Το ίδιο βράδυ, βρίσκομαι ξανά στον κήπο του σπιτιού μου, χαμένη ανάμεσα στα αστέρια, με την εικόνα των ματιών του να έχει γίνει πολύ πιο έντονη μέσα στο μυαλό μου. Πέρασα ωραία σήμερα μαζί του. Ανέλπιστα ωραία βασικά. Αν εξαιρέσουμε μερικούς παράγοντες που προσπαθούσαν να μας το χαλάσουν βέβαια. Τα κορίτσια αργότερα με τρέλαναν στο πείραγμα, αλλά προς το παρόν δεν τους αποκάλυψα τίποτα. Άλλωστε, δεν έχουμε κάτι με τον Αχιλλέα. Εκείνος φαίνεται ότι θέλει να με πλησιάσει, εγώ δεν κάνω κάτι κακό, έτσι; Ξαφνικά, ακούγεται το τηλέφωνο μου. Το βγάζω από την τσέπη της φόρμας μου, και το φέρνω κοντά στο πρόσωπο μου. Μόλις βλέπω το όνομα του να αναγράφεται στην οθόνη, νιώθω κάτι σαν ρεύμα να διαπερνάει όλο μου το σώμα. Σήμερα του έδωσα τον αριθμό μου, σήμερα βρήκε να με πήρε; Ρίχνω μια εξεταστική ματιά τριγύρω, για να σιγουρευτώ ότι βρίσκομαι μόνη μου. Έπειτα πατάω το πράσινο κουμπί και τοποθετώ το τηλέφωνο στο αυτί μου.
«ναι;»
«καλησπέρα σας, δεν ελπίζω να ενοχλώ;»
Ο τόνος του ακούγεται κεφάτος. Υψώνω το βλέμμα μου στον ουρανό.
«γιατί παίρνεις τέτοια ώρα;»
«επειδή ήθελα να σε ακούσω, κακό είναι;»
Η απάντηση του ακούγεται τόσο αυθόρμητη, που με κάνει να χαμογελάσω.
«όχι, δεν πειράζει»
Μουρμουρίζω, λυγίζοντας τα γόνατα κοντά στο στήθος μου.
«τι κάνεις;»
«βρίσκομαι στον κήπο του σπιτιού μου»
Απαντάω, κάνοντας τον να γελάσει από την άλλη γραμμή.
«και τι κάνεις εκεί;»
«κοιτάζω τα αστέρια»
Λέω, χωρίς να παίρνω το βλέμμα μου από τον σκοτεινό ουρανό. Εκείνη την στιγμή, βλέπω ένα αστέρι να πέφτει, παρακαλώντας ένα αυθόρμητο χαμόγελο στο πρόσωπο μου.
«μόλις έπεσε ένα»
Του ανακοινώνω, εντελώς ασυναίσθητα.
«κάνε μια ευχή»
Μου λέει σιγανά. Κλείνω τα μάτια και εύχομαι να μην είναι όνειρο αυτό το τηλεφώνημα. Σήμερα πέρασα πραγματικά πολύ ωραία μαζί του, μιλήσαμε πολύ, τόσο που με έκανε να εντυπωσιαστώ με τις γνώσεις του. Πρώτη φορά συζητάω τόσο πολύ με κάποιον, ειλικρινά.
«έκανες;»
Ρωτάει, αφυπνίζοντας με από τις σκέψεις μου. Ανοίγω τα μάτια, με ένα γλυκό χαμόγελο να διαγράφεται πλέον στο πρόσωπο μου.
«ναι»
«θα μου την πεις;»
Ακούγεται τόσο αθώος, σαν μικρό παιδί. Γελάω πνιχτά.
«αν σου την πω, δεν θα βγει»
«σωστά, το ξέχασα αυτό»
Λέει, προκαλώντας μου ένα πλατύ χαμόγελο. Δεν νομίζω πως έχω νιώσει ξανά την καρδιά μου να χτυπάει τόσο δυνατά. Ξαπλώνω ανάσκελα στο γρασίδι, κοιτάζοντας ψηλά στον ουρανό.
«εσύ τι κάνεις;»
Τον ακούω να ανασαίνει βαθιά από την άλλη γραμμή.
«εγώ... βρίσκομαι έξω από την αυλή του σπιτιού σου»
Αμέσως πετάγομαι από την θέση μου, κοιτάζοντας ανήσυχα τριγύρω.
«πλάκα μου κάνεις, έτσι;»
Ρωτάω, έχοντας μια μικρή ελπίδα ότι το είπε έτσι, για να με τσιγκλήσει. Τον ακούω να γελάει από την άλλη γραμμή, πριν απαντήσει.
«αν δεν με πιστεύεις, έλα στην πόρτα»
Αμέσως τρέχω ως την καγκελόπορτα της αυλής μας. Τα μάτια μου γουρλώνουν από το σοκ καθώς τον βλέπω να στέκεται απέξω, με ένα πλατύ χαμόγελο να στολίζει το πρόσωπο του.
«τι κάνεις εδώ παιδάκι μου; είσαι τρελός;»
Ρωτάω σιγανά, ώστε να μην με ακούσει κανείς. Εκείνος τερματίζει την κλήση, κρύβοντας την συσκευή στην τσέπη του τζιν του.
«μάλλον εσύ έχεις αρχίσει να με κάνεις τρελό»
Απαντάει με τον ίδιο τόνο, καθώς πλησιάζει την καγκελόπορτα.
«Αχιλλέα, έτσι και μας δουν οι γονείς μου...»
Λέω, σηκώνοντας προειδοποιητικά το χέρι στο ύψος του προσώπου μου.
«γιατί ανησυχείς τόσο πολύ;»
Ρωτάει, τοποθετώντας τα χέρια του στα κάγκελα της πόρτας. Θεέ μου, πως μπορεί και είναι τόσο άνετος; αλλά βέβαια, που να με καταλάβει, αυτός είναι μια χαρά, δεν θα τον κυνηγήσει μετά η μάνα του για να τον κουρέψει γουλί.
«φύγε»
Τον προστάζω. Εκείνος όμως κουνάει αρνητικά το κεφάλι του, με το χαμόγελο να μην χάνεται στιγμή από τα χείλη του.
«τσου»
«Αχιλλέα, σε παρακαλώ-»
«δώσ'μου ένα φιλί»
Πετάει ξαφνικά, σαστίζοντας με.
«Αχιλλέα, τι λες;»
«ένα φιλί στο μάγουλο και θα φύγω»
Επιμένει, με τα μάτια του να λάμπουν από μια παιδιάστικη διάθεση. Ω, μου είναι πολύ δύσκολο να αντισταθώ σε αυτό το βλέμμα. Προσπαθώ να πείσω τα πόδια μου να κουνηθούν, ώστε να φύγω από κοντά του, αλλά η καρδιά μου πάει αντίθετα με την βούληση του μυαλού μου.
«ένα φιλί, μόνο, σε παρακαλώ»
Σχεδόν με ικετεύει, κλείνοντας στιγμιαία τα μάτια του. Είμαι σίγουρη ότι έχω γίνει κόκκινη σαν την ντομάτα. Ρίχνω μια σύντομη ματιά τριγύρω, πριν αφήσω ένα σύντομο φιλί στο μάγουλο του.
«καληνύχτα»
Λέω και μετά φεύγω τρέχοντας ως την είσοδο του σπιτιού μου. Θεέ μου, μου έχουν κοπεί τα γόνατα από την αδρεναλίνη. Μόλις μπαίνω μέσα, κοιτάζω τριγύρω. Ευτυχώς οι γονείς μου πέφτουν νωρίς για ύπνο. Αφήνω μια ανάσα ανακούφισης, ακουμπώντας παράλληλα την πλάτη μου πίσω στην πόρτα. Καρδιακιά θα με κάνει αυτός ο άντρας. Ξαφνικά, το τηλέφωνο μου δονείται, ενημερώνοντας με ότι έχω ένα μήνυμα. Αμέσως βγάζω το κινητό από την φόρμα μου, για να το ανοίξω. Μόλις βλέπω το όνομα του να αναγράφεται στην οθόνη, ένα δειλό χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπο μου.Αχιλλέας:
Το πιο γλυκό φιλί που μου έχουν δώσει ποτέ! Καληνύχτα Σταχτοπούτα.Το χαμόγελο μου γίνεται πλατύ καθώς διαβάζω το μήνυμα του. Θεέ μου, είναι τόσο γλυκός!!! Νομίζω πως τα πράγματα αρχίζουν να μπλέκονται, και να φανταστείς ότι γνωριζόμαστε μονάχα... πόσο; πέντε ώρες; Αφήνω το χέρι πάνω στην καρδιά μου, για να την νιώσω να χτυπάει ξέφρενα. Δεν ξέρω τι μου προκαλεί αυτός ο άντρας, αλλά ότι κι αν είναι.... είναι πραγματικά όμορφο. Είναι νωρίς και ίσως βιάζομαι να μιλήσω, αλλά είναι πραγματικά τόσο ωραίος. Εντάξει, το παραδέχομαι, έχει κάποιες προϋποθέσεις που μου αρέσουν, πράγματα που θα ήθελα να έχει κάποιος, είτε είναι φίλος μου, είτε είναι... εραστής μου; μου φαίνεται τόσο περίεργο αυτό. Καλύτερα να πάω για ύπνο, γιατί το έχω εξαντλήσει το μυαλό μου με αυτόν τον Αχιλλέα.
ESTÁS LEYENDO
Βρέχει αστέρια
No FicciónΚάτω από τον σκοτεινό ουρανό, με μάρτυρες τα αστέρια, τότε ήταν που ενώθηκαν οι ματιές μας. Εκείνη ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα ότι αυτός ο άνθρωπος ζούσε μέσα μου, ότι ανέπνεε από το δικό μου οξυγόνο, έβλεπε μέσα από τα δικά μου μάτια.