Ίσως είναι σαν τον πατέρα του. Αλλά αδύνατον. Φαίνεται ότι τον μισεί, ότι τον σιχαίνεται όπως και εγώ.

Αν καταφέρω και του μιλήσω, θα με σώσει.

Αρχίζω να έχω ελπίδες μετά από πολύ πολύ καιρό. Χαμογελάω μετά από πολύ πολύ καιρό και το συναίσθημα μοιάζει πρωτόγνωρο.

Διπλώνω το γράμμα και τα ξαναβάζω στο φάκελο. Τον κλείνω και αυτόν και το αφήνω εκεί πάνω για να το βρει αυτός. Πηγαίνω πάλι πάνω στο δωμάτιό μου. Οχτώ η ώρα. Έχει νυχτώσει και όπως πάει θα χιονίσει. Κλείνω το παράθυρο και κάθομαι στην άκρη του κρεβατιού μου μπροστά στον μεγάλο καθρέφτη και κοιτιέμαι.

«Μέτρα αντίστροφα Έβελιν. Σε λίγο θα γίνουν δεκατέσσερις οι μέρες και θα έρθει ο Λούις. Κάνε κουράγιο δεκατέσσερις ακόμα μέρες. Έχεις κάνει τόσα χρόνια…», μονολογώ στον εαυτό μου και κοιτώ στα μάτια μου. Τι έχω να χάσω; Θα περιμένω! Ναι!

Το πρόσωπό μου θαρρείς και φωτίζεται ξανά, και τα μάτια μου παίρνουν το παλιό τους χρώμα.

Ξαπλώνω ξανά στο κρεβάτι μου και κουκουλώνομαι. Αρχίζει να κάνει όλο και πιο πολύ κρύο. Έτσι πείθω τον εαυτό μου να κοιμηθεί γρήγορα για να μην καταλάβω το τσούξιμο στο δέρμα μου.

Άδικος κόπος, είμαι ακόμα κάπως ενθουσιασμένη που αυτό με κρατά ξύπνια για ακόμα σαράντα πέντε λεπτά. Αργά ή γρήγορα αποκοιμιέμαι όμως, ενώ μετά από πολλές ώρες αυτός γύρισε κάνοντας αισθητή όπως πάντα την παρουσία του.

Άνοιξα για λίγο τα μάτια μου και τα ξανά έκλεισα. Ήρθε με έλεγξε αν κοιμάμαι και πήγε και αυτός.

Δεκατέσσερις μέρες από σήμερα…!

Αυτό ήταν το μόνο που με έκανε να κοιμηθώ ήσυχα. Δεκατέσσερις μέρες και ίσως η ζωή μου αλλάξει και έρθουν τα πάνω κάτω και μάλλον στην δικιά μου περίπτωση τα κάτω πάνω!...

My kidnapper's Son [L.T]Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang